Στα μέσα της δεκαετίας του ’70 η χρυσή εποχή του ελληνικού κινηματογράφου είχε περάσει ανεπιστρεπτί. Η τηλεόραση είχε μπει στη συντριπτική πλειονότητα των σπιτιών και ήταν φανερό ότι η μεγάλη οθόνη έπνεε τα λοίσθια ως βασικό μέσο ψυχαγωγίας.
Συνεπώς ήταν επόμενο να ενταχθούν μεγάλοι δημιουργοί και ερμηνευτές της εποχής στο νόμο της τεχνολογικής εξέλιξης.
Τον Ιούλιο του 1974, λίγες ημέρες μόνο πριν την τουρκική εισβολή στην Κύπρο και την πτώση της χούντας, η ελληνική τηλεόραση παρουσίασε την πρώτη δουλειά του Γιάννη Δαλιανίδη για λογαριασμό της. Ο δημοφιλής σκηνοθέτης και σεναριογράφος είχε εμπνευστεί μια εκπομπή – ορισμό της καινοτομίας. Όχι μόνο για τότε, αλλά και για σήμερα. Μια σειρά επεισοδιών που θα είχε λίγο από τραγούδι, λίγο από τηλεπαιχνίδι και λίγο από σκετσάκια. Ήταν η πρώτη και τελευταία φορά που προβλήθηκε εκπομπή τέτοιου ύφους στην ελληνική τηλεόραση.
Ήταν η μοναδική που ξεκίνησε πριν τη μεταπολίτευση και διατηρήθηκε όχι μόνο μετά από αυτήν, αλλά για επτά ολόκληρα χρόνια μέχρι τις 9 Μαΐου 1981, όταν κι έκλεισε τον κύκλο της με συνολικά 330 επεισόδια!
Ο τίτλος της ήταν «Λούνα Παρκ – Το μεγάλο παιχνίδι». Σε σύντομο διάστημα, έμεινε σκέτο «Λούνα Παρκ», όπως το αγάπησε και το θυμάται ο κόσμος.
Η μουσική τίτλων έναρξης ήταν του Μίμη Πλέσσα, σε μια διασκευή του ρεφρέν από το τραγούδι «Απόψε κάποιος θα χαθεί», που είχε ακουστεί από τον Γιάννη Πουλόπουλο στην ταινία του Δαλιανίδη «Οι θαλασσιές οι χάντρες» το 1966.
Εκτός από τη σκηνοθεσία, ο Γιάννης Δαλιανίδης έγραφε και τα κείμενα των σκετς. Σύμφωνα με τον Χρήστο Μαραμένο, ερευνητή, συλλέκτη και προσωπικό φίλο του Δαλιανίδη, η ιδέα να δημιουργηθεί κάτι που θα είχε και μουσική και χορό και πρόζα και παιχνίδι ήταν του παραγωγού Ντένη Πετρόπουλου.
Κεντρικός ήρωας της σειράς ήταν ο δημοφιλέστατος «κυρ-Γιώργης», τον οποίο υποδύθηκε ο σπουδαίος Διονύσης Παπαγιαννόπουλος, σε αυτόν που λόγω και διάρκειας αποτελεί το ρόλο της καριέρας του. Υπόθεση με ειρμό δεν υπήρχε στην αρχή, καθώς επρόκειτο για κάποια αυτοτελή σκετσάκια, με φόντο ένα «Λούνα παρκ», υπεύθυνος του οποίου ήταν ο κυρ-Γιώργης. Ένας… αθεράπευτα γκρινιάρης και παράξενος τύπος, ο οποίος όμως ήταν με το δικό του τρόπο αξιαγάπητος.
Η ενότητα του τηλεπαιχνιδιού ήταν από τις πιο βασικές του «Λούνα Παρκ». Κατά τη διάρκειά του, οι παίκτες διαγωνίζονταν σε σχηματισμούς λέξεων-φράσεων, αλλά και σε ερωτήσεις γνώσεων και κέρδιζαν αρκετά πλούσια δώρα. Βεβαίως, κάποια στιγμή δε θα μπορούσε να μην ενταχθεί κι αυτό μέσα στο σεναριακό κομμάτι της σειράς.
Πρώτος παρουσιαστής του παιχνιδιού και των τραγουδιστών ήταν ο Τέρενς Κουίκ, τον οποίο διαδέχτηκε από το Μάρτιο του 1975 και για μικρό διάστημα η Μάρω Κοντού. Ακολούθως ανέλαβε ο Βαγγέλης Βουλγαρίδης, ο οποίος έμεινε στο πόστο του μέχρι το 1980. Από τότε και ως το τέλος της σειράς, οικοδέσποινα ήταν η Ισμήνη Καλέση, στα πρώτα βήματά της στο χώρο του θεάματος.
Κατά τη διάρκεια των επτά χρόνων της πορείας του «Λούνα παρκ», πέρασαν από το πλατό πολλοί φτασμένοι και εκκολαπτόμενοι τραγουδιστές και τραγουδίστριες για να παρουσιάσουν τις εκάστοτε επιτυχίες τους και να ψυχαγωγήσουν κάθε Πέμπτη τους τηλεθεατές. Κι όχι μόνο Έλληνες, αλλά και διάσημοι ξένοι σταρ, όπως η Ραφαέλλα Καρρά και ο Χούλιο Ιγκλέσιας, που λόγω του κοινού τους στην Ελλάδα ήθελαν να διαφημίσουν τις δισκογραφικές δουλειές τους. Γνωρίζοντας τι ακριβώς συμβαίνει σήμερα, θα μπορούσαμε να εκτιμήσουμε ότι η εκπομπή ήταν πολύ μπροστά από την εποχή της.
Στην αρχή το βάρος έπεφτε κυρίως στο τραγούδι και στο παιχνίδι, αλλά η τηλεθέαση δεν ήταν η αναμενόμενη και ο Δαλιανίδης άλλαξε ρότα. Άρχισε σιγά-σιγά να εστιάζει περισσότερο στην «υπόθεση» και φυσικά στον «κυρ-Γιώργη», στο σπίτι του οποίου ή στο Λούνα Παρκ διαδραματιζόταν σχεδόν πάντα η τελευταία σκηνή της εκπομπής.
Εκτός του Παπαγιαννόπουλου, πρωταγωνιστούσαν ο Χρήστος Νομικός (Πέτρος), η Ευαγγελία Σαμιωτάκη, η Κούλα Αγαγιώτου (μητέρα του Πέτρου), η Κάτια Αθανασίου (η περίφημη «Τούλα» με την κλασική ατάκα «Πέντε κρίκοι ένα τάλιρο»), ο Σωτήρης Τζεβελέκος (Άρης, ο πρώτος καφετζής του Λούνα παρκ), η Μαίρη Ευαγγέλου (Ρένα, εργαζόμενη στον πάγκο της σκοποβολής κι αρχικώς αρραβωνιασμένη με τον Πέτρο) κ.α.
Μετά τα πρώτα επεισόδια κι έπειτα από ένα «προξενιό», ο κυρ-Γιώργης παντρεύεται την Ουρανία που ενσάρκωσε η αείμνηστη Άννα Παϊταζή. Ένα ζευγάρι που παραμένει έως σήμερα ένα από τα πιο δημοφιλή στην ιστορία της ελληνικής τηλεόρασης
Ακολούθησαν η Ρένα Παγκράτη, ο Σταμάτης Φασουλής, η Λουΐζα Ποδηματά, η Ελένη Κριτή, η Καίτη Ιμπροχώρη, ο Σπύρος Φασιανός, η Αλέκα Στρατηγού, η Μίτση Κωνσταντάρα, ο Νάσος Κεδράκας, ο Σοφοκλής Πέππας και ο Νίκος Δαδινόπουλος, που εκτός από ζευγάρι με τη Μαίρη Ευαγγέλου στη σειρά, έγιναν και στη ζωή. Κανονικό σχολείο υποκριτικής με λίγα λόγια.
Με αυτούς τους ηθοποιούς διήρκεσε έως το 1979 η πρώτη μορφή του «Λούνα Παρκ». Σε αυτό το διάστημα εμφανίστηκαν κατά καιρούς και αρκετοί γνωστοί ηθοποιοί ως guests – άλλη μία πρωτοτυπία του Δαλιανίδη στην ελληνική τηλεόραση.
Από το ’79 κι έπειτα και με την αποχώρηση κάποιων ηθοποιών, ο Δαλιανίδης ανανέωσε το καστ. Έτσι, εντάχθηκαν στο «Λούνα παρκ» μεταξύ άλλων οι Βασίλης Τσιβιλίκας, Δέσποινα Στυλιανοπούλου, Γιάννης Ευαγγελίδης, Πάνος Μιχαλόπουλος, Τόλης Βελονάκης, Αλίκη Καμινέλη, Ελένη Φιλίνη κ.α. Στα τελευταία δύο χρόνια της σειράς (‘80-‘81), ο κυρ-Γιώργης φεύγει από το Λούνα Παρκ, το οποίο αναλαμβάνει ο ιδιοκτήτης του, ονόματι Παντόπουλος, (Μίμης Φωτόπουλος) κι ανοίγει ψιλικατζίδικο, παίρνοντας τη σκυτάλη στην ψυχαγωγία του τηλεοπτικού κοινού.
Η μεγάλη παραφωνία της υπόθεσης είναι ότι από τα 330 επεισόδια, στο αρχείο της κρατικής τηλεόρασης σώζεται ολόκληρο μόνο το τελευταίο – τουλάχιστον επισήμως. Τέτοιου επιπέδου ήταν η υπευθυνότητα των… υπευθύνων για μία από τις δημοφιλέστερες σειρές στην ιστορία της μικρής οθόνης.
Σύμφωνα με πληροφορίες του musiccorner.gr, περίπου 15 επεισόδια είχε στο αρχείο της η Ρένα Παγκράτη, τα οποία της είχε δώσει κάποιος θαυμαστής της που τότε είχε βίντεο και τα έγραφε. Μετά το θάνατό της, αυτά περιήλθαν στα συγγενικά της πρόσωπα, αλλά ουδείς γνωρίζει την τύχη τους σήμερα…
#pgnews