Αναπόφευκτη μέσα στην επόμενη δεκαετία από την εφαρμογή της Πράσινης Συμφωνίας (Green Deal) της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα είναι η σημαντική μείωση της παραγωγής σε αρκετά από τα επονομαζόμενα «εθνικά» αγροτικά προϊόντα της Ελλάδας, με συνέπεια τη μείωση του κύκλου εργασιών του αγροτικού τομέα και της αγροτικής απασχόλησης. Επίσης, θα μεταβληθεί δυσμενώς η διάρθρωση των καλλιεργειών στη χώρα, με συνέπεια τη μείωση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής γεωργίας. Οι βασικές επιπτώσεις αναφέρονται από τον Ελληνικό Σύνδεσμο Φυτοπροστασίας (ΕΣΥΦ) σε σχετική μελέτη που εκπόνησε, και η οποία καταδεικνύει τόσο τις ευκαιρίες όσο και τις δυσκολίες μετάβασης της ελληνικής γεωργίας και επίτευξης των στόχων της Πράσινης Συμφωνίας.
Η Πράσινη Συμφωνία (Green Deal) της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι ένα πολιτικό, μη δεσμευτικό κείμενο, που αποτελεί τον πλοηγό των πολιτικών που θα έρθουν την επόμενη δεκαετία στην Ευρώπη, και θέτει στόχους για όλες τις τομεακές πολιτικές, από το εμπόριο και τη ναυτιλία έως τη βιομηχανία και τη γεωργία. Αποτελεί δε συνέχεια παρόμοιων κειμένων, όπως η Agenda 2020, και αφορά σχεδόν το σύνολο των δραστηριοτήτων στην Ε.Ε., με κύριο όμως άξονα την περιβαλλοντική συμμόρφωση και την προαγωγή της αειφόρου διαχείρισης των φυσικών πόρων, αξιοποιώντας σε πολύ μεγάλο βαθμό την τεχνολογική εξέλιξη.
Η εκπορευόμενη από την Πράσινη Συμφωνία πολιτική για τη γεωργία και την ύπαιθρο φέρει το όνομα “Farm to Fork” που αποδίδεται στα Ελληνικά με τον όρο «Από το αγρόκτημα στο πιάτο».
Οι στόχοι της Πράσινης Συμφωνίας για τον αγροτικό τομέα (25% της καλλιεργούμενης έκτασης με βιολογική παραγωγή και 50% μείωση της χρήσης των φυτοπροστατευτικών προϊόντων και του αντίστοιχου κινδύνου) κρίνονται υπερβολικά φιλόδοξοι από πολλούς εμπλεκόμενους, αλλά και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Ιδιαίτερα, όμως, ο στόχος που αφορά στα φυτοπροστατευτικά προϊόντα θεωρείται εξαιρετικά δύσκολος.
Οι προτάσεις συνδέθηκαν ταυτόχρονα με τη νέα ΚΑΠ της περιόδου 2023-2027 και με συγκεκριμένα μέτρα, τα οποία θα μπορούσαν να προωθήσουν τα κύρια σημεία της γεωργικής παραγωγής στο πλαίσιο της Νέας Πράσινης Συμφωνίας.
Αναλυτικά οι επιπτώσεις
Μέσα από την επεξεργασία του κειμένου, επιλέχθηκε το απόσπασμα εκείνο που αναφέρεται στις επιπτώσεις ανά καλλιέργεια, λόγω του γεγονότος ότι πολλά από τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα που χρησιμοποιούνται στην αγροτική παραγωγή θα σταματήσουν να είναι διαθέσιμα. Η μελέτη έχει και σχετικούς πίνακες, που απεικονίζουν ποσοτικά τις μεταβολές στη διαθεσιμότητα φυτοπροστατευτικών προϊόντων και δραστικών ουσιών που θα επέλθουν από την ενδεχόμενη κατάργηση δραστικών ουσιών και σκευασμάτων, και περιλαμβάνονται εκτιμήσεις για τις επιπτώσεις σε σημαντικές καλλιέργειες για τη χώρα. Κάποιες δραστικές ουσίες είναι πολύ σημαντικές και δεν αντικαθίστανται από άλλες. Επισημαίνεται ότι με πιεστική και σθεναρή διαπραγμάτευση είναι δυνατό να διατηρηθούν περισσότερες δραστικές ουσίες και αντίστοιχα σκευάσματα από αυτά που απαριθμούνται στον πίνακα.
Εξάλλου, αναφέρεται και ότι η κατάργηση της κυκλοφορίας δραστικών ουσιών και σκευασμάτων στην Ε.Ε. δε συνεπάγεται την κατάργησή τους και από τον υπόλοιπο κόσμο, γεγονός το οποίο σημαίνει ότι θα μειωθεί η ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών και εθνικών προϊόντων έναντι εκείνων από τρίτες χώρες. Αυτό καθίσταται πολύ σημαντικό εάν προσδιοριστούν οι καλλιέργειες που θα πληγούν περισσότερο, οι οποίες είναι χαρακτηριστικές ελληνικές ή μεσογειακές καλλιέργειες.
Η «ΝΚ» επιλέγει τα στοιχεία για τα προϊόντα που παράγονται στην Κρήτη.
Στην ελιά
Στην ελιά: «Η Ελιά και το ελαιόλαδο αποτελούν διατροφικά ορόσημα της Ελλάδας και θεμέλια της μεσογειακής διατροφής. Η καλλιέργεια της ελιάς δε, που καλύπτει 9 εκατ. στρέμματα, αποτελεί σημαντικό συστατικό της ελληνικής υπαίθρου, αφού, εκτός από το τοπίο, επηρεάζει σημαντικά και την περιβαλλοντική αειφορία, καθώς υποκαθιστά σε σημαντικό βαθμό την οικολογική λειτουργία του δάσους.
Με οικονομικό αποτέλεσμα 760 εκατ. ευρώ ανά έτος (μέσος όρος 2019-2020) και εξαγωγές 560 εκατ. ευρώ το 2020, αποτελεί ένα από τα ελάχιστα διατροφικά προϊόντα που ανοίγουν αγορές και για άλλα ελληνικά προϊόντα. Η σημασία του αναδεικνύεται και από τις πρόσφατες επιτυχημένες προσπάθειες εξαγωγών μικρών παραγωγών με ελαιόλαδο υψηλής προστιθέμενης αξίας.
Συγκεκριμένα εκτιμάται ότι απομένουν ελάχιστες επιλογές σκευασμάτων και αναμένεται σοβαρό πρόβλημα στην αντιμετώπιση των εντομολογικών προσβολών, συμπεριλαμβανομένου του δάκου. Για την αντιμετώπιση του τελευταίου, σήμερα υπάρχουν 4 τρόποι δράσης συμβατικών/χημικών δραστικών ουσιών (δηλαδή οριακή διαχείριση ανθεκτικότητας), ενώ στο μέλλον θα απομείνουν ελάχιστες που ανήκουν μόνο σε 3 διαφορετικούς μηχανισμούς δράσης, με συνέπεια να μην μπορεί να εφαρμοστεί διαχείριση της ανθεκτικότητας.
*Οι μυκητολογικές και βακτηριολογικές προσβολές θα αποτελέσουν σοβαρό πρόβλημα για την καλλιέργεια, ιδίως εάν απωλεστούν και τα σκευάσματα με βάση τον χαλκό (που επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται και στη βιολογική καλλιέργεια της ελιάς). Αυτό θα έχει άμεσες συνολικές επιπτώσεις στο ύψος και στην ποιότητα της παραγωγής.
*Για τα ζιζάνια απομένουν ελάχιστοι μηχανισμοί δράσης, με κάποια από τα δυσεξόντωντα και εξαπλούμενα ζιζάνια να μην έχουν πια λύσεις.
Τα προβλήματα αυτά εκτιμάται ότι θα επιφέρουν αύξηση του κόστους παραγωγής κατά περίπου 40%, μείωση της παραγωγής κατά 50% (European Crop Protection Association, 2020) και μείωση του ακαθάριστου κέρδους των παραγωγών κατά 37%».
Στο αμπέλι
Στο αμπέλι: «Με εκτάσεις άνω του 1 εκατ. στρεμμάτων και παραγωγή άνω των 800 τόνων, ο ελληνικός αμπελοοινικός τομέας έχει ιδιαίτερη σημασία για τη χώρα. Εκτός από τα επιτραπέζια σταφύλια, παράγεται σταφίδα που αποτελεί ΠΟΠ προϊόν και παρέχεται η πρώτη ύλη για τον οίνο. Με κύκλο εργασιών 22 εκατ. ευρώ, το ελληνικό κρασί αποκτά ολοένα και καλύτερη θέση στις διεθνείς αγορές τόσο λόγω της ποιοτικής βελτίωσης, όσο και λόγω της εδραίωσης αρκετών ΠΟΠ και ΠΓΕ προϊόντων. Η προσπάθεια για χρήση ελληνικών παραδοσιακών ποικιλιών στην οινοποίηση δείχνει ότι ο τομέας αυτός έχει σημαντική εμπορική δυναμική.
Συγκεκριμένα αναμένεται ότι:
*Θα προκύψει σημαντικό πρόβλημα με την ασθένεια του περονόσπορου, ιδίως στην περίπτωση μελλοντικής απόσυρσης των – διαθέσιμων σήμερα – μυκητοκτόνων που περιέχουν χαλκούχες ενώσεις ως δραστικές ουσίες. Σε αυτήν την περίπτωση, ακόμη πιο μεγάλο πρόβλημα θα αντιμετωπίσει η βιολογική καλλιέργεια του αμπελιού, η οποία χωρίς τη διαθεσιμότητα χαλκούχων μυκητοκτόνων ίσως γίνει πλέον μη βιώσιμη για τους βιοκαλλιεργητές στην Ε.Ε., γεγονός που έρχεται σε αντίθεση με τον στόχο της Πράσινης Συμφωνίας για την αύξηση καλλιεργήσιμης έκτασης της βιολογικής γεωργίας.
*Η αντιμετώπιση των ακάρεων (ιδίως της οικ. Eriophyidae) θα είναι ακόμη πιο δύσκολη για τους αμπελουργούς, λόγω της προβλεπόμενης απόσυρσης ακαρεοκτόνων σκευασμάτων.
*Για τα ζιζάνια απομένουν ελάχιστοι μηχανισμοί δράσης, με κάποια από τα δυσεξόντωντα και εξαπλούμενα ζιζάνια να μην έχουν πια λύσεις.
Τα προβλήματα αυτά εκτιμάται ότι θα επιφέρουν αύξηση του κόστους παραγωγής κατά περίπου 300%, και μείωση ακαθάριστης προσόδου κατά 30%».
Τα προβλήματα στις καλλιέργειες
Τι προβλέπεται για τα κηπευτικά
Στα κηπευτικά: «Τα κηπευτικά έχουν ιδιαίτερη σημασία για την Ελλάδα στο παρόν και στο μέλλον. Πέραν της οικονομικής σημασίας και της εξαγωγικής δυναμικής τους, υποστηρίζουν το τουριστικό προϊόν της χώρας και αποτελούν βασικό συστατικό της ελληνικής διατροφής και της τουριστικής εμπειρίας στη χώρα μας. Τα κηπευτικά συμβάλλουν σε μεγάλο βαθμό στην εξαγωγική δυναμική της χώρας με 126 εκατ. ευρώ, και ποσότητες 31.325 τόνων ντομάτας και 13.000 τόνων αγγουριών.
Συγκεκριμένα, η υπαίθρια ντομάτα είναι μία από τις βασικές καλλιέργειες της χώρας, εντοπίζεται στα περισσότερα γεωγραφικά διαμερίσματα καταλαμβάνοντας περισσότερο από 70.000 στρέμματα, ενώ χαρακτηρίζεται από θετική πορεία ανάπτυξης για τα επόμενα χρόνια. Αποτελεί βασικό εξαγώγιμο προϊόν και σημαντική πηγή εσόδων για τους αγρότες, αλλά και τις βιομηχανίες μεταποίησης.
Επιπρόσθετα, η καλλιέργεια του αγγουριού, με εξαγωγές 17 εκατ. ευρώ το 2020, αποτελεί μια δυναμική και ανερχόμενη καλλιέργεια η οποία δείχνει να έχει προοπτικές εμπορικής διεύρυνσης.
Η υπαίθρια ντομάτα αναμένεται να αντιμετωπίσει σοβαρό πρόβλημα:
- Με τους νηματώδεις και τη φουζαρίωση, με αποτέλεσμα την προβληματική εγκατάσταση της καλλιέργειας και
- Την Tuta absoluta, με επιπτώσεις στην αναμενόμενη παραγωγή που μπορεί να φτάσει σε επίπεδα πλήρους καταστροφής.
Για την καλλιέργεια του αγγουριού στα θερμοκήπια:
- Αναμένεται κενό στην αντιμετώπιση των καταστροφικών βακτηριώσεων για την καλλιέργεια.
- Σοβαρό πρόβλημα εκτιμάται ότι θα υπάρξει, επίσης, στην αντιμετώπιση των νηματωδών, που απειλούν την εγκατάσταση και εξέλιξη καλλιέργειας.
- Απουσία λύσεων θα σημειωθεί ακόμη σε μια σειρά ασθενειών και προσβολών από θρίπες και φυλλοφάγες κάμπιες.
Τα προβλήματα αυτά εκτιμάται ότι θα επιφέρουν μείωση της παραγωγικότητας κατά περίπου 44% για την υπαίθρια ντομάτα και το αγγούρι, καθιστώντας τις καλλιέργειες οικονομικά μη βιώσιμες για τους παραγωγούς».
ΠΗΓΗ: neakriti.gr