Στο Εφετείο Χανίων εκδικάζεται μετά από 5 αναβολές, η υπόθεση θανάτου της 47χρονης Έφης Τσιχλάκη τον Μάρτιο του 2016 στο Κολυμπάρι Χανίων.
Ο θάνατός της είχε προέλθει από πυροβολισμό στο κεφάλι με τον 49χρονο σύζυγό της να υποστηρίζει ότι επρόκειτο για αυτοκτονία, στη συνέχεια όμως να οδηγείται σε δίκη με την κατηγορία ότι εκείνος τη σκότωσε.
Η υπόθεση εκδικάζεται μετά από έφεση που άσκησε ο εισαγγελέας Εφετών κατά της πρωτόδικης απόφασης του Μεικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Ρεθύμνου το οποίο είχε αθωώσει πρωτόδικα τον 49χρονο σύζυγό της.
Αργά το μεσημέρι το δικαστήριο διέκοψε την ακροαματική διαδικασία για το πρωί της ερχόμενης Δευτέρας 23 Μαίου, οπότε θα συνεχίσει με εξέταση μαρτύρων, απολογία του κατηγορούμενου, αγόρευση Εισαγγελέα και δικηγόρων και τέλος για την έκδοση της απόφασης.
Αδελφός 47χρονης: «Είμαι στεναχωρημένος με την αδερφή μου γιατί δεν μου άνοιξε την ψυχή της. Αν μου την άνοιγε ίσως να ζούσε σήμερα»
Πρώτος μάρτυρας κατέθεσε ο αδερφός της 47χρονης ο οποίος ανέφερε: «Είμαι μόνιμος κάτοικος Γερμανίας. 1-2 φορές ερχόμουν στην Ελλάδα. Είχαμε συχνή επαφή με την αδερφή μου. Δεν ξέρω αν είχε οικογενειακά προβλήματα. Τον τελευταίο καιρό η αδερφή μου ήταν «κουμπωμένη». Παντρεύτηκαν από έρωτα, χώρισαν και μετά τα ξαναβρήκαν. Οταν ξανασμίξανε, υπήρξαν περιστατικά από τα οποία αντιλήφθηκαμε ότι υπήρχε πρόβλημα στη σχέση τους. Από κοντά διαπιστώσαμε ότι είχαν μια τυπική σχέση. Πάντως δεν είδαμε να βιαιοπραγεί προς το θύμα. Την ημέρα του θανάτου μιλήσαμε με την αδερφή μου γύρω στις 8 το βράδυ. Σχεδιάζαμε τις διακοπές μας για να έρθουμε στην Ελλάδα τον Απρίλιο. Με ρώτησε η αδερφή μου αν μπορώ να πληρώσω την επισκευή του θερμοσίφωνα για να έχουμε ζεστό νερό όταν κατέβουμε. Εμείς δεχτήκαμε. Διαπιστώσαμε και σε άλλες περιπτώσεις ότι είχε οικονομικά προβλήματα. Διαπιστώσαμε ότι ο άνδρας της, της έπαιρνε τα χρήματα που πληρωνόταν από τη δουλειά της. Ο κατηγορούμενος μου είχε επίσης παραπονεθεί ότι είχε οικονομικά προβλήματα. Δούλευε σε διάφορες εργασίες.»
Ο αδερφός της τόνισε ότι της είχε πει να πάει στη Γερμανία. Να ξεκινήσει καινούρια ζωή. Μου είπε «όπου κι αν πάω θα με βρει» Ένιωθε ένα φόβο. Φοβόταν τον σύζυγό της.
Ως προς τον τρόπο με τον οποίο έμαθε ότι η αδερφή του είχε πεθάνει, είπε:
«Την επόμενη μέρα της 22ας Μαρτίου 2016 έμαθα ότι πέθανε. Με ενημέρωσε ο ξάδερφος μου. Δεν μου είπε ότι αυτοκτόνησε. Σκοτώθηκε. Δεν ήξερε και ο ίδιος. Δεν πήρα τον κατηγορούμενο τηλέφωνο. Δεν είχα τηλέφωνο του γαμπρού μου για να με ενημερώσει. Ήρθα κατευθείαν στην Ελλάδα.»
«Είμαι στεναχωρημένος με την αδερφή μου γιατί δεν μου άνοιξε την ψυχή της. Αν μου την άνοιγε ίσως να ζούσε σήμερα. Η αδερφή μου ήταν όμορφη γυναίκα αλλά την τελευταία φορά που την είδα ήταν εξαιρετικά γερασμένη. Επίσης τον τελευταίο καιρό είχε γίνει περισσότερο θρησκευόμενη.»
Ως προς το περιβάλλον του σπιτιού το χαρακτήρισε σαν σπίτι φρούριο.
Τι υποστηρίζει η υπεράσπιση κατηγορουμένου
H υπεράσπιση υποστήριξε ότι σημάδια πυρίτιδας βρέθηκαν μόνο στο θύμα και όχι στον κατηγορούμενο (ενώ η πολιτική αγωγή ανάφερε ότι βρέθηκε πυρίτιδα στον κατηγορούμενο παρά το γεγονός ότι σκουπίστηκε). Επίσης όπως αναφέρθηκε, ο ιατροδικαστής σύμφωνα με την υπεράσπιση δε βρήκε ίχνη πάλης, ούτε στο θύμα ούτε στον κατηγορούμενο.