Η μοναδική στιγμή που το βουνό μπαίνει μέσα στην κρυστάλλινη λίμνη και μαζί δημιουργούν ένα ονειρικό τοπίο μαγικού καθρέφτη για να σε «αιχμαλωτίσει» μια για πάντα μέσα του και να μην θέλεις ποτέ να ελευθερωθείς από τα μαγικά δεσμά του…
Δεν είναι άλλη από την λίμνη Κουρνά στην Γεωργιούπολη Χανίων με τα Λευκά Όρη να την περιβάλουν από την Νοτιοδυτική πλευρά της και να δημιουργούν μαζί εικόνες απερίγραπτης ομορφιάς λες και σταμάτησε ο χρόνος λες και βγήκαν από σπέσιαλ εφέ του κινηματογράφου λες και εκεί είναι η αρχή και το τέλος των πάντων…
Η λίμνη Κουρνά
Η λίμνη Κουρνά είναι η μοναδική φυσική λίμνη γλυκού νερού της Κρήτης.Αναφέρεται στην αρχαιότητα από τον Στέφανο τον Βυζάντιο με την ονομασία Κορήσια και φέρεται στην περιοχή να υπήρχε αρχαίος ναός που αποδιδόταν στην Κορήσια Αθηνάα και φαίνεται να ήταν αφιερωμένος στον Ίππο ή και στην Κόρη. Φέρεται ότι αυτά τα ονόματα έδωσαν το παλαιότερο τοπωνύμιο Ιπποκορώνα που αργότερα παραφράστηκε ως Αποκορώνα. Η αλλαγή της ονομασίας της λίμνης Κορησσία τοποθετείται κατά την περίοδο της Αραβοκρατίας στην Κρήτη, αλλά η προέλευση του ονόματος άλλοτε αποδίδεται σε αραβική λέξη που σημαίνει λίμνη ή λουτήρας και άλλοτε ως παράφραση της ελληνικής λέξης κρουνός.
Θέση και περιγραφή
Η λίμνη βρίσκεται στα όρια του δήμου Αποκορώνου στα ανατολικά του νομού Χανίων, κοντά στα όρια με τον νομό Ρεθύμνου και σε απόσταση 2.5 χλμ. από την θάλασσα. Απέχει 4 χλμ. περίπου από τον παραθαλάσσιο οικισμό Γεωργιούπολη και 2,5 χλμ. από τον ομώνυμο οικισμό Κουρνάς. Είναι τοποθετημένη στις βόρειες παρυφές των Λευκών Ορέων. Το ακριβές υψόμετρο και οι διαστάσεις της λίμνης μεταβάλλονται κατά την διάρκεια του έτους, αποκαλύπτοντας την αμμώδη όχθη της τους καλοκαιρινούς μήνες.
Η λίμνη έχει μέγιστο μήκος 1087 μέτρα και μέγιστο πλάτος 880 μέτρα. Έχει μέγιστη έκταση 579 στρεμμάτων, ενώ το μέγιστο βάθος της λίμνης είναι 22.5 μέτρα.[7] Η επιφάνεια της λίμνης βρίσκεται σε υψόμετρο 20 μέτρων από το επίπεδο της θάλασσας.[8] Η λίμνη θα λέγαμε ότι έχει σχήμα αχλαδιού με την απόφυσή του να καταλήγει σε τεχνητό φράγμα ελέγχου της ροής του ύδατος, που κατασκευάστηκε το 1962 από την Υπηρεσία Εγγείων Βελτιώσεων του Υπουργείου Γεωργίας.
Η λίμνη είναι τοποθετημένη σε ένα κοίλωμα που δημιουργήθηκε από καρστικό βύθισμα. Στα νερά της λίμνης υπάρχουν χέλια (anguilla anguilla)[7][9], ενώ φιλοξενεί σπάνια για την νήσο ψάρια, την αθερίνα (atherina boyeri) και τη ποταμοσαλιάρα (blennius fluviatilis). Τα τελευταία χρόνια έχει παρατηρηθεί η εμφάνιση ξενικού είδους ψαριού στα νερά της λίμνης, του κοινού χρυσόψαρου (carassius auratus) που αποδίδεται σε ανθρώπινη επέμβαση μεταβάλλοντας την οικολογική ισορροπία του οικοσυστήματος.[6] Άλλο ξενικό είδος είναι το κουνουπόψαρο (gambusia affinis), που εισήχθη για να καταπολεμηθούν τα κουνούπια. Τα χέλια είναι τα μοναδικά που σε μικρή ηλικία έρχονται για να μεγαλώσουν στη λίμνη.
Υπάρχουν επίσης ερπετά όπως τρανόσαυρες (lacerta trilineata trilineata), αγιόφιδα (telescopus fallax fallax) και ένα σπάνιο είδος δίχρωμης χελώνας (malaclemys terrapin). Στην ορνιθοπανίδα της λίμνης εντάσσονται κοινές πάπιες, βαλτόπαπιες (aythya nyroca), πορφυροτσικνιές (ardea purpurea), αργυροτσικνιές (egretta alba), νερόκοτες (gretta garzetta), φερεντίνια (netta rufina), χαλκόκοτες (plegadis falcinellus) και κορμοράνοι (phalacrocorax carbo). Η βλάστηση αποτελείται από ενδημικά φυτά της Κρήτης και της ανατολικής Μεσογείου, ενώ τα κοντινά υψώματα αποτελούνται από αραιή βλάστηση από πουρνάρια και φρύγανα.
Άποψη της λίμνης.
Η λίμνη τροφοδοτείται από δύο υπόγειες πηγές και την επιφανειακή απορροή, ενώ η πηγή Μάτι ή Αμάτι είναι ορατή στην υποχώρηση των υδάτων που παρατηρείται στην λίμνη τους καλοκαιρινούς μήνες. Η λίμνη είναι σημαντικός σταθμός για αποδημητικά πουλιά, έχει ενταχθεί στο δίκτυο Natura 2000 και αποτελεί προστατευόμενη Περιοχή Προστασίας Ορνιθοπανίδας. Η παρόχθια βλάστηση είναι σε καλή κατάσταση στην ανατολική και νότια όχθη. Ο όγκος του νερού το καλοκαίρι φτάνει τα 7.5 εκατομμύρια κυβικά μέτρα, ενώ τα νερά της καταλήγουν στο Κρητικό Πέλαγος, μέσω του ποταμού Δέλφινα ή Αλμυρός με μήκος 5 χλμ.
Τα σημαντικότερα προβλήματα που παρατηρούνται στην λίμνη είναι η συσσώρευση τουριστικών και οικιστικών δραστηριοτήτων, που επιδρούν στον υδροβιότοπο με απορρίμματα και λύματα. Η ποιότητα των νερών παραμένει κατάλληλη για κολύμπι. Η κατάσταση της λίμνης χαρακτηρίζεται γενικά ως καλή αλλά απειλείται με υποβάθμιση της περιβαλλοντικής αξίας της. Η εσφαλμένη κατασκευή του φράγματος που δεν επιτρέπει την ελεγχόμενη εκροή, οι αντλήσεις του νερού της λίμνης για την άρδευση ποτιστικών εκτάσεων, για τις ανάγκες ύδρευσης των οικισμών και οι αποθέσεις, έχουν μεταβάλλει σημαντικά τα ποσοτικά και βαθυμετρικά χαρακτηριστικά της λίμνης.