Σημαντικά είναι τα δεδομένα της νέας έκθεσης του ΟΟΣΑ αναφορικά με την επίπτωση του καρκίνου στην Ελλάδα, καθώς αναμένονται 62.500 νέες διαγνώσεις καρκίνου στη χώρα μας σύμφωνα με τα στοιχεία του 2020. Ο αριθμός αυτός αντιστοιχεί σε προτυπωμένο κατά ηλικία δείκτη επίπτωσης 526 νέων περιστατικών ανά 100.000 άτομα, ο οποίος είναι χαμηλότερος από τον μέσο όρο της Ε.Ε., με τον καρκίνο του πνεύμονα να αποτελεί την κύρια αιτία θανάτου από οποιονδήποτε άλλο τύπο καρκίνου. Ωστόσο, η μείωση της θνησιμότητας από καρκίνο ήταν βραδύτερη στην Ελλάδα απ’ ό,τι στην Ε.Ε. Συνολικά, ο καρκίνος στην Ελλάδα ευθυνόταν για έναν στους τέσσερις θανάτους το 2019.
Ο καρκίνος συγκαταλέγεται στις μη μεταδοτικές νόσους που επηρεάζονται περισσότερο κατά τη διάρκεια περιόδων ύφεσης. Στην Κρήτη, για παράδειγμα, τα στοιχεία του ΟΟΣΑ δείχνουν ότι η χρηματοπιστωτική κρίση οδήγησε σε σημαντική αύξηση του άχθους του καρκίνου του πνεύμονα και των συναφών παραγόντων κινδύνου, όπως το κάπνισμα και η ρύπανση του αέρα εσωτερικών και του αέρα εξωτερικών χώρων. Κατά τη διάρκεια της κρίσης διαγνώστηκαν με καρκίνο του πνεύμονα σε προχωρημένο στάδιο περισσότεροι ασθενείς απ’ ό,τι πριν από την κρίση. Η κατάσταση αυτή συνδέεται με την ανεπάρκεια των μηχανισμών έγκαιρης ανίχνευσης και την αύξηση των εμποδίων στην πρόσβαση.
Η “Νέα Κρήτη” επικοινώνησε με τον καθηγητή Κοινωνικής Ιατρικής-Προγραμματισμού Υγείας στο Τμήμα Ιατρικής του Πανεπιστημίου Κρήτης, Αναστάσιο Φιλαλήθη, ο οποίος αναφέρθηκε στην περίπτωση της Κρήτης λέγοντας: «Κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης, η χρηματοδότηση των υπηρεσιών υγείας είχε μειωθεί. Αυτό σημαίνει πως οι δημόσιες υπηρεσίες δεν μπόρεσαν να ανταποκριθούν στο έργο τους, παρά τις προσπάθειες των γιατρών και των άλλων υγειονομικών. Υπήρχε υπολειτουργία των υπηρεσιών και ο κόσμος που δεν μπορούσε να πληρώσει έπρεπε να αναζητήσει λύση στον ιδιωτικό τομέα. Κι εκεί όμως υπάρχει επιβάρυνση του πολίτη και δεν μπορούν να πληρώσουν όλοι οι πολίτες. Αποτέλεσμα είναι η αύξηση της θνησιμότητας, απ’ ό,τι φαίνεται, από τον καρκίνο του πνεύμονα. Αναφέρεται η Κρήτη γιατί υπάρχει μελέτη που αναδεικνύει το πρόβλημα. Το ίδιο πρόβλημα υπάρχει και στην υπόλοιπη Ελλάδα».
Δεν κόβουν το κάπνισμα
Από τους δείκτες του ΟΟΣΑ αποδεικνύεται πως ο καρκίνος του πνεύμονα (που προκαλείται από το κάπνισμα) είναι όχι μόνο η κύρια αιτία νόσησης, αλλά και θανάτου από οποιονδήποτε άλλο τύπο καρκίνου στη χώρα. Την ίδια στιγμή, άκρως ανησυχητική είναι και η εμμονή των Ελλήνων με το κάπνισμα, η οποία μας κατατάσσει στη δεύτερη χειρότερη θέση ανάμεσα στις χώρες της Ε.Ε., μετά τη Βουλγαρία.
Ο καρκίνος του πνεύμονα ήταν ο κύριος τύπος καρκίνου στους άνδρες (19%), ακολουθούμενος από τον καρκίνο του προστάτη (18%) και τον καρκίνο της ουροδόχου κύστης (14%). Ο καρκίνος του μαστού ήταν ο κύριος τύπος καρκίνου στις γυναίκες (29%), ακολουθούμενος από τον καρκίνο του παχέος εντέρου (12%) και τον καρκίνο του πνεύμονα (9%).
Σύμφωνα με τα συμπεράσματα του Οργανισμού, η σημερινή κυβέρνηση προσπάθησε τον Οκτώβριο του 2019 να ενισχύσει τις δράσεις κατά του καπνίσματος, με έμφαση στην απαγόρευση του καπνίσματος στους δημόσιους χώρους και στους χώρους εργασίας. Το σχέδιο για τον έλεγχο του καπνού ακολουθήθηκε από μέτρα επιβολής και κυρώσεις για την απαγόρευση του καπνίσματος σε ταξί, σε Ι.Χ. στα οποία επιβαίνουν παιδιά, σε υπαίθριους αθλητικούς χώρους και σε παιδικές χαρές, εστιατόρια και κέντρα διασκέδασης.
Ο κ. Φιλαλήθης τόνισε πως πρέπει να υπάρξει έντονος και συνεχής διάλογος γύρω από μια δέσμη πολιτικών που θα αφορούν την πρόληψη. Τέτοιος διάλογος μέχρι στιγμής, ωστόσο, δεν έχει υπάρξει.
«Τα μέτρα πρόληψης όσον αφορά το κάπνισμα δεν πάνε καλά. Έχουν ψηφιστεί αντικαπνιστικοί νόμοι τουλάχιστον 3-4 φορές, αλλά η εφαρμογή τους δεν είναι πλήρης. Πάντα υπάρχει χαλαρότητα σε αυτό το θέμα. Και δυστυχώς πληρώνουμε το τίμημα σε καρκίνο του πνεύμονα, αλλά και σε καρδιαγγειακά νοσήματα. Ο καρκίνος του παχέος εντέρου έχει άλλες παραμέτρους και αφορούν τη διατροφή. Το βασικό που λείπει στην Ελλάδα είναι μια πολιτική πρόληψης για όλα τα θέματα που αφορούν τον καρκίνο», ανέφερε.
Στο ερώτημα τι πρέπει να γίνει ώστε να περιοριστούν τα περιστατικά καρκίνου στον πνεύμονα, ο κ. Φιλαλήθης απάντησε: «Το σημαντικό είναι να εφαρμοστεί ο νόμος που ψηφίστηκε. Και να γίνουν όσο το δυνατόν πιο πολλοί έλεγχοι. Το νούμερο ένα είναι η εφαρμογή των μέτρων και να ενταθεί η καμπάνια ενημέρωσης. Πρέπει και ο κόσμος να αποδεχτεί πως το κάπνισμα είναι βλαβερό για την υγεία και να διακόψει το κάπνισμα. Εάν ρωτήσουμε τον μέσο πολίτη, θα μας πει πως γνωρίζει πως το κάπνισμα είναι βλαβερό για την υγεία αλλά δεν μπορεί να το διακόψει. Πρέπει να πειστεί ο κόσμος και να δημιουργηθούν αντικαπνιστικά ιατρεία που δίνουν θεραπεία για να βοηθηθούν οι καπνιστές. Χρειάζεται οι υπηρεσίες υγείας να επικεντρωθούν στο πρόβλημα και να υπάρξει καλύτερη ενημέρωση. Πρέπει ο κόσμος να πειστεί πως το κάπνισμα δε θα πρέπει να είναι ανεκτό σε μια παρέα. Δεν είναι μόνο οι καπνιστές, αλλά και οι παθητικοί καπνιστές που εισπράττουν το κάπνισμα».
Ο καρκίνος του πνεύμονα και ο καρκίνος του παχέος εντέρου συνιστούν τις κύριες αιτίες θανάτου από καρκίνο στην Ελλάδα.
Το 2019 ο καρκίνος του πνεύμονα ήταν η κύρια αιτία θανάτου στην Ελλάδα και ευθυνόταν για περίπου 59 θανάτους ανά 100 000 άτομα. Ο καρκίνος του μαστού ήταν ο κύριος τύπος καρκίνου στις γυναίκες (29%), ακολουθούμενος από τον καρκίνο του παχέος εντέρου (12%) και τον καρκίνο του πνεύμονα (9%). Τα νέα περιστατικά καρκίνου στους άνδρες αναμένεται να αυξηθούν κατά περίπου 20% κατά την περίοδο μεταξύ του 2020 και του 2040 (από 35.000 σε 44.000 περιστατικά) και κατά 12% στις γυναίκες (από 27.000 σε 30.000 περιστατικά), αντίστοιχα.
Σε σχέση με το μέσο όρο της Ευρώπης – Λιγότερα περιστατικά, περισσότεροι θάνατοι
Αν και υπάρχουν ζητήματα συλλογής στοιχείων στην Ελλάδα, σε απόλυτους αριθμούς το 2019 ένας στους τέσσερις θανάτους σχετιζόταν με τον καρκίνο (31.000 από τους 125.000 θανάτους). Προτυπωμένο κατά ηλικία, το συνολικό ποσοστό θνησιμότητας από καρκίνο στην Ελλάδα το 2019 ήταν 241 θάνατοι ανά 100.000 άτομα, τιμή που είναι ελαφρώς χαμηλότερη από τον μέσο όρο της Ε.Ε., o οποίος ανήλθε σε 247 ανά 100.000 άτομα. Ωστόσο, κατά την τελευταία δεκαετία η μείωση της θνησιμότητας από καρκίνο ήταν βραδύτερη στην Ελλάδα απ’ ό,τι στην Ε.Ε., ενώ η συνολική θνησιμότητα λόγω καρκίνου αυξήθηκε κατά τη διάρκεια της χρηματοπιστωτικής κρίσης.
Η ετήσια πιθανότητα πρόωρου θανάτου εξαιτίας οποιουδήποτε τύπου καρκίνου μειώθηκε οριακά από 7,6% το 2000 σε 7,5% το 2015, αλλά εκτιμάται ότι θα αυξηθεί σε σχεδόν 8% το 2030, ποσοστό που είναι πολύ υψηλότερο από το 5,1% του Στόχου Βιώσιμης Ανάπτυξης (ΣΒΑ) 3,41 (ΠΟΥ, 2020). Η αποφευκτή πρόωρη θνησιμότητα συνδέεται με σημαντικές διαρθρωτικές προκλήσεις, μεταξύ των οποίων ζητήματα που αφορούν το ανθρώπινο δυναμικό σε μονάδες διάγνωσης και θεραπείας, οι παρωχημένες υποδομές, ο κατακερματισμός των υπηρεσιών, η άνιση κατανομή των πόρων, η ανεπαρκής πρόληψη, η έλλειψη στρατηγικών και προγραμμάτων για τον προσυμπτωματικό έλεγχο και την έγκαιρη ανίχνευση του καρκίνου, καθώς και η αύξηση των παραγόντων κινδύνου στις πλέον ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού.
ΠΗΓΗ: neakriti.gr