Ζωή χαρισάμενη ζούσαν τα μέλη της συμμορίας που κατηγορούνται ότι εξαπατούσαν ηλικιωμένους και στην Κρήτη, καταφέρνοντας να “βάλουν στο χέρι” λεία που ξεπερνά σε αξία τα 1,3 εκατ. ευρώ.
Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση κάποιων εκ των μελών της ομάδας τα οποία, αδιαφορώντας προφανώς για τα αδιάκριτα μάτια των Αρχών, δεν δίσταζαν να δημοσιεύουν στα social media εικόνες και βίντεο από την καθημερινότητα και τις γιορτές που έκαναν κατά καιρούς στις πολυτελείς κατοικίες τους, επιδεικνύοντας με τον τρόπο αυτό τη χλιδή που απολάμβαναν από την… «εργασία» τους.
Ενδεικτικές είναι οι παρακάτω φωτογραφίες που προέρχονται από τα social media κάποιων εκ των κατηγορουμένων.
Από την έρευνα της ΕΛ.ΑΣ. προέκυψε πως η δράση των κατηγορουμένων εκτείνεται χρονικά τουλάχιστον από το 2006, δηλαδή εδώ και 17 χρόνια, ενώ σε βάρος των ηγετικών στελεχών έχουν σχηματιστεί κατά καιρούς δικογραφίες για παρόμοια αδικήματα με θύματα κυρίως ηλικιωμένους.
Bίντεο ντοκουμέντα από τη δράση τους
Ας πάμε όμως στους αριθμούς που προκαλούν σοκ. Από τα στοιχεία λοιπόν που συνέλλεξαν οι αστυνομικοί που ασχολήθηκαν με την υπόθεση προέκυψε πως, μόνο από τα μέσα του 2021, τα μέλη της συμμορίας έχουν διαπράξει τουλάχιστον 50 απάτες, 16 κλοπές, μία ληστεία, ενώ εμπλέκονται και σε 16 περιπτώσεις απάτης και κλοπής, μία περίπτωση απάτης και ληστείας, μία περίπτωση απόπειρα απάτης και κλοπής και 26 περιπτώσεις απόπειρας απάτης.
«Δικαιούστε επιστροφή φόρου»
Ως προς τον τρόπο δράσης της οργάνωσης, οι ερευνητές της ΕΛ.ΑΣ. κατάφεραν να σκιαγραφήσουν πλήρως την τακτική που ακολουθούσαν τα μέλη της κατόπιν επισταμένης έρευνας και παρακολουθήσεων. Όπως διακριβώθηκε λοιπόν, τα μέλη της συμμορίας προσέγγιζαν εν οδώ ηλικιωμένα άτομα, κυρίως γυναίκες, και, με ευγενικό και πράο ύφος, τους παρουσιάζονταν ως λογιστές και απεσταλμένοι συγγενών τους.
Ειδικότερα, τους έπειθαν ότι προκειμένου να περαιωθεί οικονομική υπόθεση ή να ληφθεί μεγάλο χρηματικό ποσό ως αποζημίωση ή ως επιστροφή από την Εφορία, θα έπρεπε πρώτα να τους παραδώσουν κάποιο χρηματικό ποσό ως παράβολο.
Μάλιστα για να κάμψουν τις όποιες αμφιβολίες δημιουργούνταν στα θύματα, οι δράστες προσποιούνταν ότι μιλούσαν τηλεφωνικά με κάποιο οικείο τους πρόσωπο, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις οι απατεώνες έδιναν ακόμη και το τηλέφωνο προκειμένου τα θύματα να συνομιλήσουν με τον υποτιθέμενο οικείο τους, τον ρόλο του οποίου βέβαια έπαιζε κάποιος συνεργός τους.
Αφού τα θύματα πείθονταν, τους ζητούσαν χρήματα και στη συνέχεια τους μετέφεραν είτε σε υποκαταστήματα τραπεζών για ανάληψη, είτε στα σπίτια τους όπου τα θύματα τους παρέδιδαν κοσμήματα ως ενέχυρο.
Με πρόφαση τη φωτογραφία
Σε αρκετές περιπτώσεις δε, όταν οι συνθήκες το απαιτούσαν, οι δράστες ζητούσαν από τα θύματα να τους παρουσιάσουν χρυσαφικά και κοσμήματα μόνο και μόνο με το πρόσχημα να τα φωτογραφήσουν. Στη συνέχεια, τους αποσπούσαν την προσοχή, άρπαζαν τα χρυσαφικά και εξαφανίζονταν.
Να σημειωθεί ότι όσο η απάτη βρισκόταν σε εξέλιξη, οι επιτήδειοι προσπαθούσαν με διάφορα τεχνάσματα να πείθουν τα θύματα να μην χρησιμοποιήσουν το κινητό τους τηλέφωνό με φόβο μην αποκαλυφθούν.
Τέλος, στις περιπτώσεις που τα θύματα εξέφραζαν αμφιβολίες ή ήταν επιφυλακτικοί, οι δράστες δεν δίσταζαν να χρησιμοποιήσουν σωματική βία προκειμένου να αποσπάσουν οτιδήποτε ήταν πολύτιμο και στη συνέχεια να τραπούν σε φυγή.