Πονοκέφαλο προκαλούν στους καταναλωτές οι δυσοίωνες προβλέψεις για περαιτέρω αυξήσεις στις τιμές του ελαιολάδου κατά τη νέα ελαιοκομική περίοδο.
Έρχονται χειρότερα
«Οι τιμές του ελαιολάδου που σήμερα έχουν εκτοξευθεί πραγματικά σε πάρα πολύ υψηλά επίπεδα κι ενδεχομένως να πάνε και σε ακόμα ψηλότερα οφείλονται σε δύο παράγοντες. Ο ένας είναι η μείωση της παραγωγής που έγινε στην Ισπανία κατά βάση και στις χώρες της Μεσογείου. Οταν η Ισπανία, που είναι ο μεγαλύτερος παραγωγός στη Μεσόγειο, παρήγαγε κάτω από το 50% της συνολικής του παραγωγής, δημιούργησε μεγάλο έλλειμμα στη συνολική αγορά, με αποτέλεσμα οι τιμές να εκτοξευθούν όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά σε όλο τον κόσμο», ανέφερε ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών Τυποποιήσεως Ελαιολάδου (ΣΕΒΙΤΕΛ), Κωνσταντίνος Κουτσιούμπης, σε εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε χθες για τις εξελίξεις στον κλάδο.
Αν και οι εκπρόσωποι του ελαιοκομικού τομέα δεν μπορούν να προβλέψουν το ύψος των ανατιμήσεων, υψηλόβαθμο στέλεχος μεγάλου συνεταιρισμού σημειώνει στον «Ε.Τ.» ότι οι τιμές παραγωγού τη νέα περίοδο, που ξεκινά σε έναν με δύο μήνες, θα ξεκινήσουν από διψήφιο νούμερο, δηλαδή τουλάχιστον 10 ευρώ το κιλό. Η ίδια πηγή, ωστόσο, επισημαίνει ότι στα σούπερ μάρκετ οι αυξήσεις θα είναι πιο συγκρατημένες, ώστε οι βιομηχανίες να διατηρήσουν σε ικανοποιητικά επίπεδα την κατανάλωση, η οποία έχει υποχωρήσει ήδη αισθητά.
Αποθέματα
Από την πλευρά τους, οι βιομηχανίες κάνουν λόγο για συμπίεση του περιθωρίου κέρδους τους, ενώ απαντούν στα σενάρια για αποθέματα ελαιολάδου που είχαν αγοράσει σε χαμηλότερες τιμές και που φέρεται να πωλούν ακριβότερα. «Η βιομηχανία δεν είναι δυνατόν να αγοράσει τα προϊόντα που χρειάζεται να τυποποιήσει τον Γενάρη, τον Φλεβάρη ή τον Δεκέμβρη. Τα αγοράζει σταδιακά όλο το χρόνο. Και κατά συνέπεια διαμορφώνει και τις τιμές όπως εξελίσσονται μέσα στο χρόνο. Οι τιμές, από την άλλη, εξελίσσονται με αυτό που συμβαίνει σε όλη την αγορά, κυρίως της Μεσογείου, αλλά και την παγκόσμια, επειδή είναι ένα προϊόν που η τιμή του διαμορφώνεται διεθνώς, όχι μόνο στην Ελλάδα», τόνισε χθες ο κ. Κουτσιούμπης.
Πρόσθεσε, δε, ότι σήμερα η βιομηχανία αγοράζει από 8,50-8,70 ευρώ το κιλό και ότι οι τιμές στα ράφια δεν ακολουθούν τις τιμές παραγωγού. «Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η βιομηχανία, αλλά και το λιανεμπόριο, τα σούπερ μάρκετ δηλαδή, έχουν συμπιέσει πάρα πολύ το περιθώριο κέρδους τους, για να μπορέσουμε να διαχειριστούμε αυτή την κατάσταση», υπογράμμισε.
Στο μεταξύ, σύμφωνα με ρεπορτάζ της ΕΡΤ3, μεγάλη αλυσίδα σούπερ μάρκετ έχει τοποθετήσει αντικλεπτικά στις συσκευασίες, όπως έγινε πριν λίγες ημέρες και στην Ισπανία. Σε επικοινωνία που είχε ο «Ε.Τ.» με στέλεχος της αλυσίδας, ανέφερε ότι δεν πρόκειται για μια κεντρική πολιτική της εταιρίας που θα εφαρμοστεί σε όλα τα καταστήματα, παρά μόνο σε όσα καταγράφονται συχνά φαινόμενα κλοπής.
ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Μειωμένη έως 43% η φετινή παραγωγή
Η μείωση της παραγωγής σε ποσοστό έως και 43% που αναμένεται για τη νέα ελαιοκομική περίοδο 2023-2024 θα ωθήσει εκ νέου τις τιμές προς τα πάνω.
«Η προηγούμενη χρονιά ήταν μια καλή ποσοτικά χρονιά για την Ελλάδα. Υπολογίζουμε ότι παρήχθησαν περίπου 280.000-320.000 τόνοι ελαιόλαδο. Την τρέχουσα χρονιά περιμένουμε μια χαμηλότερη παραγωγή, 180.000-200.000 τόνους. Και ίσως οι 180.000 τόνοι, μετά τις τελευταίες καταστροφές, αποδειχτούν ότι είναι κι ένα αισιόδοξο νούμερο», δήλωσε χαρακτηριστικά ο γενικός γραμματέας του ΣΕΒΙΤΕΛ, Κωνσταντίνος Αντωνόπουλος. Οπως εξήγησε, οι εκτιμήσεις αυτές βασίζονται στην ακαρπία, αλλά και στους καρπούς που χάθηκαν κατά την περίοδο της ανθοφορίας λόγω των κλιματικών συνθηκών που επικράτησαν μέχρι την άνοιξη. Ωστόσο, παρά τις αντίξοες συνθήκες που διαμορφώνονται, είναι θετικό το γεγονός ότι οι ελαιοπαραγωγοί δεν έχουν να αντιμετωπίσουν και την προσβολή από δάκο. «Αν και έχουμε μπροστά μας ακόμα 1-2 μήνες μέχρι τη συγκομιδή», επεσήμανε ο κ. Αντωνόπουλος.
Σε παγκόσμιο επίπεδο πάντως, η παραγωγή φέτος εκτιμάται ότι θα υποχωρήσει κατά 31%, στους 2,4 εκατ. τόνους, από 3, 5 εκατ. τόνους πέρυσι, ενώ η κατανάλωση παραμένει υψηλή, στους 3 εκατ. τόνους, δημιουργώντας ένα έλλειμμα 600.000 τόνων. Σε κάθε περίπτωση, εκπρόσωποι της αγοράς διαβεβαιώνουν ότι δεν θα υπάρξουν ελλείψεις ελαιολάδου στην Ελλάδα.