«Λόγω της δημιουργηθείσης εκρύθμου καταστάσεως, από του μεσονυκτίου, ο Στρατός ανέλαβε την διακυβέρνηση της χώρας. Εντός ολίγου θα μεταδοθεί διάγγελμα του αρχηγού των Ενόπλων Δυνάμεων»
Αυτή ήταν η πρώτη αναγγελία του Εθνικού Ιδρύματος Ραδιοφωνίας (ΕΙΡ), ακριβώς πριν από 56 χρόνια, στις 06:30 περίπου το πρωί της Παρασκευής της 21ης Απριλίου 1967, για όσα συνέβαιναν στην πρωτεύουσα, αλλά και σε ολόκληρη τη χώρα. Η Δικτατορία καταλάμβανε την εξουσία και κατέλυε το Σύνταγμα.
Ξημερώματα Παρασκευής, 21 Απριλίου 1967. Παραμονή Σαββάτου του Λαζάρου. Παράξενη κινητικότητα στους δρόμους της Αθήνας. Ομάδες στρατιωτών ξεχύνονται στην «καρδιά» της πόλης με τζιπ και στρατιωτικά φορτηγά. Σε λίγο ακούγονται ερπύστριες. Τανκς πλησιάζουν το κέντρο από τα βόρεια και τα βορειοανατολικά. Προσεκτικοί παρατηρητές εντοπίζουν σε μερικά από τα άρματα ομοιότητες με εκείνα που λίγες εβδομάδες νωρίτερα είχαν κατηφορίσει από τη βόρεια Ελλάδα για την παρέλαση της 25ης Μαρτίου. Είναι τα ίδια. Μετά την παρέλαση, δηλώθηκαν ως «έχοντα υποστεί βλάβη» και για την… επισκευή τους μεταφέρθηκαν στο κέντρο τεθωρακισμένων στου Γουδή, όπου επικεφαλής ήταν ο ταξίαρχος Στυλιανός Παττακός.
Οι εντολές που φέρουν από τον διοικητή τους οι χειριστές των αρμάτων είναι σαφείς: «καταλάβατε τα κυβερνητικά κτήρια, Πεντάγωνο, ραδιόφωνο, ΟΤΕ, Βουλή». Σημαντική δύναμη ελαφρών αρμάτων κυκλώνει τα ανάκτορα στο Τατόι και το αεροδρόμιο. Αλλά, από τη 13:30, πριν ακόμη ξεχυθούν τα άρματα στους δρόμους, έχουν ξεκινήσει οι συλλήψεις. Στις 14:00 οι ερπύστριες βγαίνουν από τα στρατόπεδα.
Μέσα σε μία ώρα, οι άνδρες της Στρατιωτικής Αστυνομίας συλλαμβάνουν τον πρωθυπουργό Κανελλόπουλο, τον Παπαληγούρα, τον αρχηγό της Ένωσης Κέντρου, Γ. Παπανδρέου, τον γιο του, Ανδρέα, τον Αλευρά, τον Ηλιού και πολλά άλλα πρόσωπα της πολιτικής ζωής και της διανόησης, τον αρχηγό της Αστυνομίας Πόλεων και αρκετούς ανώτατους αξιωματικούς των Ενόπλων Δυνάμεων, μεταξύ αυτών τους αρχηγούς ΓΕΝ, ΓΕΑ και ΓΕΣ, αντιναύαρχο Εγκολφόπουλο, αντιπτέραρχο Αντωνάκο και αντιστράτηγο Σπαντιδάκη αντίστοιχα.
Η Δημοκρατία είχε καταλυθεί και τη διακυβέρνηση της χώρας είχε αναλάβει ο στρατός.
Ένα δεύτερο ραδιοφωνικό διάγγελμα ενημέρωνε τον ελληνικό λαό για την επιβολή γενικής απαγόρευσης της κυκλοφορίας, καθώς και για την αναστολή μιας μακράς σειράς άρθρων του Συντάγματος, τα άρθρα 5, 6, 8, 10, 11, 12, 14, 18, 20, 95 και 97 «λόγω της εκδήλου απειλής κατά της δημοσίας τάξεως και ασφαλείας της χώρας εξ εσωτερικών κινδύνων». Οι κεντρικοί δρόμοι είναι κλειστοί, η Βουλή και άλλα κτίρια υπουργείων και υπηρεσιών είναι περικυκλωμένα από άρματα μάχης.
Υπαίτιοι και επικεφαλής του πραξικοπήματος ήταν τρεις επίορκοι αξιωματικοί του Στρατού: οι Συνταγματάρχες Γεώργιος Παπαδόπουλος, Νικόλαος Μακαρέζος και ο Ταξίαρχος Στυλιανός Παττακός.
Αυτοί και οι έμπιστοί τους, έχοντας από καιρό αποκτήσει τον έλεγχο σημαντικών μονάδων της Αττικής, κατάφεραν να συλλάβουν μία χώρα κυριολεκτικά κοιμώμενη.
Η Ελλάδα από την 21η Απριλίου 1967, μπήκε στο “γύψο”, κατά την έκφραση του Παπαδόπουλου, για 7 χρόνια, 3 μήνες και 3 μέρες.
Η Δικτατορία κατέρρευσε σαν χάρτινος πύργος στις 23 Ιουλίου 1974, μετά το εγκληματικό πραξικόπημα στην Κύπρο και την τουρκική εισβολή στη Μεγαλόνησο.
Η κατάργηση των στοιχειωδών ελευθεριών, οι φυλακές, οι εξορίες και τα βασανιστήρια, οι δολοφονίες των αντιπάλων του καθεστώτος, ο πνευματικός και πολιτιστικός μεσαίωνας, αλλά και η Κυπριακή τραγωδία, καταγράφουν τη Χούντα των Συνταγματαρχών, ως μία από τις μελανότερες στιγμές της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας.