Δύο αναβαθμισμένα F-16 Viper παρέδωσε χθες η ΕΑΒ στην Πολεμική Αεροπορία και ακόμη ένα ξεκινά σήμερα πτητικές δοκιμές προκειμένου να αποδοθεί μέχρι τα τέλη του μήνα. Το σχέδιο που εφαρμόζει εδώ και λίγους μήνες η εταιρεία για την ολική επαναφορά του προγράμματος φαίνεται πως αποδίδει καρπούς. Στελέχη της ΕΑΒ μάλιστα εκτιμούν ότι η υπέρβαση μπορεί να γίνει ακόμη και εντός του 2024, με την απόδοση ενός επιπλέον Viper, φτάνοντας συνολικά τα 16 μαχητικά για φέτος, όπως μεταφέρει η kathimerini.gr.
Ηδη δρομολογείται η ενίσχυση του προσωπικού της ΕΑΒ με την πρόσληψη νέων εξειδικευμένων τεχνιτών ώστε να επιτευχθεί ο μέγιστος ρυθμός παραγωγής 18 μαχητικών ανά έτος και το πρόγραμμα να ολοκληρωθεί το 2027 χωρίς καθυστερήσεις. Πηγές της εταιρείας αναφέρουν ότι μέχρι στιγμής έχει αναβαθμιστεί περίπου το 1/3 του στόλου, με τον χρόνο που απαιτείται για κάθε αεροσκάφος, όμως, να μειώνεται πλέον σημαντικά.
Τα δύο αναβαθμισμένα F-16 Viper, ένα μονοθέσιο και ένα διθέσιο, απογειώθηκαν λίγο μετά τη μία το μεσημέρι από την 114 Πτέρυγα Μάχης της Τανάγρας, αφού ολοκλήρωσαν όλες τις απαραίτητες δοκιμές στις εγκαταστάσεις της ΕΑΒ. Υστερα από ένα σχετικά σύντομο ταξίδι, έφτασαν στην Κρήτη προκειμένου να ενταχθούν στη δύναμη της 340 Μοίρας «Αλεπού». Το τρίτο μαχητικό που θα αποδοθεί εντός Σεπτεμβρίου θα είναι το τελευταίο που θα πετάξει για Κρήτη, καθώς ολοκληρώνονται οι παραλαβές των δύο πολεμικών μοιρών της 115 Πτέρυγας Μάχης, 343 «Αστέρι» και 340 «Αλεπού», με έκαστη να διαθέτει από 13 αναβαθμισμένα F-16. Σειρά παίρνει η 337 μοίρα «Φάντασμα» της Λάρισας, η οποία θα ξεκινήσει να παραλαμβάνει τα αεροσκάφη της τον προσεχή Οκτώβριο και ακολουθούν οι δύο πολεμικές μοίρες του Αράξου, η 335 «Τίγρης» και η 336 «Ολυμπος».
Μέχρι σήμερα, οι χειριστές των F-16 Viper έχουν γράψει εκατοντάδες ώρες πτήσης και συμμετέχουν, σύμφωνα με τον προγραμματισμό του Αρχηγείου Τακτικής Αεροπορίας, σε εκπαιδευτικές δραστηριότητες εντός αλλά και εκτός συνόρων, συγκεντρώνοντας πολύτιμα δεδομένα για τα νέα ηλεκτρονικά συστήματα του αεροσκάφους. Πιλότοι των συγκεκριμένων μαχητικών μεταφέρουν στην «Κ» ότι τα αναβαθμισμένα F-16 έχουν βελτιωμένα πτητικά χαρακτηριστικά αλλά η μεγάλη διαφορά σε σχέση με τους προκατόχους τους είναι το ραντάρ ηλεκτρονικής σάρωσης AESA, ανάλογων δυνατοτήτων με τα ραντάρ των αεροσκαφών 5ης γενιάς αλλά και το προηγμένο σύστημα ζεύξης (datalink) που επιτρέπει την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των μαχητικών.
Σύστημα αυτοπροστασίας
Στο αεροπορικό επιτελείο, ωστόσο, γνωρίζουν ότι αργά ή γρήγορα η Πολεμική Αεροπορία θα πρέπει να προμηθευτεί νέο σύστημα αυτοπροστασίας για τα F-16 Viper, καθώς το APSIS II φαίνεται να μην είναι απολύτως συμβατό με τα συστήματα που έχουν εγκατασταθεί στο αεροσκάφος, όπως το ραντάρ AESA. Το ζήτημα δεν ανέκυψε τώρα, καθώς σύμφωνα με πληροφορίες, προβλήματα συμβατότητας είχαν εντοπιστεί και με παλαιότερες εκδόσεις των F-16, με τους χειριστές συχνά να απενεργοποιούν ορισμένες από τις αυτόματες λειτουργίες του ASPIS.
Η εξέλιξη του ηλεκτρονικού πολέμου και οι νέες τεχνολογίες στα αντιαεροπορικά όπλα οδηγούν στην ανάγκη εγκατάστασης νέων «ασπίδων» για τα ελληνικά Viper. Το επιτελείο βρίσκεται ήδη σε αναζήτηση μίας ολοκληρωμένης σουίτας που θα περιλαμβάνει δέκτες εντοπισμού εχθρικών εκπομπών ραντάρ ή λέιζερ, σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης για εχθρικά βλήματα, αντίμετρα, σύστημα παρεμβολών κ.ά., ώστε τα F-16 να είναι θωρακισμένα απέναντι σε σύγχρονες απειλές.
Σύμφωνα με πληροφορίες, τρεις εταιρείες έχουν παρουσιάσει ήδη τις προτάσεις τους, ωστόσο, πηγές της Πολεμικής Αεροπορίας ξεκαθαρίζουν ότι δεν επιθυμούν η Ελλάδα να είναι ο πρώτος χρήστης των νέων συστημάτων και άρα να επιβαρυνθεί με το κόστος έρευνας και ανάπτυξης. Αλλωστε, τα τελευταία χρόνια η Πολεμική Αεροπορία απολαμβάνει τη μερίδα του λέοντος στα εξοπλιστικά προγράμματα με την αναβάθμιση των F-16 Viper, την απόκτηση των Rafale και την αγορά των F-35, με τις ίδιες πηγές να επισημαίνουν πως πρέπει να υπάρχει αναλογικότητα και με τους άλλους κλάδους των Ενόπλων Δυνάμεων.
Με άλλα λόγια, αν και το ΓΕΑ προετοιμάζει την εισήγησή του για νέο σύστημα αυτοπροστασίας, όπως, άλλωστε, κάνει για τα νέα όπλα και τα ατρακτίδια (targeting pods) που θα «ξεκλειδώσουν» τις επιπλέον δυνατότητες των αναβαθμισμένων μαχητικών, ο ορίζοντας υλοποίησης αυτών των προγραμμάτων τοποθετείται στα τέλη της δεκαετίας ή στις αρχές της επόμενης καθώς φαίνεται να προτεραιοποιούνται άλλες, εξίσου ανελαστικές, ανάγκες.