Αγωνιούν οι Κρητικοί γονείς για τους διαδικτυακούς κινδύνους με τους οποίους βρίσκονται αντιμέτωπα τα παιδιά τους, όμως την ίδια στιγμή και εκείνοι, όπως συμβαίνει πανελλαδικά αλλά και σε παγκόσμιο επίπεδο, είναι οι ίδιοι που τους δίνουν στα χέρια τις “έξυπνες” λεγόμενες συσκευές, για να περιορίσουν, όσο και αν “ακούγεται” οξύμωρο, τις άλλες ανησυχίες τους, καθησυχασμένοι αυτή τη φορά ότι μπορούν να έχουν ανά πάσα στιγμή επικοινωνία μαζί τους…
Μέσω τηλεφώνου βεβαίως ή ίντερνετ οι περισσότεροι, καθότι η ουσιαστική καθημερινή επικοινωνία μεταξύ γονιών και παιδιών μοιάζει με ένα παλιό ξεχασμένο πια παραμύθι σαν εκείνα που ελάχιστοι πια ανασύρουν από τη λήθη…
Σημεία των καιρών που αφήνουν καθημερινά το στίγμα τους στη διαμόρφωση του χαρακτήρα και των συνηθειών και των νεαρών Κρητικών, δημιουργώντας παγίδες και κακοτοπιές που ξεκινούν από διαταραχές στον ύπνο και την ψυχολογική διάθεση, και φτάνουν ως τον εθισμό στο διαδίκτυο και βεβαίως τις μύριες όσες απειλές από “τέρατα” που κρύβονται στον ψηφιακό κόσμο.
Πρόκειται για μια σύγχρονη απειλή που προσλαμβάνει ολοένα και μεγαλύτερες διαστάσεις και στο νησί μας, όπως εξηγεί στην εφημερίδα “Νέα Κρήτη” η ψυχολόγος MSc και ψυχοθεραπεύτρια κ. Χριστίνα Κουμαρέλα, η οποία έχει διαπιστώσει πολλά περιστατικά σε κρητικές οικογένειες, που ξεκινούν από απλές διαταραχές και φτάνουν έως τον εθισμό. Αν και δεν υπάρχουν εστιασμένα στην Κρήτη στατιστικά στοιχεία, η καθημερινή εμπειρία και η επαφή με γονείς καταδεικνύουν αυτή την πραγματικότητα… ανθρώπων που ζουν με την αγωνία για το πόσο ευάλωτα είναι τα παιδιά τους μέσα στον ψηφιακό κόσμο όπου μπαίνουν από μικρά.
Η πορεία είναι αυξητική σχεδόν σε όλες τις ηλικίες. Σύμφωνα με την εικόνα που δίνουν οι στατιστικές και η οποία περιγράφει την κατάσταση και στην Κρήτη, καταγράφεται ανοδική πορεία στη χρήση του διαδικτύου ειδικά από τους έφηβους, ενώ σε μικρότερες ηλικίες αντιστοιχεί σε εκείνη που υπήρχε για τους έφηβους πριν από μια πενταετία. Ιδιαίτερα εντυπωσιακό είναι το γεγονός ότι παρουσιάζεται αυξητική πορεία και στην κατοχή κινητών τηλεφώνων σε ηλικίες μεταξύ 6 και 12 ετών, όπου μάλιστα ένα στα πέντε παιδιά αυτής της ομάδας έχει μαζί του μια “έξυπνη” συσκευή. Από δε την ηλικία των 10 ετών και άνω το ποσοστό αυτό εκτινάσσεται στο εντυπωσιακό 39%. Και αυτό το στοιχείο έχει ακόμα μεγαλύτερη αξία αν συνυπολογίσει κανείς ότι η Ελλάδα δεν έχει υψηλή θέση – στατιστικά τουλάχιστον – στη λίστα των χωρών που κάνουν μεγάλη χρήση του διαδικτύου. Παρ’ όλα αυτά, παιδιά και νέοι είναι από μικροί στον ψηφιακό κόσμο, ενώ η χώρα έχει δυσανάλογα μεγάλο μερίδιο στο βαρύ φορτίο εκείνων που αντιμετωπίζουν προβλήματα από τη χρήση του ίντερνετ.
Η καθημερινή επαφή της κ. Κουμαρέλα με γονείς την οδηγεί στο να καταγράψει όχι μόνο την έντονη και βάσιμη ανησυχία τους για το τι είδους χρήση του διαδικτύου κάνουν τα παιδιά τους, πρώτιστα μέσω των σελίδων κοινωνικής δικτύωσης, αλλά κυρίως το ότι αγνοούν πώς να χειριστούν αποτελεσματικά το όλο θέμα. Είναι πολλές οι φορές που ζητούν βοήθεια για τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να καθοδηγήσουν σωστά τα παιδιά τους, πόσω μάλλον όταν διαβάζουν στατιστικές που δείχνουν ότι τέσσερα στα δέκα παιδιά έχουν έρθει αντιμέτωπα με διαδικτυακούς κινδύνους και ταυτόχρονα βλέπουν αντίστοιχα περιστατικά να κυριαρχούν στην καθημερινότητα μέσα από την ειδησεογραφία.
Σύμφωνα με την ψυχολόγο-ψυχοθεραπεύτρια κ. Χριστίνα Κουμαρέλα, οι πιο ευάλωτες ηλικίες είναι εκείνες που φτάνουν ως την εφηβεία, με τη γονική καθοδήγηση να έχει καθοριστικό ρόλο. Και οι γονείς, ειδικά εκείνοι που διακρίνουν τα πρώτα ανησυχητικά σημάδια, χάνουν τον ύπνο τους με τη νέα πραγματικότητα με την οποία έρχονται αντιμέτωποι, χωρίς να έχουν τα εφόδια να την αντιμετωπίσουν κατάματα. Όσο για τα σημάδια που πρέπει να κινητοποιήσουν τους γονείς, αυτά είναι κυρίως η πολύωρη ενασχόληση με το διαδίκτυο ή με βιντεοπαιχνίδια, η απροθυμία να πάνε σχολείο ή να διαβάσουν και η μοναξιά, που αποτελούν από τις πρώτες ενδείξεις εθισμού.
Από τα «παραμύθια» στους «ψηφιακούς εφιάλτες»
Μια φορά και έναν καιρό, όπως ξεκινούσαν και τα παραμύθια, οι γονείς πριν καληνυχτίσουν τα παιδιά τους διάβαζαν στα μικρότερα και από ένα κλασικό παραμύθι, ώστε να χαλαρώσουν και να αφεθούν στην “αγκαλιά του Μορφέα”. Μόνο που οι καιροί έχουν αλλάξει και τη θέση των παραμυθιών, στην πλειονότητα των περιπτώσεων, έχει πάρει είτε ο υπολογιστής, είτε το κινητό τηλέφωνο είτε το τάμπλετ, στα οποία καταφεύγουν οι μικροί ήδη από τα γεννοφάσκια τους και “κλείνονται” πολλές ώρες ακόμα και πριν κλείσουν τον κύκλο τής μιας μέρας για να ανοίξουν εκείνο της επόμενης, ξενυχτώντας πάνω σε τηλέφωνα και υπολογιστές. Οι γονείς προτιμούν να τα αφήσουν στις οθόνες έως ότου τα πάρει ο ύπνος λησμονώντας πόσο μεγάλοι είναι οι κίνδυνοι που καιροφυλακτούν. Και ταυτόχρονα χρησιμοποιούν για μικρότερες ηλικίες το τηλέφωνο ή άλλες παρόμοιες συσκευές σε ρόλο… babysitter. Όμως αγνοούν ή παραβλέπουν πως, όταν δίνεις σε ένα παιδί κάτι τέτοιο για να το απασχολήσεις, στην πραγματικότητα αυξάνεις τον χρόνο που περνάει στο διαδίκτυο, ενώ αυξάνεται παράλληλα και η πιθανότητα να το χρησιμοποιούν εκτός σπιτιού. Και όλο αυτό σε βάρος του διαθέσιμου χρόνου που θα έπρεπε να αφιερώνεται στη σχέση μεταξύ παιδιών και γονιών, με αποτέλεσμα να χάνεται το “δέσιμο” που θα όφειλαν να έχουν οι οικογένειες μεταξύ τους.