ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ

Τουρισμός: Πού «ποντάρει» η Ελλάδα μετά τις συνέπειες του κορωνοϊού

Συγκριτικό πλεονέκτημα δίνει στην Ελλάδα έναντι των ανταγωνιστριών τουριστικά χωρών η έως τώρα διαχείριση της πανδημίας του κορωνοϊού τόσο σε επίπεδο κρουσμάτων όσο και θυμάτων, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι ο κλάδος του τουρισμού δεν θα επωμιστεί τουλάχιστον ένα καταστροφικό τρίμηνο.

Παράλληλα άγνωστο παραμένει το πότε θα αρχίσει η άρση των μέτρων με αποτέλεσμα να μην είναι προβλέψιμες οι συνέπειες και για το τρίτο τρίμηνο της χρονιάς που μαζί με το δεύτερο αποτελούν και τα πλέον κρίσιμα και σημαντικά του έτους σε επίπεδο εσόδων.

Την ίδια στιγμή παράθυρο ελπίδας για τη περίοδο από τον Σεπτέμβριο και μετά ανοίγει το γεγονός ότι παρά τη σφοδρότητα της πανδημίας και την πρωτοφανή αυστηρότητα των μέτρων που ελήφθησαν διεθνώς, η διάθεση για ταξίδια δεν έχει εκλείψει και πολλοί είναι διατεθειμένοι να επιστρέψουν σε αυτά αμέσως μόλις ομαλοποιηθεί η κατάσταση. Βεβαίως ο τουριστικός κλάδος που μαζί με τις αερομεταφορές είναι από τους πρώτους που επλήγησαν θα εξακολουθήσει να δοκιμάζεται σκληρά.

Τα στοιχεία προκύπτουν από τη μελέτη του Ινστιτούτου του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΙΝΣΕΤΕ), η οποία δημοσιοποιήθηκε σήμερα και έχει τίτλο «H πανδημία του COVID-19 και ο ελληνικός τουρισμός».

Όπως προκύπτει από τη μελέτη, η διάρκεια και το βάθος της τουριστικής κάμψης το 2020 δεν μπορεί να προβλεφθεί καθώς εξαρτάται από μια σειρά παραγόντων που στην παρούσα φάση είναι αδύνατον να εκτιμηθούν ποσοτικά:

*Πρωτίστως από το πότε θα αντιμετωπιστεί η πανδημία από ιατρικής άποψης (θεραπεία ή/και εμβόλιο) σε επαρκή βαθμό ώστε οι πολίτες ανά τον κόσμο να αισθανθούν ξανά ασφαλείς να ταξιδέψουν.

*Από την διάθεση των πολιτών στις χώρες – αγορές μας να ταξιδέψουν και το διαθέσιμο εισόδημά τους, αλλά και τις δυνατότητες που θα έχουν να πάρουν καλοκαιρινή άδεια από τους οργανισμούς / επιχειρήσεις που εργάζονται ή – για τους αυτοαπασχολούμενους – να σταματήσουν την εργασία τους.

*Την άρση των ταξιδιωτικών περιορισμών τόσο στον εξερχόμενο τουρισμό από τις χώρες – αγορές μας όσο και στον εισερχόμενο τουρισμό στην Ελλάδα,

*Τυχόν χρεοκοπίες που εν τω μεταξύ θα έχουν επέλθει στην αλυσίδα παραγωγής της ταξιδιωτικής εμπειρίας (αεροπορικές εταιρείες, tour operators, ξενοδοχεία κλπ.),

*Την αποκατάσταση των αεροπορικών συνδέσεων,

*Την εικόνα που θα έχει δημιουργήσει η κάθε χώρα για τον τρόπο που αντιμετώπισε την πανδημία και την συγκριτική της εικόνα με τους κύριους ανταγωνιστικούς προορισμούς, ιδιαίτερα ως προς το πόσο ασφαλείς θα αισθάνονται οι τουρίστες.

Όπως προκύπτει από τα έως τώρα δεδομένα, σε επιδημιολογικό επίπεδο, η μέχρι στιγμής εξέλιξη στην Ελλάδα είναι πολύ καλύτερη απ’ ό,τι στους βασικούς ανταγωνιστές της στον τουρισμό, όπως είναι η Ισπανία, η Πορτογαλία, η Γαλλία και η Ιταλία.

Αξίζει να σημειωθεί ότι σε παγκόσμιες κρίσεις του τουρισμού τις τελευταίες δύο δεκαετίες, η ανάκαμψη ξεκίνησε την αμέσως επόμενη χρονιά. Όμως η ανάκαμψη των εσόδων ήταν βραδύτερη από την ανάκαμψη των αφίξεων.

Επιπλέον η ανάκαμψη που, κάποια στιγμή, θα έρθει στον παγκόσμιο τουρισμό, δεν αναμένεται να είναι ισοκατανεμημένη, ούτε γεωγραφικά, ούτε μεταξύ των διαφόρων κλάδων. Επίσης, η διάρκεια της κρίσης δεν είναι δυνατόν να προσδιοριστεί με ακρίβεια βάσει των προηγούμενων κρίσεων, πόσο μάλλον η παρούσα που έχει πολύ ιδιαίτερα χαρακτηριστικά.

Στα θετικά στοιχεία για την ανάκαμψη από την κρίση, περιλαμβάνεται η διατήρηση της επιθυμίας των πολιτών να ταξιδέψουν, όταν οι υγειονομικές κατά κύριο λόγο συνθήκες το επιτρέψουν.

Φαίνεται ότι οι ακυρώσεις για τους μακρινούς μήνες έγιναν κυρίως την πρώτη εβδομάδα ενώ για τους κοντινούς μήνες αυξάνονται κάθε βδομάδα. Ως εκ τούτου προκύπτει πως η ζήτηση παραμένει σε μεγάλο βαθμό και αναμένει τις εξελίξεις. Την ίδια στιγμή διεθνή στοιχεία αναζητήσεων καταδεικνύουν ότι ο κόσμος εξακολουθεί να ονειρεύεται ταξίδια για την (προσδοκώμενη) περίοδο μετά την πανδημία.

Μεγάλοι tour operators δέχονται ήδη κρατήσεις για το 2021, ενώ όσοι κάνουν κράτηση στην TUI μεταξύ Μαΐου 2020 και Απριλίου 2021 θα λάβουν έκπτωση έως και 100 ευρώ ανά άτομο.

Θετικό κρίνεται επίσης το γεγονός ότι με βάση τη μέχρι στιγμής συγκριτική εξέλιξη της πανδημίας στη χώρα, η Ελλάδα έχει ενδεχομένως τη δυνατότητα να βελτιώσει τη συγκριτική της θέση και ενδεχομένως να ανακάμψει κάπως ταχύτερα από άλλες αγορές. Σε κάθε περίπτωση όμως, οι απώλειες τουριστικών εσόδων το 2020 θα είναι εκτεταμένες δεδομένης της κατανομής τους ανά τρίμηνο (Q1: 4%, Q2: 26%, Q3: 59%, Q4:11%, βάσει στοιχείων Έρευνας Συνόρων 2019) και δεδομένου ότι το 2ο τρίμηνο έχει ουσιαστικά ήδη χαθεί, ενώ είναι ακόμα αβέβαιο πότε θα λήξουν τα έκτακτα μέτρα τόσο στην Ελλάδα όσο και στις αγορές της, αλλά και με τί ρυθμούς θα ανακάμψουν οι τελευταίες.

Οι μελετητές επισημαίνουν ότι για την ανάκαμψη είναι απαραίτητο να διαφυλαχθεί το «brand Ελλάδα» δεδομένου ότι ελήφθησαν εγκαίρως όλα τα απαραίτητα μέτρα για τον περιορισμό της εξάπλωσης του ιού και έως σήμερα η χώρα «έχει δείξει εικόνα υπευθυνότητας και σοβαρότητας στο ευρωπαϊκό και διεθνές περιβάλλον, κάτι που μελλοντικά θα το «εισπράξει», εφόσον συνεχίσει να κινείται με τον ίδιο ρυθμό βάσει σχεδίου».

Ένα ακόμα θετικό γνώρισμα της ελληνικής τουριστικής πραγματικότητας είναι η μεγάλη διασπορά της πελατειακής βάσης του ελληνικού προορισμού, η οποία αποτελεί άλλο ένα πλεονέκτημα που της δίνει τη δυνατότητα να αξιοποιήσει τις διάφορες αγορές, καθώς θα επανακάμπτουν, ακόμα κι αν αυτές δεν συμπεριλαμβάνονται στις παραδοσιακές μας αγορές.

«Η διαφαινόμενη ανάκαμψη της Ασίας και ιδιαίτερα της Κίνας πριν από τις παραδοσιακές μας αγορές, σε συνδυασμό με τη συγκριτικά καλύτερη εικόνα της χώρας σε σχέση με τον ανταγωνισμό, δημιουργεί τη δυνατότητα για περαιτέρω άνοιγμα στις αγορές αυτές. Aν επιβεβαιωθεί η διάθεση των πολιτών να ταξιδέψουν, μόλις το επιτρέψουν οι συνθήκες, υπάρχει το ενδεχόμενο να υπάρξει συγκριτικά υψηλότερη ζήτηση για ταξιδιωτικές υπηρεσίες το τέταρτο 3μηνο φέτος και ίσως και τον Σεπτέμβριο».

Προϋπόθεση βέβαια για όλα τα παραπάνω, όπως επισημαίνεται στη μελέτη, είναι να μην έχει πληγεί με σφοδρότητα ο παραγωγικός ιστός της τουριστικής δραστηριότητας της χώρας από την παράταση της πανδημίας για μεγάλο χρονικό διάστημα.

Έως σήμερα, πάντως, με κριτήριο τον αριθμό καταγεγραμμένων θανάτων ανά 100.000 πληθυσμού προκύπτει ότι η εξέλιξη στην Ελλάδα είναι πολύ καλύτερη από ό,τι στους κύριους ανταγωνιστές της Ισπανία, Πορτογαλία, Γαλλία και Ιταλία, ενώ η ποσοστιαία αύξηση του αριθμού κρουσμάτων ανά 100.000 κατοίκους στην Ελλάδα είναι σταθερά από τις χαμηλότερες. Σταθερά χαμηλή είναι και στην Ιταλία, αλλά εκεί τα απόλυτα νούμερα είναι πολύ υψηλότερα. Σταθερά υψηλούς ρυθμούς αύξησης παρουσιάζουν το Ηνωμένο Βασίλειο, οι ΗΠΑ, η Πολωνία και η Ρουμανία.

Πηγή: Έθνος



ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ