Εκτενές ρεπορτάζ για το πώς η Ελλάδα κατάφερε να νικήσει τον κορωνοϊό παρά τη δεκαετή κρίση χρέους φιλοξενεί ο Guardian.
Το δημοσίευμα ξεκινά τονίζοντας ότι κάθε μέρα στις 18:00 οι Έλληνες συντονίζονται στις τηλεοράσεις τους προκειμένου να παρακολουθήσουν τη καθιερωμένη ενημέρωση για την επιδημία στη χώρα από τον εκπρόσωπο του υπουργείου Υγείας για τον κορωνοϊό, κ. Σωτήρη Τσιόδρα, και τον υφυπουργό Πολιτικής Προστασίας, κ. Νίκο Χαρδαλιά.
«Όπως τα περισσότερα τελετουργικά, δεν υπάρχουν εκπλήξεις: κάθε φορά αντικρίζουν την ίδια σκηνή, δύο άντρες, κάθονται μερικά μέτρα μακριά, πίσω από ένα αρκετών μέτρων τραπέζι, σε ένα φωτεινό δωμάτιο», περιγράφει ο Guardian και εξηγεί ότι η καθημερινή ενημέρωση του υπουργείου Υγείας για τον κορωνοϊό ξεκινά με τον Σωτήρη Τσιόδρα, «έναν γλυκομίλητο» όπως τον χαρακτηρίζει καθηγητή Λοιμωξιολογίας που έχει σπουδάσει στο Χάρβαρντ, ο οποίος μεταφέρει τα τελευταία στοιχεία, «κάνοντας περιστασιακά επίκληση στο συναίσθημα». Πάντα, ακολουθεί ο υφυπουργός Πολιτικής Προστασίας, «επικαλούμενος τη σοβαρότητα της κατάστασης με προειδοποιήσεις ότι οι Έλληνες “πρέπει να μείνουν στο σπίτι”».
«Ο σχολαστικός καθηγητής και ο ευθύς πρώην δήμαρχος είναι τα πρόσωπα που έχουν συσχετιστεί με την προσπάθεια της κυβέρνησης να περιορίσει την εξάπλωση της Covid-19», αναφέρει το δημοσίευμα και τονίζει επικαλούμενο τα τελευταία στοιχεία για τα κρούσματα και τους θανάτους που «είναι χαμηλότερα από οπουδήποτε αλλού στην Ευρώπη» ότι «οι προσπάθειές τους να διατηρήσουν τη χώρα ασφαλή από τον ιό φαίνεται να αποδίδουν».
«Η Ελλάδα, είναι γενικά αποδεκτό, αντιμετωπίζει καλύτερα την κρίση από ό,τι αναμενόταν. Ο Τσιόδρας επέτρεψε πρόσφατα στον εαυτό του να μιλήσει για “επιπέδωση της καμπύλης”, αν και οι αρχές παραδέχονται ότι η προοπτική του Ορθόδοξου Πάσχα στις 19 Απριλίου, είναι απίθανο να μην έχει προκλήσεις», συνεχίζει ο Guardian εξηγώντας ότι παραδοσιακά οι Έλληνες συρρέουν στα χωριά τους στην ύπαιθρο προκειμένου να γιορτάσουν τη μεγαλύτερη θρησκευτική εορτή.
Σύμφωνα με το δημοσίευμα η ικανότητα της χώρας να αντιμετωπίσει μία έκτακτη ανάγκη για τη δημόσια υγεία τέτοιων διαστάσεων «δεν ήταν δεδομένη». «Μετά από μία σχεδόν δεκαετία που ενεπλάκη σε μία κρίση χρέους -χρόνια κατά τα οποία η οικονομία της συρρικνώθηκε κατά 26% -το σύστημα υγείας της Ελλάδας απέχει πολύ από την ανάκαμψη. Τα κρατικά νοσοκομεία έφεραν το κύριο βάρος των περικοπών που απαιτούνταν σε αντάλλαγμα για τα δάνεια διάσωσης από διεθνείς δανειστές για να κρατήσουν το έθνος στη ζωή και την ευρωζώνη. Με την άφιξη της επιδημίας στην Ευρώπη, αξιωματούχοι αναγκάστηκαν να αναγνωρίσουν, 18 μήνες μετά την έξοδο της χώρας από το τρίτο μνημόνιο, ότι διέθετε μόνο 560 κρεβάτια μονάδας εντατικής θεραπείας», παρατηρεί το βρετανικό Μέσο και σχολιάζει: «Ήταν μία σκληρή πραγματικότητα που δεν άφηνε περιθώρια για στρατηγική μετριασμού ή σχεδιασμό πολιτικών για την επιτεύξη “ανοσίας της αγέλης”».
Το χρονικό των μέτρων για τον κορωνοϊό
Η Ελλάδα όπως και η η Ιταλία, έχει επίσης μεγάλο πληθυσμό ηλικιωμένων, με περίπου το ένα τέταρτο σε ηλικία συνταξιοδότησης, σημειώνει επίσης το δημοσίευμα. «Υπήρχαν πραγματικότητες, αδυναμίες, τις οποίες γνωρίζαμε καλά», δήλωσε στον Guardian ο δρ Ανδρέας Μέντης, επικεφαλής του Ελληνικού Ινστιτούτου Παστέρ. «Πριν διαγνωστεί το πρώτο κρούσμα, είχαμε αρχίσει να εξετάζουμε ανθρώπους και να τους απομονώνουμε. Οι εισερχόμενες πτήσεις, ειδικά από την Κίνα, παρακολουθούνταν. Αργότερα, όταν άλλοι άρχισαν να επαναπατρίζονται από την Ισπανία, για παράδειγμα, βεβαιωθήκαμε ότι θα μείνουν σε καραντίνα σε ξενοδοχεία», συνέχισε εξηγώντας την τακτική που ακολούθησε η χώρα.
Αυτό που θεωρείται ολοένα και περισσότερο ως παραδειγματική διαχείριση κρίσεων, ακόμη και από πολιτικούς εχθρούς, αποδίδεται τόσο στην ιεράρχηση της επιστήμης πάνω από την πολιτική όσο και σε μια διαχειριστική προσέγγιση που επικεντρώνεται σε αυτό που ο 51χρονος πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης χαρακτήρισε ως «κρατική ευαισθησία, συντονισμός, αποφασιστικότητα και ταχύτητα», αναφέρει ο Guardian.
Ο Αλέξης Πατέλης, σύμβουλος οικονομικών του Κυριάκου Μητσοτάκη δήλωσε σχετικά: «Υπάρχουν προβλήματα που μπορείτε να επιλύσετε με το να τα διαχειριστείτε επικοινωνιακά και άλλα που απαιτούν αλήθεια και διαφάνεια. Ήταν πολύ σαφές ότι χρειαζόμασταν ειδικούς και χρειαζόταν να τους ακούσουμε. Τούτου λεχθέντος, οι Έλληνες έχουν περάσει από κρίση, ξέρουν τι είναι. Νομίζω ότι τους επέτρεψε να προσαρμοστούν και να είναι στωικοί ».
Σύμφωνα με το δημοσίευμα, εξ αρχής η 25μελής επιτροπή άσκησε πιέσεις για την επιλογή του lockdown, «μία καταστροφική επιλογή για μία χώρα που μόλις είχε αρχίσει να δείχνει σημάδια οικονομικής αναζωογόνησης».
Συνεχίζοντας γίνεται μία αναφορά στα μέτρα που έλαβε η ελληνική κυβέρνηση, αρχικά στα τέλη Φεβρουαρίου, προτού καταγραφεί ο πρώτος θάνατος στη χώρα όταν ακυρώθηκαν οι καρναβαλικές παρελάσεις. Στις 10 Μαρτίου, αρκετές εβδομάδες πριν από την υπόλοιπη Ευρώπη, διατάχθηκε να κλείσουν τα σχολεία. Μέσα σε λίγες μέρες, έκλεισαν επίσης μπαρ, καφετέριες, εστιατόρια, νυχτερινά κέντρα, γυμναστήρια, εμπορικά κέντρα, κινηματογράφοι, καταστήματα λιανικής, μουσεία και αρχαιολογικοί χώροι, υπενθυμίζει ο Guardian και σημειώνει ότι ο Σωτήρης Τσιόδρας και ο Νίκος Χαρδαλιάς στέκονταν ιδιαίτερα στις ενημερώσεις τους στα τραυματικά γεγονότα από την Ιταλία σε μία προσπάθεια να τονίσουν το μήνυμα των κινδύνων που προκαλεί η ασθένεια.
«Τα μέτρα δεν έγιναν άμεσα αποδεκτά και ακολούθως η κυβέρνηση αναγκάστηκε να κλείσει παραλίες και χιονοδρομικά κέντρα, να απαγορεύσει δημόσιες συγκεντρώσεις περισσότερων από 10 ανθρώπων, να απαγορεύσει τα ταξίδια στα νησιά σε όλους εκτός τους μόνιμους κατοίκους και – καθώς μαινόταν διαμάχη για τη δύναμη της πίστης και της επιστήμης – αντιμετώπισε την ισχυρή Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία, της οποίας ο κλήρος αρνήθηκε να εγκαταλείψει τις υπηρεσίες και την τελετή της Θείας Κοινωνίας. Οι αεροπορικές συνδέσεις με τις χώρες που πλήττονταν περισσότερο ανεστάλησαν».
«Αλλά η πανδημία αποτέλεσε επίσης καταλύτης για μια κυβέρνηση που εξελέγη στην εξουσία τον περασμένο Ιούλιο με μια ατζέντα μεταρρύθμισης και καθώς η Ελλάδα έμπαινε σε lockdown, η κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι αξιοποιεί την κρίση για να θέσει σε εφαρμογή καθυστερημένες ψηφιακές μεταρρυθμίσεις που αποσκοπούν τόσο στην προστασία της υγείας των πολιτών όσο και στον εκσυγχρονισμό του κράτους», συνεχίζει ο Guardian.
«Όταν ξέσπασε η πανδημία, η ανάγκη απλούστευσης των κυβερνητικών διαδικασιών έγινε υψίστης σημασίας», δήλωσε ο υπουργός ψηφιακής διακυβέρνησης της Ελλάδας, Κυριάκος Πιερρακάκης. «Ένα από τα πρώτα πράγματα που κάναμε για να περιορίσουμε τα κίνητρα των ανθρώπων να βγουν από τα σπίτια τους ήταν να τους επιτρέψουμε να λαμβάνουν ιατρικές συνταγές στα τηλέφωνά τους. Αυτό, μόνο, έχει γλιτώσει 250.000 πολίτες από την επίσκεψη στο γιατρό μέσα σε 20 ημέρες. Έχει συμβάλει δραματικά στη μείωση του αριθμού των ανθρώπων που βγαίνουν από το σπίτι τους, κάτι που μπορεί να είναι μόνο καλό».
Έγγραφα που κάποτε απαιτούσαν την παρουσία σε κυβερνητικά γραφεία και να αντιμετωπίσει μία δαιδαλώδη γραφειοκρατία διατέθηκαν στο διαδίκτυο, εξοικονομώντας επίσης χιλιάδες μετακινήσεις καθημερινά, παρατηρεί το δημοσίευμα. «Αλλάζοντας τη φύση της αλληλεπίδρασης των πολιτών με το κράτος, ελπίζουμε ότι τελικά θα ανακτηθεί περαιτέρω η εμπιστοσύνη του κοινού στους θεσμούς», δήλωσε ο κ. Πιερρακάκης.
Το δημοσίευμα στέκεται και στο γεγονός ότι με αφορμή την επιδημία του κορωνοϊού η Ελλάδα κατάφερε να διπλασιάσει σχεδόν τον αριθμό των ΜΕΘ. «Αλλά οι γιατροί λένε ότι τα τεστ, που με σπάνιες εξαιρέσεις περιορίζονται στα νοσοκομεία, θα πρέπει να γίνουν πολύ πιο διαδεδομένα ώστε να επικρατήσει η εμπιστοσύνη. Με δύο στρατόπεδα προσφύγων σε καραντίνα, αφού διαμένοντες βρέθηκαν θετικοί στον κορωνοϊό, αυξάνονται οι ανησυχίες για τις εγκαταστάσεις που περιγράφονται ως «υγειονομικές βόμβες» από την κυβέρνηση.
Τέλος, το δημοσίευμα αναφέρεται στον οικονομικό αντίκτυπο που θα έχει η επιδημία του κορωνοϊού στην Ελλάδα. Το κόστος για μια οικονομία που εξαρτάται τόσο από τον τουρισμό είναι ήδη υψηλό – και αυτό πριν την χρηματοδότηση έκτακτης ανάγκης ύψους 14,5 δισεκατομμυρίων ευρώ (12,6 δισεκατομμύρια λίρες) σε κρατικά επιδόματα και φορολογικές διευκολύνσεις, σχολιάζει το δημοσίευμα τονίζοντας ωστόσο ότι προς το παρόν η ελληνική κυβέρνηση «βρίσκεται στο επίκεντρο απροσδόκητων επαίνων για την επιπέδωση τη καμπύλης».
«Αν το πετύχουμε αυτό, αν δείξουμε ότι είμαστε ικανοί και μπορούμε να έχουμε αποτέλεσμα, τα υπόλοιπα θα έρθουν», δήλωσε ο Πατέλης, προσθέτοντας ότι ο στόχος της Αθήνας ήταν να ανακτήσει κάποια αξιοπιστία που είχε καταστραφεί κατά τη διάρκεια των ετών των μνημονίων. «Όσο πιο γρήγορα αντιμετωπίζετε μια κρίση υγείας, τόσο μεγαλύτερο είναι το βραχυπρόθεσμο οικονομικό κόστος, αλλά τόσο μεγαλύτερα είναι και τα μακροπρόθεσμα οφέλη».