Τρία χιλιόμετρα δυτικά από το χωριό Ανώπολης στα Σφακιά της Κρήτης, βρίσκεται το χωριό «φάντασμα» Αράδαινα. Στην απογραφή του 1900 μετρούσε 188 κατοίκους. Σήμερα είναι εγκαταλελειμμένο και μόνο τέσσερις κάτοικοι του δίνουν ζωή.
Η Αράδαινα ευημερούσε χάρη στη ενασχόληση των κατοίκων με την ναυτιλία και το εμπόριο μέχρι που καταστράφηκε για πρώτη φορά, μετά την αποτυχημένη επανάσταση του Δασκαλογιάννη κατά των Οθωμανών το 1771. To χωριό ισοπεδώθηκε άλλες δύο φορές κατά τη διάρκεια της τουρκοκρατίας.
Το 1824 κατά την εξέγερση των Σφακιανών και το 1867 κατά την Κρητική επανάσταση. Παρόλα αυτά, οι κάτοικοι του προσπάθησαν να σταθούν στα πόδια τους και να δώσουν ξανά ζωή στον ορεινό οικισμό. Η ερήμωση του χωριού Κάποιοι στράφηκαν στη γεωργία και στην κτηνοτροφία. Ωστόσο, τα οικονομικά οφέλη ήταν ελάχιστα καθώς το έδαφος ήταν άγονο και βραχώδες. Οι κάτοικοι δεν είχαν πόρους για να επιβιώσουν, αλλά ούτε και επικοινωνία με τα υπόλοιπα χωριά εξαιτίας του φαραγγιού το οποίο δυσχέραινε τις προσβάσεις. Ο δρόμος του χωριού τελείωνε στο φαράγγι. Όποιος ήθελε να προσεγγίσει το ορεινό χωριό, που βρίσκεται στο χείλος του γκρεμνού, ήταν αναγκασμένος να κατέβει το μονοπάτι που βρίσκεται στο βάθος του φαραγγιού και να ανέβει το μονοπάτι που βρισκόταν από την απέναντι πλευρά. Σταδιακά οι κάτοικοι άρχισαν να εγκαταλείπουν το χωριό για ένα καλύτερο μέλλον.
Σύμφωνα με τον πρόεδρο του πολιτιστικού συλλόγου Ένωση Αραδαινιωτών “Ο Φάραγγας”, Γεώργιο Φινοκαλιώτη, τη δεκαετία 1940-50 μειώθηκε αισθητά ο πληθυσμός. Η μεγάλη φυγή των κατοίκων οφείλεται στο γεγονός ότι μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο οι οικογένειες με μικρά παιδιά εγκατέλειπαν το χωριό και μετακινούνταν στα Σφακιά ή στα Χανιά για να τα μορφώσουν. «Το χωριό δεν ερήμωσε εξαιτίας της βεντέτας» Κι ενώ το χωριό βίωνε μια κρίση με την φυγή πολλών οικογενειών, ένα αιματηρό περιστατικό επιδείνωσε την κατάσταση. Το 1948 ξέσπασε μία βεντέτα που οδήγησε στο θάνατο επτά ανθρώπων. Ένα μικρό αγόρι που έμενε στην Αράδαινα βρήκε το κουδούνι μιας κατσίκας και αρνήθηκε να το παραδώσει στον ιδιοκτήτη του. Εκείνος τότε πήγε σπίτι του μικρού να το ζητήσει και έτσι άρχισε ο κύκλος του αίματος. Η ιστορία δεν καταγράφηκε στον Τύπο, αλλά διαδόθηκε από στόμα σε στόμα μεταξύ των Κρητικών.
«Βέβαια δεν θα μπορούσε να ισχυριστεί κάποιος ότι η διένεξη μεταξύ των δύο οικογενειών δεν έπαιξε και αυτή τον ρόλο της, αλλά οπωσδήποτε δεν απετέλεσε την κύρια αιτία της ερήμωσης του χωριού», δηλώνει ο κ. Φινοκαλιώτης στη «Μηχανή του Χρόνου». Μάλιστα, μέσα από τις πολιτιστικές εκδηλώσεις του συλλόγου γίνεται προσπάθεια να έρθουν σε επαφή οι οικογένειες που ενεπλάκησαν στη διαμάχη και να εξομαλυνθούν τα πάθη. «Οι νέες γενιές δεν θυμούνται. Σε γενικές γραμμές έχει ξεπεραστεί η έχθρα. Το θέμα πλέον δε συζητείται», αναφέρει ο κ. Φινοκαλιώτης Την επόμενη δεκαετία 1951 -1961 παρατηρήθηκε μια μικρή αύξηση και από εκεί και μετά άρχισε η σταδιακή συρρίκνωση του πληθυσμού. Το σχολείο της Αράδαινας έκλεισε το 1952 λόγω έλλειψης μαθητών και αυτό είναι ένα στοιχείο που αποδεικνύει ότι η ερήμωση της Αράδαινας δεν συνδέεται μόνο με τη διαμάχη των οικογενειών.
Το χωριό των 4 κατοίκων
Οι κάτοικοι εγκατέλειψαν μαζικά το χωριό γιατί δεν είχαν πλέον οικονομικούς πόρους προκειμένου να ζήσουν εκεί. Το 1987 κατασκευάστηκε μια μεταλλική γέφυρα, η οποία ένωσε τις δύο πλευρές του φαραγγιού της Αράδαινας και έκανε δυνατή την πρόσβαση στο οικισμού με αυτοκίνητο. «Η γέφυρα άλλαξε την κατάσταση στο χωριό, παρόλα αυτά είναι δύσκολο να ζήσει κάποιος εδώ», σημειώνει ο κ. Φινοκαλιώτης. Η κατασκευή της γέφυρας διευκόλυνε αυτούς που απόμειναν. Η πρόσβαση έγινε πιο εύκολη και για όσους έρχονταν από διπλανά χωριά στην Αράδαινα για να διατηρήσουν τις περιουσίες τους, καθώς πολλά σπίτια έχουν αναπαλαιωθεί.
Η Αράδαινα σήμερα αποτελεί ένα χωριό «φάντασμα». Σύμφωνα με την απογραφή του 2011 στο χωριό κατοικούν 4 άνθρωποι από δύο οικογένειες χωρίς μικρά παιδιά. Το φαράγγι είναι από τα πιο απότομα του Νομού Χανίων. Με ύψος τοιχωμάτων που ξεπερνάει τα 150μ είναι ιδανικό, όχι μόνο για πεζοπορία αλλά και για bunjee jumping από τη γέφυρα. Θεωρείται η ψηλότερη της Ελλάδας (ύψος 138μ) και η δεύτερη ψηλότερη γέφυρα για bungee jumping στην Ευρώπη. Την έκτισε η οικογένεια Βαρδινογιάννη για να ενώσει τις δυο πλευρές του φαραγγιού και να μπορεί να συνδεθεί το χωριό Άγιος Ιωάννης οδικώς με την Ανώπολη….
ΠΗΓΗ: mixanitouxronou.gr