Την 28η Ιουλίου 1975 -πριν 45 χρόνια- άρχισε η δίκη των Πρωταίτιων του Πραξικοπήματος της 21ης Απριλίου 1967, ενώπιον του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών, με Πρόεδρο τον αείμνηστο Γιάννη Ντεγιάννη. Τον Εθνικό Δικαστή!
Η δίκη διεξάγονταν στις Γυναικείες Φυλακές Κορυδαλλού, αφού κάποιες αίθουσές τους, είχαν διαρρυθμιστεί ειδικά γι’ αυτήν.
Η αίθουσα Συνεδριάσεων ήταν χωρητικότητας πεντακοσίων περίπου ατόμων και ήταν κατάμεστη. Πάρα πολύς κόσμος που είχε έρθει για να παρακολουθήσει τη Δίκη δεν κατάφερε να μπει μέσα και παρέμενε έξω.
Στα εδώλια κάθονταν κατηγορούμενοι συνολικά είκοσι τέσσερα άτομα. Οι Γεώργιος Παπαδόπουλος, Στυλιανός Παττακός, Νικόλαος Μακαρέζος με τις κατηγορίες της Εσχάτης προδοσίας και της Στάσης και είκοσι ένας ακόμη πρωταίτιοι.
Τα πρόσωπα των περισσότερων ήταν σφιγμένα και μάταια αγωνίζονταν να επιδείξουν ψυχραιμία. Άλλοι ήταν φανερά σαστισμένοι με χαμόγελα πετρωμένα. Ένας μάλιστα, ο Στυλιανός Παττακός, όταν ρωτήθηκε από τον Πρόεδρο για τα στοιχεία του, απάντησε πως ήταν κάτοικος Κορυδαλλού και πως το επάγγελμά του ήταν Οικιακά!
Κατά την έναρξη της διαδικασίας οι Λεωνίδας Κύρκος και Χαράλαμπος Δρακόπουλος ως εκπρόσωποι του Κ.Κ.Ε. και οι Ανδρέας Αναγνωστάκης και Ευάγγελος Γιαννόπουλος ως εκπρόσωποι της Ένωσης Δημοκρατικών Δικηγόρων Ελλάδας, δήλωσαν ότι “παρίστανται ως Πολιτικώς Ενάγοντες και προς υποστήριξη της κατηγορίας σε βάρος των στασιαστών”.
Το Δικαστήριο απέρριψε την παράσταση με κάποια τυπολατρική αιτιολογία και με την προσθήκη πως αν δέχονταν την παράσταση πολιτικής αγωγής, όλοι οι Έλληνες θα ζητούσαν αποζημίωση από το Κράτος. Ακόμη και οι ίδιοι οι δικαστές!
Όμως εμείς, ως Πολιτική Αγωγή, δεν ζητούσαμε να παρασταθούμε κατά του Κράτους, αλλά προσωπικά και ατομικά κατά ενός εκάστου των Πραξικοπηματιών οι οποίοι ουδέποτε υπήρξαν εκπρόσωποι ή προστημένοι του Κράτους, αφού κατέλαβαν την εξουσία με πράξεις βίας που συνιστούσαν τ’ αδικήματα της Στάσης και της Εσχάτης προδοσίας που δικάζονταν.
Η απόρριψη της παράστασης πολιτικής αγωγής, μεταξύ των άλλων, στέρησε την διαδικασία και την απόφαση από την έρευνα των πηγών του Πραξικοπήματος που τελικά δεν ερευνήθηκαν (π.χ. ο ρόλος της CIA κλπ.)
Πρώτος μάρτυρας κατηγορίας εξετάστηκε, ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος. Εξ αρχής φάνηκε να κουβαλά μεγάλο φορτίο τύψεων για τα λάθη και τις αδυναμίες του, ως Πρωθυπουργού, κατά την σκοτεινή εκείνη περίοδο και βέβαια, κατά τη μοιραία νύχτα του Πραξικοπήματος.
Κατέθεσε στο Δικαστήριο πως την νύχτα της 21ης Απριλίου 1967, δύο Λοχαγοί με οπλίτες όρμησαν μέσα στο σπίτι του με τα αυτόματα γυρισμένα σ’ αυτόν, τον απείλησαν, τον συνέλαβαν, τον επιβίβασαν στο καμιόνι και με ισχυρή συνοδεία τον οδήγησαν στο Πεντάγωνο το οποίο λειτουργούσε ως φυλακή των “συλλαμβανόμενων” αιχμαλώτων. Εκεί συνάντησε τον Βασιλέα Κωνσταντίνο, ο οποίος -κατά τις διηγήσεις, του επίσης συλληφθέντα Ναύαρχου Εγκολφόπουλου-, τελούσε “σε τρικυμία εν κρανίω”.
Στο Πεντάγωνο επικρατούσε αναρχία. Ταγματάρχες και λοχαγοί περιφέρονταν άτακτα με αυτόματα γυρισμένα ο ένας κατά του άλλου και με ζητωκραυγές υπέρ του Πραξικοπήματος.
Αυτούς φοβήθηκαν ο Βασιλιάς, ο Πρωθυπουργός, ο Υπουργός Εθνικής Αμυνας και οι Αρχηγοί -Στρατηγοί- των Ενόπλων Δυνάμεων και δεν τόλμησαν να τους διατάξουν να καταθέσουν τα όπλα και να επιστρέψουν στους Στρατώνες.
Η ατολμία αυτή, κατ’ αρχήν εμπόδισε στη Δίκη την εφαρμογή του Άρθρου 46 του Σ.Π.Κ, γιατί, κατά το άρθρο τούτο, για να υπάρχει “Στάση” πρέπει τουλάχιστον τρείς στρατιωτικοί ενωμένοι να πάρουν τα όπλα, να δημιουργήσουν αναταραχή, να βιαιοπραγούν κατά προσώπων κλπ. και τουλάχιστον ένας Ανώτερος, να τους διατάξει να καταθέσουν τα όπλα κι αυτοί να αρνηθούν.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση, κανένας Ανώτερος από τους παραπάνω που είχαν προσαχθεί στο Πεντάγωνο, δεν διέταξε τους πραξικοπηματίες να καταθέσουν τα όπλα. Έτσι κατόρθωσε ένα τσούρμο θορυβούντων ενόπλων, να καταλύσει την Δημοκρατία.
Τούτο αποτελεί, μοναδικό φαινόμενο δειλίας και ασχετοσύνης.
Στη Δίκη επικράτησε η πεποίθηση πως κάθε Ηγέτης πρέπει να προβλέπει και να έχει την δύναμη ν’ αποτρέπει: Και την προσβολή της Δημοκρατίας και τους εξωτερικούς κινδύνους που σήμερα διαφαίνονται στους θολούς ορίζοντες.
Την έλλειψη αυτού του στοιχείου του αδικήματος (Διαταγή κατάθεσης όπλων), το Δικαστήριο αντιμετώπισε και με τη βοήθεια των καταθέσεων των Μηνυτών: Ανδρέα Αναγνωστάκη, Φοίβου Κούτσικα, Γρηγόρη Κασιμάτη και Ευάγγελου Γιαννόπουλου (Προέδρου της Ένωσης Δημοκρατικών Δικηγόρων Ελλάδας), κατά τρόπο που θα παρατεθεί σε άλλο δημοσίευμα.