Το δημοψήφισμα προκηρύχθηκε στις 11 Νοεμβρίου 1920 (ΦΕΚ Α΄ 259) από την κυβέρνηση Δημητρίου Ράλλη και διενεργήθηκε στις 22 Νοεμβρίου (παλ. ημερολ.) / 5 Δεκεμβρίου 1920 και αφορούσε την επιστροφή ή όχι του Βασιλιά Κωνσταντίνου στον ελληνικό θρόνο. Στο δημοψήφισμα δεν πήραν μέρος οι Φιλελεύθεροι του Βενιζέλου κηρύσσοντας αποχή, θεωρώντας μη έντιμες τις συνθήκες διεξαγωγής του. Το κυρίαρχο σύνθημα της κωνσταντινικής παράταξης ήταν “Ψωμί, ελιά και Κώτσο Βασιλιά!“.
Τα αποτελέσματα ήταν 99,0% υπέρ της επιστροφής του Κωνσταντίνου. Το δημοψήφισμα θεωρείται από μερίδα ιστορικών νόθο, τόσο κυρίως λόγω του ποσοστού υπέρ της επιστροφής, όσο και διότι ο αριθμός των ψηφοφόρων που ανακοινώθηκε ήταν κατά 30% αυξημένος σε σχέση με τις εκλογές του προηγούμενου μήνα και το υψηλό ποσοστό που ανακοινώθηκε προϋπέθετε ότι όλοι οι βενιζελικοί ψηφοφόροι (το μισό του εκλογικού σώματος) ψήφισαν να επανέλθει ο Κωνσταντίνος.
Στις 6 Δεκεμβρίου (παλ. ημερολ.)/19 Δεκεμβρίου ξαναγύρισε ο Κωνσταντίνος. Το αποτέλεσμα έκρινε κατά πολύ την εξέλιξη της Μικρασιατικής εκστρατείας και αποτέλεσε καθοριστικό παράγοντα στην Μικρασιατική καταστροφή. Οι Δυνάμεις της Αντάντ, στις οποίες ο Κωνσταντίνος ήταν εξαιρετικά αντιπαθής για το ρόλο που διαδραμάτισε στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, είχαν προειδοποιήσει την ελληνική κυβέρνηση για τη μη επιστροφή του, κάτι για το οποίο δεν πληροφορήθηκε ποτέ όμως επαρκώς το εκλογικό σώμα.
Μετά το αποτέλεσμα, Αγγλία, Γαλλία και Ιταλία παρέδωσαν διακοινώσεις με τις οποίες δεν αναγνώριζαν τον Κωνσταντίνο ως αρχηγό του κράτους και πάγωσαν όλα τα δάνεια που είχανε δρομολογηθεί προς την Ελλάδα, εξελίξεις οι οποίες επίσης αποκρύφθησαν από τον ελληνικό λαό.[2][3] Βρήκαν ακόμα την πρόφαση (ιδίως Γαλλία και Ιταλία) να σταματήσουν να υποστηρίζουν την Ελλάδα και έκλιναν σταδιακά την υποστήριξή τους προς τις αντάρτικες τουρκικές δυνάμεις του Κεμάλ Ατατούρκ.