Στη σύνοδο μετείχαν επίσης ο διευθυντής του Εθνικού Ινστιτούτου Λοιμώξεων των ΗΠΑ Anthony Fauci, η διευθύνουσα σύμβουλος της Αμερικανικής Καρδιολογικής Εταιρείας Nancy Brown και ο διευθύνων σύμβουλος της Philips, Frans van Houten.
«Αξίζει να υπενθυμίσουμε πόσο καλή είναι η επίδοση της Ελλάδας. Εάν η Δύση έχει υπάρξει γενικά κακή στην αντιμετώπιση του κορωνοϊού, η Ελλάδα έχει χάσει -δυστυχώς- 5.600 ανθρώπους, όμως σε πληθυσμό 10,4 εκατομμυρίων. Αυτό σημαίνει ότι το ποσοστό των θανάτων ανά εκατομμύριο κατοίκων μόλις που υπερβαίνει τους 500», σημείωσε ο John Micklethwait κατά την έναρξη της συζήτησης.
«Η Γερμανία μετρά 651 θανάτους (ανά εκατομμύριο), οι ΗΠΑ βρίσκονται στους 1.300 ανά εκατομμύριο και το Ηνωμένο Βασίλειο σε περίπου 1.500. Άρα ο πρωθυπουργός τα έχει πάει καλά», πρόσθεσε ο John Micklethwait.
Από την πλευρά του, ο Κυριάκος Μητσοτάκης εξήγησε τη στρατηγική που έχει ακολουθήσει η κυβέρνηση από το πρώτο στάδιο της υγιειονομικής κρίσης.
«Αυτό που έμαθα και το οποίο είναι ξεκάθαρο για εμένα είναι ότι θα πρέπει να εμπιστευόμαστε τους ειδικούς και τους επιστήμονες. Αυτό κάναμε από την αρχή. Αυτοί μίλησαν. Λάβαμε εγκαίρως τις αποφάσεις», είπε.
Ο πρωθυπουργός τόνισε επίσης τη σημασία που έχει η σαφήνεια στην επικοινωνία με τους πολίτες. «Αν επικοινωνήσεις με ξεκάθαρο τρόπο το μήνυμά σου στους πολίτες, οι Έλληνες έχουν ίσως τη φήμη ότι δεν είναι ιδιαίτερα πειθαρχημένοι, ωστόσο αμέσως μόλις εξηγήσαμε στους πολίτες ακριβώς ποια ήταν η κατάσταση και ζητήσαμε τη στήριξή τους, οι περισσότεροι, αν όχι όλοι, πειθάρχησαν», ανέφερε, συμπληρώνοντας ότι στην Ελλάδα ο αριθμός των πολιτών που εναντιώνονται στις μάσκες και τα εμβόλια είναι μικρός.
Με αφορμή την τοποθέτηση του πρωθυπουργού για τη σημασία της εμπιστοσύνης στους επιστήμονες, ο Δρ Fauci αντιπαρέβαλε αυτό το μήνυμα με την εμπειρία των Ηνωμένων Πολιτειών. «Είχαμε το αντίθετο, μία κατάσταση όπου αντί να εστιάζουμε -από τα κορυφαία κλιμάκια- στην επιστήμη και να αντιλαμβανόμαστε ότι πρέπει να λαμβάνουμε αποφάσεις με βάση τα δεδομένα και τα στοιχεία, εκπέμπονταν αντιφατικά μηνύματα», δήλωσε.
Αναφερόμενος στην εκστρατεία εμβολιασμού, ο Κυριάκος Μητσοτάκης υπογράμμισε ότι ιδιαίτερα σημαντικός παράγοντας είναι η αύξηση της διαθεσιμότητας εμβολίων από τις φαρμακευτικές επιχειρήσεις, επισημαίνοντας ότι «θα πιέσουμε τις εταιρείες ώστε να τηρήσουν τους όρους των συμβολαίων και να παραδώσουν εμβόλια ταχύτερα».
Διευκρίνισε πως η Ελλάδα έχει επιλέξει συνειδητά να διαθέτει πάντοτε απόθεμα για τη χορήγηση δεύτερης δόσης. «Γνωρίζουμε ότι τα εμβόλια έχουν εγκριθεί με βάση πολύ συγκεκριμένες κλινικές δοκιμές. Δεν θέλουμε να πάρουμε το ρίσκο να μην έχουμε δόσεις και να μη χορηγήσουμε εγκαίρως τη δεύτερη δόση, σύμφωνα με τα πρωτόκολλα βάσει των οποίων έχουν εγκριθεί αυτά τα εμβόλια», είπε ο πρωθυπουργός.
Το κείμενο των παρεμβάσεων του πρωθυπουργού
John Micklethwait: Να ξεκινήσω με εσάς, πρωθυπουργέ. Τι μάθατε εσείς από την πανδημία, το οποίο αφορά και τον υπόλοιπο κόσμο;
Κυριάκος Μητσοτάκης: Κατ’ αρχάς John, σε ευχαριστώ για τα ευγενικά σου λόγια. Αν και όταν μιλάμε για τον αριθμό των θανάτων, κάθε στατιστική που αφορά τον αριθμό των νεκρών είναι εκ των πραγμάτων προβληματική. Αυτό που έμαθα και το οποίο είναι ξεκάθαρο για εμένα είναι ότι θα πρέπει να εμπιστευόμαστε τους ειδικούς και τους επιστήμονες. Αυτό κάναμε από την αρχή. Αυτοί μίλησαν. Λάβαμε εγκαίρως τις αποφάσεις.
Αναγνωρίζουμε πως δεν υφίσταται το τέλειο σύνολο δεδομένων, πάντα υπάρχει ένας βαθμός αβεβαιότητας όταν είμαστε αντιμέτωποι με μια επιδημία. Αυτός είναι ο λόγος που καταφέραμε να χειριστούμε αποτελεσματικά αυτή την κρίση. Υπήρξε ένα δεύτερο κύμα το οποίο μας έπληξε ισχυρά τον Νοέμβριο και προχωρήσαμε σε ένα αυστηρό lockdown, υποστήκαμε την οικονομική ζημία, αλλά αντιλαμβανόμαστε πλήρως ότι δεν μπορεί κανείς να επιστρέψει σε κάποιου είδους οικονομική κανονικότητα αν δεν τεθεί υπό έλεγχο η πανδημία.
Επομένως, αυτό που μάθαμε είναι να εμπιστευόμαστε τους επιστήμονες αλλά και τους πολίτες. Αν επικοινωνήσεις με ξεκάθαρο τρόπο το μήνυμά σου στους πολίτες, οι Έλληνες έχουν ίσως τη φήμη ότι δεν είναι ιδιαίτερα πειθαρχημένοι, ωστόσο αμέσως μόλις εξηγήσαμε στους πολίτες ακριβώς ποια ήταν η κατάσταση και ζητήσαμε τη στήριξή τους οι περισσότεροι, αν όχι όλοι, πειθάρχησαν. Είχαμε λίγους πολέμιους του εμβολίου και της χρήσης μάσκας. Kαι τώρα που μιλάμε η χρήση της μάσκας είναι υποχρεωτική και όλοι τις φοράνε.
Αντιλαμβανόμαστε ότι αν θέλουμε να επιστρέψουμε σε ένα επίπεδο κανονικότητας πριν εμβολιαστεί πάνω το 50% του πληθυσμού θα πρέπει να τηρήσουμε τα βασικά μέτρα. Οι επιστήμονες μας διαβεβαιώνουν πως τα μέτρα αυτά είναι αποτελεσματικά.
Επομένως, δεν χρειάζονται γνώσεις πυρηνικής φυσικής, χρειάζεται απλά η συμμόρφωση με αυτά που μας λένε οι ειδικοί, αλλά και να βεβαιωνόμαστε ότι αν χρειάζεται να ληφθούν γενναίες αποφάσεις -κυρίως επίπονες αποφάσεις από οικονομικής άποψης- να φροντίζουμε να τις λαμβάνουμε εγκαίρως και να αξιοποιούμε τον χρόνο που κερδίζουμε για την ενίσχυση του συστήματος υγείας. Κληρονομήσαμε ένα σύστημα υγείας που ήταν ιδιαίτερα προβληματικό, διπλασιάσαμε τις κλίνες ΜΕΘ. Αλλά ακόμα και αυτό δεν είναι αρκετό, αν δεν γίνει προληπτική και δυναμική διαχείριση της πανδημίας.
John Micklethwait: Από την οπτική γωνία της Ελλάδας, αν δεν απατώμαι είστε μία από τις χώρες όπου γίνεται συζήτηση για επιστροφή της ζωής σε κανονικές συνθήκες. Αισθάνεστε ότι αυτό το βήμα έχει πλέον μετατεθεί; Πότε αναμένετε την επιστροφή σε κανονική δραστηριότητα;
Κυριάκος Μητσοτάκης: Πολλά θα εξαρτηθούν από τον ρυθμό του εμβολιασμού. Όλες οι ευρωπαϊκές χώρες έχουν αναπτύξει τις υποδομές και θα μπορούσαμε να χορηγήσουμε πολύ περισσότερα εμβόλια, αλλά δεν έχουμε πρόσβαση σε αυτά. Μολαταύτα, και παρά τις καθυστερήσεις στην αδειοδότηση των εμβολίων, εξακολουθώ να πιστεύω ότι η συνεργασία σε ευρωπαϊκό επίπεδο για την προμήθεια εμβολίων είναι -σε γενικές γραμμές- πετυχημένη. Φυσικά θα πιέσουμε τις φαρμακευτικές εταιρείες ώστε να τηρήσουν τους όρους των συμβολαίων και να παραδώσουν εμβόλια ταχύτερα.
Αλλά αντιμετωπίζω με κάποιο σκεπτικισμό αυτές τις καθημερινές μετρήσεις πόσων έχουμε εμβολιάσει. Πήραμε συνειδητά την απόφαση να διασφαλίσουμε ότι πάντοτε θα έχουμε απόθεμα για τη δεύτερη δόση, ώστε να μην προκύψει οποιαδήποτε καθυστέρηση, διότι γνωρίζουμε ότι τα εμβόλια έχουν εγκριθεί με βάση πολύ συγκεκριμένες κλινικές δοκιμές. Δεν θέλουμε να πάρουμε το ρίσκο να μην έχουμε δόσεις και να μη χορηγήσουμε εγκαίρως τη δεύτερη δόση, σύμφωνα με τα πρωτόκολλα βάσει των οποίων έχουν εγκριθεί αυτά τα εμβόλια.
Εάν υποθέσουμε ότι το δεύτερο τρίμηνο θα υπάρξει μεγάλη πρόοδος όσον αφορά τον αριθμό των διαθέσιμων εμβολίων, αναμένω ότι ο πραγματικά μαζικός εμβολιασμός θα αρχίσει σε κάποιο σημείο από τον Μάρτιο και θα συνεχιστεί τον Απρίλιο και τον Μάιο.
Εάν επίσης υποθέσουμε ότι υπάρχει ένας βαθμός εποχικότητας, όπως παρατηρήσαμε πέρυσι, μπορεί κανείς να προβλέψει επιστροφή στην κανονικότητα έως τα τέλη της άνοιξης, αρχές του καλοκαιριού. Βεβαίως, είναι πολύ σημαντικό για εμάς, δεδομένου ότι θέλουμε οι άνθρωποι να ταξιδέψουν και να έρθουν στην Ελλάδα, αλλά θέλουμε να έρθουν με ασφάλεια.
Γι’ αυτό τον λόγο αναλάβαμε την πρωτοβουλία, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, σχετικά με κάποιας μορφής πιστοποιητικό εμβολιασμού. Προφανώς αυτή τη στιγμή -έχουμε εμβολιάσει κοντά στο 2% του πληθυσμού μας- δεν πρόκειται για συζήτηση που αφορά το σήμερα, αλλά θα χρειαστεί να γίνει συντομότερα παρά αργότερα.
Επομένως, οι προϋποθέσεις για τη διευκόλυνση όσων ταξιδεύουν, εφόσον έχουν εμβολιαστεί, θα είναι ένα σημαντικό θέμα για ολόκληρη την Ευρώπη. Έως τότε θα βλέπουμε ένα σταμάτα-ξεκίνα. Όπως είπα, πριν από λίγες ημέρες ανοίξαμε το λιανεμπόριο. Παρακολουθούμε τα κρούσματα με μεγάλη προσοχή. Αλλά όλο αυτό προκαλεί μεγάλη οικονομική ζημιά. Έχουμε υποστηρίξει την αγορά εργασίας μέσω ενεργών λύσεων αναστολής εργασίας, αλλά γνωρίζουμε ότι δεν μπορούμε να το κάνουμε για πάντα.
Συνεπώς, πολλά πραγματικά εξαρτώνται αφενός από τη διαθεσιμότητα εμβολίων και αφετέρου από τη συμμόρφωση των πολιτών με βασικούς κανόνες που γνωρίζουμε ότι αποφέρουν αποτελέσματα. Είμαι συγκρατημένα αισιόδοξος και στα δύο μέτωπα.
John Micklethwait: Κύριε πρωθυπουργέ, ένα πιο πολιτικό θέμα για εσάς.. Πιστεύετε πως ο κόσμος οφείλει να ασκήσει πίεση στην Κίνα σχετικά με αυτό;
Κυριάκος Μητσοτάκης: Συμφωνώ με τον Dr Fauci, κατ’ αρχάς για την ευθύνη που έχει η Κίνα να είναι πιο διαφανής σε αυτό το θέμα. Και συμφωνώ ως προς τον ρόλο του ΠΟΥ. Σχεδιάστηκε για να υπηρετήσει αυτό τον σκοπό και είναι ξεκάθαρο πως έχει έναν πολύ σημαντικό ρόλο να διαδραματίσει. Σίγουρα, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, καθώς και εμείς είμαστε ένας υπερεθνικός οργανισμός που επιδιώκει την ευημερία των Ευρωπαίων πολιτών και εμείς θα πρέπει να κάνουμε περισσότερα και να συντονίσουμε τις πολιτικές μας. Είναι σε εξέλιξη και μια μεγάλη συζήτηση σχετικά με την εξάρτησή μας από την αλυσίδα προμηθειών…
John Micklethwait: Κατ’ αρχάς, δεν ήταν η καλύτερη στιγμή για την Ευρωπαϊκή Ένωση, ούτε και της αμερικανικής κυβέρνησης βεβαίως. Πιστεύετε πως πλέον η ΕΕ κατάφερε να αναλάβει κοινή δράση;
Κυριάκος Μητσοτάκης: Στην αρχή ήταν ένας πραγματικός αγώνας, ένας εθνικός αγώνας, μια Άγρια Δύση, όταν κάθε χώρα προσπαθούσε να εξασφαλίσει προστατευτικά υλικά τον Απρίλιο και το Μάιο. Θα έλεγα όμως ότι, παρά τις καθυστερήσεις, το γεγονός ότι η ΕΕ αποφάσισε να αγοράσει εμβόλιο κεντρικά και να τα διαθέσει ανάλογα με τον πληθυσμό, χωρίς να κάνει καμία διάκριση ανάμεσα σε φτωχές και πλούσιες χώρες μέσα στην ΕΕ, ήταν μια στιγμή ευρωπαϊκής αλληλεγγύης.
Εγώ, από την πλευρά μου, θεώρησα σωστό το γεγονός ότι η ΕΕ διαπραγματευόταν εξ ονόματος της χώρας μας, αντί να χρειαστεί να διαπραγματευτούμε εμείς ως μια χώρα μεσαίου μεγέθους με τις μεγάλες φαρμακευτικές εταιρείες για το συγκεκριμένο ζήτημα. Θα μπορούσαμε να τα είχαμε πάει καλύτερα (ως ΕΕ) και με πιο γρήγορους ρυθμούς; Ασφαλώς, αλλά ας μην ξεχνάμε ότι όλοι έχουμε πρόσβαση στα εμβόλια και καλώς εχόντων των πραγμάτων και οι ρυθμοί θα επιταχυνθούν, καθώς καταφέραμε να αγοράσουμε τα εμβόλια σε κεντρικό, ευρωπαϊκό επίπεδο.
Και επίσης χρειαζόμαστε εγκρίσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Ξέρετε ότι έχουν εγκριθεί δύο εμβόλια και εκκρεμεί η έγκριση του εμβολίου της AstraZeneca. Αν δοθεί έγκριση από την ΕΕ, καλώς εχόντων των πραγμάτων, θα έχουμε πρόσβαση και σε αυτό το τρίτο εμβόλιο. Πάντως, νομίζω πως η κρίση μάς δίδαξε πολλά για το πώς μπορούμε να βελτιώσουμε τη συνεργασία μας σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Πηγή: iefimerida.gr