Κύριοι,
Σαν Εμπορικός σύλλογος Χανίων πάντα παρεμβαίνουμε καλοπροαίρετα για να διορθώσουμε τυχόν λάθη και παραλείψεις για την διαχείριση του covid-19 από το κράτος και τις αρμόδιες υπηρεσίες. Απευθυνθήκαμε λοιπόν στο σύλλογο λογιστών για να μας κάνει μια γνωμοδότηση για τον τρόπο που υπολογίζονται οι επιστρεπτέες προκαταβολές στις επιχειρήσεις. Η γνωμοδότηση ήταν η παρακάτω:
Γνωμοδότηση συλλόγου Λογιστών νομού Χανίων:
Ο τύπος υπολογισμού της Επιστρεπτέας 4 & 5, όπως και των προηγουμένων (1,2,3), υπολογίζει την μείωση τζίρου που υπέστη κάθε επιχείρηση και αποδίδει στην επιχείρηση σε μορφή αποζημίωσης / δανεισμού, το κέρδος που απώλεσε από την μείωση αυτή.
Στον υπολογισμό αυτό απαιτείται:
Α) η δήλωση του τζίρου (σε σύγκριση με τον αντίστοιχο του προηγούμενου έτους) και
Β) η εύρεση του ποσοστού κέρδους (η ποσοστιαία διαφορά εσόδων εξόδων) ώστε αυτή να πολλαπλασιαστεί με το ύψος της απώλειας του τζίρου και να αποδώσει στην επιχείρηση (αφαιρώντας και τυχόν αποζημιώσεις αναστολών που έχουν δοθεί σε εργαζόμενους της) την αποζημίωση/δανεισμό.
(Για τα ανωτέρω βλέπε για την Επιστρεπτέα 4 το άρθρο 4 της ΓΔΟΥ 281/2020 και για την Επιστρεπτέα 5 το άρθρο 4 της ΓΔΟΥ 19/2021)
Οι υπεύθυνοι σχεδιασμού της διαδικασίας υπολογισμού της Επιστρεπτέας αποφάσισαν εσφαλμένα κατά την άποψή μας, να λαμβάνουν τα στοιχεία υπολογισμού από τις περιοδικές δηλώσεις ΦΠΑ και όχι από τα βιβλία ή τις ετήσιες φορολογικές δηλώσεις εισοδήματος. Το σφάλμα έγκειται στο γεγονός ότι στις περιοδικές δηλώσεις ΦΠΑ, δεν καταγράφονται βασικά στοιχεία δαπανών, άρα οι υπολογισμοί καταλήγουν σε σοβαρά λάθη !!
Συγκεκριμένα στις περιοδικές δηλώσεις ΦΠΑ δεν αναγράφονται οι αγορές και οι δαπάνες που δεν έχουν ΦΠΑ όπως π..χ τα ενοίκια, οι μισθοδοσίες, οι αποσβέσεις κτλ. Το ότι δεν αναγράφονται είναι απολύτως ορθό γιατί το Τμήμα ΦΠΑ του Υπ Οικονομικών, δεν σχεδίασε τις περιοδικές δηλώσεις ΦΠΑ για να εξάγονται αποτελέσματα εσόδων εξόδων, αλλά τις σχεδίασε κατά τρόπο ώστε να μπορεί από αυτές να διεκπεραιωθεί ορθώς η απόδοση του ΦΠΑ ! Άρα οι περιοδικές ΦΠΑ στην πλευρά των εισροών δεν περιέχουν σοβαρά κονδύλια αγορών και δαπανών όταν αυτά δεν είναι υπαγόμενα σε ΦΠΑ.
Ας δούμε η χρήση των περιοδικών δηλώσεων ΦΠΑ για τον υπολογισμό των Επιστρεπτέων τι προβλήματα δημιουργεί από τις προαναφερόμενες ελλείψεις στην καταγραφή δεδομένων:
Για το Α) απαιτούμενο δηλαδή για την εύρεση του τζίρου:
Εδώ όλα δηλώνονται κανονικά μια που στην περιοδική δήλωση ΦΠΑ αναφέρονται όλα τα στοιχεία τζίρου (έσοδα με ή χωρίς ΦΠΑ) άρα οι υπολογισμοί είναι επαρκείς.
Για το Β) όμως δηλαδή για την εύρεση του ποσοστού κέρδους (η ποσοστιαία διαφορά εσόδων εξόδων) εξαιτίας της έλλειψης σημαντικών στοιχείων δαπανών και αγορών οι υπολογισμοί παρουσιάζουν μεγάλες αποκλίσεις:
Στις εμπορικές επιχειρήσεις οι περισσότερες αγορές και δαπάνες υπάγονται σε ΦΠΑ, με εξαίρεση την μισθοδοσία και το ενοίκιο, τα οποία όμως αναλογικά έχουν μικρό ποσοστό σε σχέση με τις υπόλοιπες εισροές τους (αγορές εμπορευμάτων κτλ). Άρα αφού προαναφέραμε πως στις περιοδικές δηλώσεις ΦΠΑ εμφανίζονται μόνο οι αγορές και οι δαπάνες που έχουν ΦΠΑ, στις εμπορικές επιχειρήσεις θα εμφανίζεται το μεγαλύτερο μέρος αυτών και έτσι, συγκρίνοντας με τα αντίστοιχα έσοδα, θα εξάγεται χαμηλό ποσοστό κέρδους (ποσοστιαία διαφορά εσόδων εξόδων).
Αντίθετα σε άλλες επιχειρήσεις άλλων κλάδων οι αγορές και οι δαπάνες με ΦΠΑ είναι αναλογικά περιορισμένες σε σχέση με αυτές που δεν έχουν ΦΠΑ. Αυτό γιατί το κόστος μισθοδοσίας και οι αποσβέσεις είναι δαπάνες που δεν έχουν ΦΠΑ και αποτελούν το μεγαλύτερο μέρος της δαπάνης λειτουργίας των επιχειρήσεων αυτών, σε σχέση με τα εμπορικά καταστήματα. Στις παραπάνω επιχειρήσεις άλλων κλάδων ιδίως στις μεγάλες, εφόσον όπως προαναφέραμε, οι δαπάνες χωρίς ΦΠΑ δεν καταχωρούνται στις περιοδικές δηλώσεις ΦΠΑ, σημαίνει ότι δεν καταγράφεται ένα μεγάλο μέρος των εξόδων, άρα προκύπτει μεγάλο ποσοστού κέρδους (η ποσοστιαία διαφορά εσόδων εξόδων) !
Συνεπώς:
– επειδή όσο μεγαλύτερο είναι το ποσοστό κέρδους (η ποσοστιαία διαφορά εσόδων εξόδων) μιας επιχείρησης τόσο μεγαλύτερη θα είναι η αποζημίωση της Επιστρεπτέας,
– επειδή βάση των όλων εγκύκλιων που αφορούν τις Επιστρεπτέες τα ποσοστά κέρδους (η ποσοστιαία διαφορά εσόδων εξόδων) έχει αποφασιστεί αυτά να προκύπτουν από τις περιοδικές δηλώσεις ΦΠΑ
– επειδή όμως, όπως προαναφέραμε, στις περιοδικές δηλώσεις ΦΠΑ δεν δηλώνονται οι αγορές και οι δαπάνες χωρίς ΦΠΑ
Προκύπτει ότι :
Οι επιχειρήσεις άλλων κλάδων ειδικά στον τουρισμό (ιδίως οι μεγάλες) οι οποίες έχουν περιορισμένες αναλογικά αγορές με ΦΠΑ και πολύ μεγάλο εύρος εξόδων χωρίς ΦΠΑ (μισθοδοσίες, αποσβέσεις) θα παρουσιάσουν πολύ υψηλό ποσοστό κέρδους (η ποσοστιαία διαφορά εσόδων εξόδων), αφού στις περιοδικές δηλώσεις ΦΠΑ δεν καταγράφεται μεγάλος όγκος εξόδων !!!
Αντίθετα οι εμπορικές επιχειρήσεις οι οποίες καταγράφουν το μεγαλύτερο μέρος των εισροών τους (αγορές και έξοδα) με ΦΠΑ θα παρουσιάσουν αναλογικά με τις άλλες επιχειρήσεις πολύ μικρότερο ποσοστό κέρδους (η ποσοστιαία διαφορά εσόδων εξόδων) αφού στις περιοδικές δηλώσεις ΦΠΑ καταγράφεται το μεγαλύτερο μέρος των αγορών και εξόδων της.
Τουτέστιν οι άλλες επιχειρήσεις (ιδίως οι μεγάλες), βάση των περιοδικών δηλώσεων ΦΠΑ, δείχνουν υπερβολικά μεγαλύτερο (αναλογικά) ποσοστό κέρδους από τις αντίστοιχες εμπορικές και συνεπώς, εφόσον στους υπολογισμούς της Επιστρεπτέας όσο μεγαλύτερο είναι το ποσοστό κέρδους αυτό, τόσο μεγαλύτερη είναι και η αποζημίωση/δανεισμός από την επιστρεπτέα, συμπεραίνουμε ότι ευνοούνται οι πρώτες έναντι των εμπορικών επιχειρήσεων !
Κατόπιν των ανωτέρω θεωρούμε μεγάλο λάθος που θεωρήθηκε ως βάση υπολογισμών των αποζημιώσεων της επιστρεπτέας, οι περιοδικές δηλώσεις ΦΠΑ οι οποίες έχουν ελλειπή στοιχεία όσο αφορά τον προσδιορισμό του ποσοστού κέρδους. Έπρεπε το ποσοστό κέρδους (η ποσοστιαία διαφορά εσόδων εξόδων) να υπολογιστεί βάση του εντύπου Ε3 της Φορολογίας εισοδήματος της χρήσης 2019 ώστε να αποδίδονται ακριβή στοιχεία και να μην καταλήγουμε σε άδικη μεταχείριση μεταξύ βασικών κλάδων της οικονομίας. Ειδικά στην 1η και 2η επιστρεπτέα που έγινε πριν την υποβολή των δηλώσεων της χρήσης 2019 θα μπορούσαν να ληφθούν υπόψη τα ποσοστά κέρδους (η ποσοστιαία διαφορά εσόδων εξόδων) της χρήσης του 2018 ή τέλος πάντων να ζητηθεί δήλωση των πολύπαθων λογιστών. Εξάλλου η χρήση του 2018 χρησιμοποιήθηκε ως μεταβλητή στην διαδικασία υπαγωγής μέτρων αποζημιώσεων λόγω Covid (αποζημιώσεις, αναστολές κτλ).
Κατόπιν όλων αυτών και μετά την παραπάνω γνωμοδότηση ζητάμε να διορθωθεί αυτή η ανισότητα προς τις εμπορικές επιχειρήσεις στις επόμενες επιστρεπτέες, και καλούμε το Υπουργείο Οικονομικών τουλάχιστον για τους αυτοαπασχολούμενους και τις πολύ μικρές εμπορικές επιχειρήσεις να μετατρέψει όλες τις επιστρεπτέες (1,2,3,4,5,6,7 κλπ) σε μη επιστρεπτέες σαν ένδειξη καλής θέλησης βοήθειας και σαν ένδειξη διόρθωσης τυχόν αδικίας και ανισότητας απέναντι σε ένα κλάδο που αργοσβήνει ενώ παράλληλα συμβάλει τα μέγιστα στην απασχόληση.
Με εκτίμηση
O Πρόεδρος Ο Γενικός Γραμματέας
Τοπολιανάκης Γεώργιος Μπαρμπόπουλος Παναγιώτης