Η ατμοσφαιρική ρύπανση είναι πιο επικίνδυνη για την παγκόσμια υγεία απ’ ό,τι το κάπνισμα ή η κατανάλωση αλκοόλ, με την απειλή αυτή να επικεντρώνεται σε συγκεκριμένες περιοχές του πλανήτη, όπως η Νότια Ασία και η Αφρική, όπως προκύπτει από έρευνα που δόθηκε στη δημοσιότητα.
Ωστόσο, το ύψος των κονδυλίων που αφιερώνεται στην αντιμετώπιση του προβλήματος είναι πολύ μικρότερο από εκείνο που προορίζεται για την αντιμετώπιση των μολυσματικών ασθενειών, όπως αναφέρεται στην έρευνα του Ινστιτούτου Ενεργειακής Πολιτικής του Πανεπιστημίου του Σικάγο (EPIC).
Η ετήσια έκθεσή του με τίτλο “Δείκτης Ζωής για την Ποιότητα του Αέρα (AQLI)” δείχνει ότι η ρύπανση από λεπτά αιωρούμενα σωματίδια – που προκαλείται από τις βιομηχανικές εκπομπές, από τις εκπομπές των οχημάτων, από τις δασικές πυρκαγιές και από άλλους παράγοντες – παραμένει «η σοβαρότερη εξωγενής απειλή για τη δημόσια υγεία».
Αν η παγκόσμια κοινότητα μείωνε διά παντός αυτούς τους ρύπους, ώστε να επιτύχει το όριο που θέτουν οι οδηγίες του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ), τότε ο μέσος άνθρωπος θα πρόσθετε 2,3 χρόνια στο προσδόκιμο ζωής του, σύμφωνα με τα στοιχεία που συγκέντρωσε το EPIC το 2021.
Τα αιωρούμενα σωματίδια συνδέονται με νόσους των πνευμόνων, καρδιακές νόσους, εγκεφαλικά και καρκίνο.
Συγκριτικά, η χρήση προϊόντων καπνού μειώνει το παγκόσμιο προσδόκιμο ζωής κατά 2,2 χρόνια, ενώ ο παιδικός και ο μητρικός υποσιτισμός ευθύνονται για μια μείωση 1,6 ετών.
Η Ασία και η Αφρική είναι εκείνες που αντιμετωπίζουν το μεγαλύτερο πρόβλημα, έχοντας μάλιστα τις χειρότερες υποδομές για να παρέχουν στους πολίτες εγκαίρως και με ακρίβεια ενημερωτικά στοιχεία. Επιπλέον, λαμβάνουν πολύ μικρό – από το ήδη περιορισμένο – μερίδιο από την παγκόσμια “φιλανθρωπική πίτα”.
Για παράδειγμα, ολόκληρη η αφρικανική ήπειρος λαμβάνει λιγότερο από 300.000 δολάρια για την αντιμετώπιση της ρύπανσης του αέρα.
«Υπάρχει μια μεγάλη διαφορά ανάμεσα στο πού παρατηρείται η χειρότερη ατμοσφαιρική ρύπανση και πού, συλλογικά και παγκοσμίως, χρησιμοποιούμε πόρους για να διορθώσουμε το πρόβλημα», δήλωσε στο Γαλλικό Πρακτορείο η Κρίστα Χάζενκοπφ, διευθύντρια Προγραμμάτων Ποιότητας του αέρα στο EPIC.
Ενώ υπάρχει μια διεθνής χρηματοδοτική σύμπραξη που ονομάζεται Παγκόσμιο Ταμείο, και η οποία εκταμιεύει 4 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως για το HIV/AIDS, την ελονοσία και τη φυματίωση, δεν υπάρχει κάτι ανάλογο για την ατμοσφαιρική ρύπανση.
«Ωστόσο, η ατμοσφαιρική ρύπανση στερεί περισσότερα χρόνια από τη ζωή του μέσου ανθρώπου στη Λ.Δ. Κονγκό και στο Καμερούν από το HIV/AIDS, την ελονοσία και άλλες απειλές για την υγεία», αναφέρει η έκθεση.
Στην κορυφή το Μπαγκλαντές
Παγκοσμίως, η Νότια Ασία είναι η περιοχή που πλήττεται περισσότερο. Το Μπαγκλαντές, η Ινδία, το Νεπάλ και το Πακιστάν είναι κατά σειρά οι πρώτες τέσσερις πιο μολυσμένες χώρες. Σύμφωνα με τη μοντελοποίηση δεδομένων που έκανε το EPIC, οι κάτοικοι του Μπαγκλαντές – όπου το μέσο επίπεδο έκθεσης σε λεπτά αιωρούμενα σωματίδια υπολογίζεται σε 74 μg/m3 – θα μπορούσαν να δουν να αυξάνεται κατά 6,8 χρόνια το προσδόκιμο ζωής τους, εάν το όριο ρύπανσης μειωνόταν στα 5 μg/m3, το επίπεδο που συνιστάται από τον ΠΟΥ.
Η πρωτεύουσα της Ινδίας, το Νέο Δελχί, θεωρείται «η πιο μολυσμένη μεγαλούπολη στον κόσμο», με μέσο ετήσιο ρυθμό 126,5 μg/m3. Αντίθετα, η Κίνα «έχει καταγράψει αξιοσημείωτη πρόοδο στην καταπολέμηση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης», που ξεκίνησε το 2014, υπογραμμίζει στο AFP η Χάζενκοπφ. Έτσι, η μέση ατμοσφαιρική ρύπανση στη χώρα μειώθηκε κατά 42,3% μεταξύ 2013 και 2021, αλλά παραμένει έξι φορές υψηλότερη από το όριο που προτείνει ο ΠΟΥ. Εάν αυτή η πρόοδος συνεχιστεί με την πάροδο του χρόνου, ο κινεζικός πληθυσμός θα αποκτήσει κατά μέσο όρο 2,2 χρόνια προσδόκιμο ζωής, όπως εκτιμά το EPIC.
Πηγή: neakriti.gr