Ενώπιον του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Κρήτης στα Χανιά βρίσκεται σήμερα Δευτέρα 3 Απριλίου, ο Μανόλης Καλομοίρης προκειμένου να απολογηθεί για την δολοφονία του Γιώργου Ξυλούρη, ο οποίος κατά τη διάρκεια εμπλοκής δολοφόνησε τον 63χρονο Λευτέρη Καλομοίρη. Το διπλό φονικό έλαβε χώρα τον Μάιο του 2020 στα Ανώγεια.
Ο κατηγορούμενος περιγράφοντας τα όσα συνέβησαν υποστήριξε πως φοβήθηκε και λειτούργησε υπό το καθεστώς φόβου και με το ένστικτο της αυτοσυντήρησης, ενώ ανάλαβε την ευθύνη για το όπλο που υπήρχε στο σπίτι του.
“Από εκείνο το βράδυ υπάρχουν εικόνες σκόρπιες. Όλα αυτά τα χρόνια προσπάθησα να τις κατανείμω στη σωστή σειρά. Μέχρι σήμερα δεν τα έχω καταφέρει” είπε αρχικά ο Μανόλης Καλομοίρης.
Αναφερόμενος στις σχέσεις του Ξυλούρη με την οικογένεια του υποστήριξε ότι υπήρχε μια διαμάχη με τον πατέρα του. “Οι σχέσεις μας δεν ήταν καλές. Εγώ τη θεωρούσα αστεία αυτή τη διαμάχη. Δεν είχα ασχοληθεί ποτέ με κτηματικές διάφορες. Εκείνο το κομμάτι γης για μας δε σήμαινε τίποτα και να σας το χάριζαν δεν θα το παίρνατε. Για εκείνον ήταν όλη του η ζωή. Η συμπεριφορά του ήταν εριστική με όλους κι έλεγα στον πατέρα μου πως με όλους το ίδιο είναι” πρόσθεσε.
Για το μοιραίο βράδυ υποστήριξε: “Αν ήθελα να τον βλάψω ή να επέλθει σύγκρουση, θα έμπαινα στο σπίτι μου, θα ταμπουρωνόμουνα και θα περίμενα. Είπα να φύγω σκεπτόμενος πως ακόμη κι αν πυροβολήσει το σπίτι και το αμάξι, δεν θα κινδυνεύσει κάνεις. Εκείνος μας κυνήγησε. Ο πατέρας μου ήταν ο μοναδικός άνθρωπος που με ακούμπησε στην αριστερή ωμοπλάτη κι αυτό το ακούμπισμα το νοιώθω ακόμη”, περιγράφει ο κατηγορούμενος και συνεχίζει.
“Μπήκα στο σπίτι και πήρα ένα όπλο. Ανάθεμα την ώρα που το έβαζα στη μέση μου και που το έπαιρνα ” είπε κλαίγοντας ο Μανόλης Καλομοίρης περιγράφοντας όσα συνέβησαν. “Έσφαλα κυρία πρόεδρε. Λειτούργησα υπό καθεστώς φόβου και με το ένστικτο της αυτοσυντήρησης. Ήταν ένα όπλο με μια γεμιστήρα γεμάτο σφαίρες. Αφού δε φρόντισα να απομακρυνθεί το όπλο από το σπίτι, αναλαμβάνω όλη την ευθύνη. Τα όπλα δεν έχουν θέση σε κανενός το σπίτι, ούτε Ξυλούρη, ούτε Καλομοίρη. Πίστεψα ότι ο Ξυλούρης αν έρθει θα μας γαζώσει. Ήξερα ότι ο Ξυλούρης δε θα ερχόταν με τα χέρια. Σκέφτηκα πως αν έβλεπε ότι έχω όπλο θα σταματήσει. Άκουγα φωνές το μικρό διάστημα που ήμουν στο σπίτι. Δεν προσπάθησε κάνεις να με πάρει και κάνεις δεν είδε ότι πήρα όπλο. Έφυγα με βήμα γοργό, με δική μου πρωτοβουλία, έφυγα σε αντίθετη κατεύθυνση απ’ το σπίτι μου. Ο λόγος ήταν ότι φοβόμουν πως θα μας γαζώσει. Όλοι έφυγαν με δική μου προτροπή”, περιγράφει ο Μανόλης Καλομοίρης.
“Έφυγα από το σπίτι χωρίς να πιστέψω ότι θα μας κυνηγήσει. Κάποια στιγμή, άκουσα πολλές φωνές παρατεταμένες: Παναγία μου το Λευτέρη! Ρε Λευτέρη!” συνέχισε ο κατηγορούμενος χωρίς να μπορεί να συγκρατήσει τα δάκρυα του, κάνοντας την Πρόεδρο να του προτείνει μικρή διακοπή.
Εκείνος συνέχισε: “Έχω πει και θα ξαναπώ ότι πυροβολισμό δεν άκουσα. Σεβόμενος τη μνήμη και των δύο ανθρώπων θα πω την αλήθεια. Η φυλακή και η κατάσταση που νιώθω είναι το λιγότερο που έχω χάσει. Ορφάνεψα. Έχασα έναν άγιο πατέρα, έχασα τον άνθρωπο μου κι έχω διαπράξει τη μεγαλύτερη αμαρτία. Δεν είμαι κακοποιός, δεν είμαι εγκληματίας, δεν έγινα από επιλογή, σας ορκίζομαι, δεν ήθελα. Αντιλήφθηκα ότι χάνω τον πατέρα μου. Αν έβγαλα φτερά ή όχι δεν το θυμάμαι. Πως έφτασα δεν το θυμάμαι. Βγαίνοντας από το στενό έβλεπα σώματα. Τον πατέρα μου δεν τον έβλεπα. Σας δίνω το λόγο μου ότι δεν θυμάμαι αν έσπρωξα τους ανθρώπους. Ο πρώτος άνθρωπος που είδα ήταν ο Ξυλούρης. Είδα κάτω τον πατέρα μου. Η εικόνα του νεκρού μου πατέρα στοιχειώνει τις μέρες, τα βράδια και τις σκέψεις μου. Είναι μόνιμα στο μυαλό μου. Όλες τις μέρες που κάθομαι στη καρέκλα έχω καρφωμένο το βλέμμα στην εικόνα που βρίσκεται από πάνω σας. Κυρία πρόεδρε, τον βλέπω σ’ αυτή την εικόνα. Ένα πράγμα σκέφτομαι: Χριστέ μου γιατί με παράτησες. Αργότερα έμαθα ότι επάνω στο Σταυρό το ίδιο πράγμα είπε στον πατέρα του. Κυρία πρόεδρε, όταν είδα τον πατέρα μου νεκρό ανήμπορο να μου μιλήσει πάτησα τη σκάνδαλο ενστικτωδώς όσο πιο δυνατά κι όσο πιο γρήγορα μπορούσα’’.
Πηγή: neakriti.gr