Ικανοποιημένοι με τον τρόπο που η κυβέρνηση χειρίστηκε την πανδημία της COVID-19 εμφανίζοντα8ι σχεδόν δύο στους τρεις Έλληνες (65,1%), σύμφωνα με έρευνα που πραγματοποίησε η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης (EBRD) σε συνεργασία με το γερμανικό ινστιτούτο Ifo.
Η έρευνα για τον αντίκτυπο του κορωνοϊού πραγματοποιήθηκε τον Αύγουστο μεταξύ σχεδόν 40.000 ατόμων από οχτώ χώρες που χρηματοδοτούνται από την EBRD, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα, και από έξι άλλες χώρες της Δυτικής Ευρώπης (Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία, Ολλανδία, Ισπανία και Σουηδία), ενώ τα αποτελέσματά της ενσωματώθηκαν στην έκθεση της EBRD για τις οικονομικές προοπτικές των χωρών – μελών της που δόθηκαν σήμερα στη δημοσιότητα.
Το ποσοστό ικανοποίησης των πολιτών από τους χειρισμούς της κυβέρνησης στην Ελλάδα είναι το τέταρτο υψηλότερο μεταξύ των 14 χωρών, μετά από αυτό στην Ολλανδία, τη Γερμανία και την Ιταλία.
Στην έκθεσή της η EBRD, σύμφωνα με το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, προβλέπει μεγαλύτερη ύφεση για το 2020 και μικρότερη ανάκαμψη για το 2021 για την Ελλάδα, όπως και συνολικά για τις χώρες που χρηματοδοτεί, σε σχέση με τις προβλέψεις που είχε κάνει τον περασμένο Μάιο, τονίζοντας όμως ότι προβλέψεις αυτές υπόκεινται σε υψηλό βαθμό αβεβαιότητας.
Για την Ελλάδα προβλέπει ύφεση 9,5% φέτος και ανάπτυξη 4% το 2021 έναντι ύφεσης 6% και ανάπτυξης επίσης 6%, αντίστοιχα, που προέβλεπε τον Μάιο. Για το σύνολο της περιοχής EBRD προβλέπει ύφεση 3,9% φέτος και ανάπτυξη 3,6% το 2021 έναντι ύφεσης 3,5% και ανάπτυξης 4,8% τον Μάιο. H EBRD σημειώνει ότι η COVID-19 διέκοψε απότομα τη σταθερή ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας.
«Πριν από την πανδημία, όλοι οι οικονομικοί δείκτες κινούνται στη σωστή κατεύθυνση: αύξηση του ΑΕΠ (1,9% το 2018 και το 2019), σταθερή μείωση της ανεργίας, ισχυρά δημοσιονομικά πλεονάσματα και σε υψηλό 12ετίας ο δείκτης οικονομικού κλίματος».
Σημειώνει ακόμη ότι «η ισχυρή δημοσιονομική επίδοση και τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους τα τελευταία χρόνια πρόσφεραν τα εφόδια για την υλοποίηση ενός ισχυρού δημοσιονομικού πακέτου αντίδρασης στην πανδημία της COVID-19, το οποίο ανέρχεται στο 8,4% του ΑΕΠ και περιλαμβάνει μία σειρά μέτρων για την απορρόφηση του αντίκτυπου της πανδημίας, στις επιχειρήσεις, τα νοικοκυριά και τις ευπαθείς ομάδες».
Από την έρευνα της EBRD για τις επιπτώσεις του κορονοϊού προκύπτει ότι αυτές ήταν σημαντικά εντονότερες στις χώρες που χρηματοδοτεί σε σχέση με τις έξι χώρες της Δυτικής Ευρώπης, ενώ και μεταξύ των πρώτων υπήρχαν μεγάλες διαφορές.
Στην ερώτηση για το κλείσιμο οικογενειακών επιχειρήσεων, το ποσοστό των ελληνικών νοικοκυριών που απάντησε θετικά ήταν 6,5% με το υψηλότερο ποσοστό να καταγράφεται στην Αίγυπτο (33,2%) και το χαμηλότερο στην Ολλανδία (1,2%). Ποσοστό 16,4% των Ελλήνων δήλωσαν ότι έχασαν τη θέση εργασίας τους, με το χαμηλότερο να καταγράφεται στη Γερμανία (3,4%) και το υψηλότερο στην Αίγυπτο (23%). Σε αναστολή σύμβασης τέθηκε το 15,3% των Ελλήνων, σύμφωνα με την έρευνα, με τους Ολλανδούς να δηλώνουν το χαμηλότερο ποσοστό (3,4%) και του Αιγύπτιους το υψηλότερο (30%).
Το 12,6% των Ελλήνων δήλωσαν ότι έλαβαν προσωρινά άδεια άνευ αποδοχών, ενώ το 25% είπε ότι είχε μείωση μισθού και το 18,4% ότι υπήρξε καθυστέρηση στην καταβολή του.
Το 17,4% των Ελλήνων δήλωσαν ότι εργάστηκαν περισσότερες ώρες και το 11,6% ότι έκαναν δεύτερη δουλειά, ενώ ένα ποσοστό 14,7% που δεν εργάζονταν πριν βρήκαν νέα εργασία. Λίγο περισσότεροι από έναν στους τρεις Έλληνες (το 36,8%) δήλωσαν ότι δεν επηρεάστηκαν από την COVID-19, με το υψηλότερο σχετικό ποσοστό να καταγράφεται στην Ολλανδία (72,9%) και το χαμηλότερο στην Αίγυπτο (9,1%).
Όσον αφορά την αλλαγή της καταναλωτικής συμπεριφοράς στη διάρκεια της πανδημίας, τα ελληνικά νοικοκυριά απάντησαν ότι μείωσαν την κατανάλωση τροφίμων (το 19,3%), το κάπνισμα (το 16,2%), το αλκοόλ (το 30%), τη χρήση αυτοκινήτου (το 28,8%) και τα πολυτελή αγαθά (το 40%). Περισσότεροι από ένας στους δύο (55,6%) δήλωσαν ότι περιόρισαν τις διακοπές τους, ενώ το 2,2% είπε ότι αθέτησε την πληρωμή δόσης στεγαστικού δανείου.