Όλοι οι αγρότες έχουν πολύ μεγάλο όφελος από την όσο γίνεται μεγαλύτερη προσκόμιση στοιχείων πραγματοποίησης εξόδων για την καλλιέργειά τους. Ακόμα κι αν δεν παραδώσουν προϊόν, δε θα γλιτώσουν τη φορολογία εισοδήματος κι αυτό διότι θα φορολογηθούν για τη βασική τους ενίσχυση (όχι για το “πρασίνισμα”) και επομένως, είτε έτσι είτε αλλιώς, είναι δεδομένη η ανάγκη να κρατούν αποδείξεις και να καταθέτουν στοιχεία εξόδων, τα οποία και θα τους βοηθήσουν να έχουν μία όσο γίνεται μικρότερη φορολογική επιβάρυνση!
Με αφορμή την έναρξη του τρυγητού και ενόψει της έναρξης του λιομαζώματος, η “Νέα Κρήτη” απευθύνθηκε για τα θέματα αυτά στον πρόεδρο του Συλλόγου Φοροτεχνικών Ν. Ηρακλείου Δημήτρη Χριστοφοράκη, που ήταν κατηγορηματικός ως προς την ανάγκη να υποβάλλονται οι αποδείξεις για να τεκμηριώνονται τα έξοδα που αφαιρούνται από μικτά έσοδα για να μείνουν και να φορολογηθούν τα καθαρά έσοδα.
Πώς θα φορολογηθούν
«Είτε τηρούν βιβλία εσόδων και εξόδων είτε όχι, είτε είναι κατά κύριο επάγγελμα αγρότες είτε είναι περιστασιακά απασχολούμενοι στην αγροτική παραγωγή, το εισόδημά τους από την αγροτική δραστηριότητα θα πρέπει να γνωρίζουν ότι φορολογείται, αφού αφαιρέσουμε από τα έσοδα, τα οποία θα αποκτήσουν, τα έξοδα της αγροτικής δραστηριότητας», λέει στη “Νέα Κρήτη” ο Δημήτρης Χριστοφοράκης.
Και εξηγεί ποια θεωρούνται ως έξοδα για μία αγροτική δραστηριότητα. «Είναι έξοδα που προκύπτουν από την αγορά των αγροτικών εφοδίων, δηλαδή φυτοφαρμάκων και λιπασμάτων, αλλά μέσα σε αυτά εντάσσονται και τα έξοδα που απαιτούνται για τη συγκομιδή των προϊόντων, δηλαδή τα μεροκάματα και τα ένσημα για τους εργάτες γης που επιφορτίζονται με το μάζεμα της παραγωγής. Για να χαρακτηριστούν, λοιπόν, ως “έξοδο” τα αγροτικά χέρια που κάνουν τη συγκομιδή θα πρέπει να υπάρχουν τα αντίστοιχα παραστατικά, που στην περίπτωση αυτή είναι κυρίως τα εργόσημα. Δεν μπορούμε να δικαιολογήσουμε σε καμία περίπτωση έξοδο, το οποίο δε συνοδεύεται από παραστατικό όπως είναι το εργόσημο, και καλό θα είναι οι αγρότες να μην αμελούν την έκδοση του εργοσήμου, γιατί θα βρεθούν στο τέλος της φορολογικής χρονιάς (τέλος Δεκεμβρίου) με άνοιγμα τέτοιο που θα φορολογηθεί με 20%. Εκτός και αν είναι ένας κατά κύριο επάγγελμα αγρότης που έχει αφορολόγητο που ξεκινάει από 8.500 ευρώ και αυξάνεται ανάλογα με τον αριθμό των ανήλικων τέκνων»…
Οι ετεροεπαγγελματίες αγρότες
Και επειδή στην Ελλάδα η συντριπτική πλειοψηφία των αγροτών εντάσσεται στην κατηγορία των ετεροεπαγγελματιών, αυτό που πρέπει να τονίσουμε, σύμφωνα με όσα μας λέει ο πρόεδρος των φοροτεχνικών του νομού Ηρακλείου, είναι ότι «δεν έχουν αφορολόγητο. Οπότε θα κληθούν να φορολογηθούν από το πρώτο ευρώ. Σε περίπτωση που τα συνολικά τους έσοδα δεν υπερβαίνουν τις 10.000 ευρώ, θα φορολογηθούν με 10%. Αν τα συνολικά τους έξοδα υπερβαίνουν τα 10.000 ευρώ, θα φορολογηθούν με το ποσοστό του 20%. Αυτή είναι η νέα κλίμακα φορολόγησής τους, που εφαρμόζεται για πρώτη φορά. Αλλά ο φόρος αναφέρεται στο σύνολο του εισοδήματος που θα προκύψει, εφόσον αφαιρέσουμε το σύνολο των εξόδων από το σύνολο των εσόδων. Και συνεπώς, όσο περισσότερα είναι τα έξοδα, τόσο μικρότερο θα είναι το καθαρό εισόδημα το οποίο θα φορολογηθεί»…
Στο σημείο αυτό, ο Δημήτρης Χριστοφοράκης εξηγεί ότι, εφόσον μια χρονιά ο ετεροεπαγγελματίας αγρότης δεν έχει εισόδημα, καταθέτοντας τις αποδείξεις των εξόδων θα μπορεί να δηλώσει περισσότερα έξοδα απ’ ό,τι έσοδα, να μη φορολογηθεί καθόλου και επιπλέον η διαφορά των εξόδων να μεταφερθεί στην επόμενη παραγωγική χρονιά, που μπορεί να είναι μια καλή χρονιά και να χρειάζεται το στοιχείο “έξοδα” για να μειώσει τη φορολογία.
«Οι παραγωγοί δεν πρέπει να αφήνουν σε καμιά περίπτωση έξοδα αδικαιολόγητα. Δηλαδή, δεν πρέπει χρήματα που πληρώνουν και επιβαρύνουν την αντίστοιχη παραγωγική διαδικασία να μην αποτυπώνονται στα αντίστοιχα φορολογικά παραστατικά. Γιατί είτε τη χρονιά που “τρέχει” θα τα χρειαστούν, είτε στην επόμενη χρονιά θα τα χρειαστούν, μεταφέροντας τις όποιες πραγματικές ζημιές έχουν στις επόμενες φορολογικές χρονιές που θα προκύψουν κέρδη. Επειδή η αγροτική παραγωγή είναι ιδιόμορφη: Μια χρονιά μπορεί να έχεις πραγματικά πολύ μεγάλες ζημιές είτε γιατί η παραγωγή δεν πήγε καλά λόγω καιρικών συνθηκών, λόγω ακαρπίας, για οποιονδήποτε λόγο, είτε γιατί οι τιμές των προϊόντων είναι πολύ χαμηλές, και την επόμενη χρονιά μπορεί να συμβεί το αντίθετο: Να έχεις μεγάλη παραγωγή και να προκύψουν κέρδη, που όμως, αν δεν έχεις φροντίσει από την προηγούμενη χρονιά να μεταφέρεις τη ζημιά σου, θα κληθείς να πληρώσεις φόρο αποκλειστικά και μόνο για τη χρήση αυτή. Ενώ θα μπορούσες τη ζημιογόνα χρονιά να τη μεταφέρεις στην επόμενη και να προκύψει και πάλι η διαφορά για να πληρώσεις τον φόρο που πραγματικά αντιστοιχεί στα κέρδη που έχεις».
Στους κατά κύριο επάγγελμα
Στους κατά κύριο επάγγελμα αγρότες: «Το κέρδος που προκύπτει πρέπει να είναι μέχρι 8.500 ευρώ, αφού αφαιρεθούν τα έξοδα. Από ’κει και πέρα, αν ο κατά κύριο επάγγελμα αγρότης υπερβεί τις 8.500 ευρώ αφενός θα φορολογηθεί με ένα 10% στα επόμενα 1.500 ευρώ και ένα 20% στο εναπομείναν ποσό που πάει στην παραπάνω κλίμακα. Και μακάρι να βρεθούν αγρότες που να πάνε και στην παραπάνω κλίμακα λόγω μεγάλου εισοδήματος, που δε βλέπω να υπάρχουν»…
Επιπλέον όμως, όλοι οι αγρότες σε όποια κατηγορία και αν ανήκουν δε θα πρέπει να ξεχνούν πως φορολογούνται για τη βασική ενίσχυση που λαμβάνουν κάθε χρόνο.
«Θεωρείται φορολογητέο εισόδημα και προστίθεται στον τζίρο της αγροτικής εκμετάλλευσης. Γιατί έχει συμβεί πολλές φορές, αγρότες οι οποίοι δεν παρήγαγαν και δεν πούλησαν προϊόν μες στη χρονιά, να φορολογηθούν επειδή δε φρόντισαν με έξοδα να καλύψουν το κομμάτι της βασικής τους ενίσχυσης. Άρα πάντα θα πρέπει να “κρατάνε” οι αγρότες τα έξοδα που κάνουν. Πάντα και πρέπει αυτό να μείνει καθαρά στο μυαλό τους και να το εφαρμόζουν κάθε χρόνο»…
Απαλλαγή – Το Τέλος Επιτηδεύματος
Στο μεταξύ, ο πρόεδρος του Συλλόγου Φοροτεχνικών Ν. Ηρακλείου Δημήτρης Χριστοφοράκης αποκαλύπτει στην εφημερίδα μας ότι, αν και ψηφίστηκε στην 30ή Ιουλίου η απαλλαγή των κατά κύριο επάγγελμα αγροτών από το Τέλος Επιτηδεύματος για το 2019, στα εκκαθαριστικά τους σήμερα αυτό εμφανίζεται και το υπουργείο Οικονομικών δεν έχει δώσει καμία οδηγία για το πώς μπορεί να διαγραφεί αυτό.
«Αυτό δημιουργεί προβλήματα σε κάποιους αγρότες που θέλουν να κάνουν μεταβιβάσεις και χρειάζονται φορολογικές ενημερότητες για οποιεσδήποτε χρήσεις και περιμένουμε οδηγίες από το υπουργείο Οικονομικών για να δούμε τι θα κάνουμε»…
Η απαλλαγή αυτή ανακοινώθηκε πρώτη φορά στις 26 Ιουνίου και ψηφίστηκε ο νόμος στις 30 Ιουλίου. Επομένως, είναι ένα γραφειοκρατικό ζήτημα που θα πρέπει να τακτοποιηθεί άμεσα και μέσα από το TAXISnet.
ΠΗΓΗ: neakriti.gr