Υποδεχτήκαμε ήδη το 2024, ωστόσο δεν είναι λίγοι αυτοί που αγχώνονται για το αν θα είναι ευχάριστο ή δυσάρεστο, καθώς είναι δίσεκτο και θεωρούν ότι αυτό συνδέεται με… γρουσουζιά.
Δίσεκτα χαρακτηρίζονται τα έτη που έχουν 366 ημέρες αντί για 365. Αυτό συμβαίνει διότι η ετήσια περιφορά της Γης γύρω από τον Ήλιο δεν έχει διάρκεια 365 ημερών ακριβώς, αλλά 365 ημερών, έξι ωρών, εννέα λεπτών και εννέα δευτερολέπτων κατά μέσο όρο.
Στόχος των δίσεκτων ετών είναι η εναρμόνιση του τροπικού έτους με το καθημερινό – πολιτικό έτος των ημερολογίων, δηλαδή να αποφευχθεί σε βάθος χρόνου να έχουμε καλοκαίρι τον Ιανουάριο και χειμώνα τον Ιούνιο!
Πώς ξεκινάει η ιστορία της… γρουσουζιάς;
Η ιστορία της… γρουσουζιάς φαίνεται πως ξεκίνησε το 600 π.Χ., όταν οι Ρωμαίοι έφτασαν να γιορτάζουν τις καλοκαιρινές γιορτές του θερισμού μέσα στον ημερολογιακό χειμώνα και αποφάσισαν να λάβουν δράση για να αναστρέψουν την κατάσταση.
Τη λύση βρήκε ο Ιούλιος Καίσαρας προσθέτοντας στο ημερολόγιο ορισμένες μέρες σε κάθε έτος, ώστε να συμβαδίζει η μέτρηση του χρόνου με τις εποχές. Την αποστολή ανέθεσε στους ιερείς, οι οποίοι, όμως, εκμεταλλεύτηκαν αυτό το προνόμιο: προσέθεταν μέρες, αναλόγως των συμφερόντων τους με σκοπό να παραμένουν περισσότερο στην εξουσία οι ευνοούμενοί τους, φτάνοντας έτσι μερικές φορές στο σημείο τα έτη να έχουν μέχρι και 450 ημέρες!
Όταν ο Καίσαρας αντιλήφθηκε ότι οι προσπάθειές του απέβησαν άκαρπες, ανέθεσε τη λύση του προβλήματος σε φιλόσοφους και μαθηματικούς. Αυτός που βρήκε τη λύση ήταν ο Έλληνας αστρονόμος Σωσιγένης, ο οποίος πρότεινε να υιοθετήσει το ημερολόγιο του Πτολεμαίου του Γ’, σύμφωνα με το οποίο κάθε τρία χρόνια ακολουθεί ένα δίσεκτο, δηλαδή αυτό που ισχύει και σήμερα.
Γιατί ο Φεβρουάριος επιλέχθηκε να είναι «κουτσός»;
Επειδή είναι ο τελευταίος μήνας του χρόνου και σε αυτόν εντάσσονται οι ημέρες που περισσεύουν από τις 365 και δεν έχουν κατανεμηθεί σε άλλους μήνες.
Μπορεί εμείς να γνωρίζουμε ως τελευταίο μήνα του έτους τον Δεκέμβριο, ωστόσο αυτό είναι μεταγενέστερη κατανομή, αφού παλαιότερα οι μήνες Ιανουάριος και Φεβρουάριος δεν υπήρχαν. Ως πρώτος μήνας του χρόνου λογιζόταν ο Μάρτιος και ως τελευταίος ο Δεκέμβριος.
Ήταν οι δέκα παραγωγικοί μήνες, στους οποίους αναπτυσσόταν όλη η ανθρώπινη δραστηριότητα. Μετά τον Δεκέμβριο περίσσευαν οι άγριες χειμερινές ημέρες, τις οποίες όμως δεν εντάσσανε σε κάποιους μήνες, καθώς ήταν ημέρες μη παραγωγικές για τη ζωή του ανθρώπου.
Διαπιστωνόταν όμως έτσι μια χρονική ανακολουθία αναφορικά με την έναρξη και λήξη του έτους καθώς, ανάλογα με τη χρονιά, έμεναν λιγότερες ή περισσότερες ημέρες αδιάθετες.
Πώς δημιουργήθηκαν ο Ιανουάριος και ο Φεβρουάριος
Στην προσπάθεια ομαλότερης κατανομής οι άνθρωποι δημιούργησαν τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο προκειμένου να κατατάξουν σε αυτούς τις ημέρες που περίσσευαν.
Η κατανομή λοιπόν ξεκίνησε από τον Ιανουάριο ο οποίος πήρε 31 ημέρες, ενώ οι υπόλοιπες αδιάθετες ημέρες δόθηκαν στο Φεβρουάριο, ο οποίος έλαβε τις εναπομείνασες 28 ημέρες.
Όταν αργότερα το 44 π.Χ. ο Ιούλιος Καίσαρας ζήτησε τη βοήθεια του Σωσιγένη προκειμένου να αλλάξει το ρωμαϊκό ημερολόγιο, ο τελευταίος βασιζόμενος στους υπολογισμούς του πατέρα της αστρονομίας Ιππάρχου, ο οποίος έναν αιώνα νωρίτερα είχε προσδιορίσει ότι το ηλιακό ή τροπικό έτος έχει διάρκεια ίση με 365,242 ημέρες, θέσπισε ένα ημερολόγιο του οποίου τα έτη είχαν 365 ημέρες, ενώ σε κάθε τέταρτο έτος πρόσθεταν ακόμη μία ημέρα, μετά την «έκτη προ των καλενδών του Μαρτίου», που ονομαζόταν «bis sextus».
Έτσι η ημέρα αυτή, επειδή μετριόταν δύο φορές, ονομάζεται ακόμη και σήμερα «δις έκτη» και το έτος που την περιέχει «δίσεκτο».
Το «περίσσευμα» της ημέρας αυτής κάθε τέσσερα έτη αποφασίστηκε να δοθεί στον ελλειπή μήνα Φεβρουάριο και αντί των 28 ημερών να έχει τη συγκεκριμένη δίσεκτη χρονιά 29 ημέρες.
Γιατί θεωρούνται γρουσούζικα τα δίσεκτα έτη;
Το 4 π.Χ. όμως ο αυτοκράτορας Οκταβιανός Αύγουστος αφαίρεσε μία ημέρα από τον Φεβρουάριο, την οποία πρόσθεσε στο μήνα Αύγουστο που έφερε το όνομά του, προκειμένου να μην υπολείπεται σε τίποτε από το μήνα που έφερε το όνομα του Ιουλίου Καίσαρα, τον Ιούλιο, ο οποίος είχε 31 ημέρες. Συνεπώς, ο Φεβρουάριος παρέμεινε με 28 ημέρες τα απλά έτη και 29 τα δίσεκτα.
Και αυτός φαίνεται, λοιπόν, ότι είναι ο λόγος που ο δεύτερος μήνας του χρόνου έχει μία μέρα λιγότερη. Μάλιστα, το να αφαιρέσουν τελικά μια μέρα από τον Φεβρουάριο δεν ήταν τυχαίο, καθώς ο μήνας αυτός, ήταν ο μήνας των νεκρών, της μετάνοιας και του ηθικού τους απολογισμού.
Όσον αφορά τον Φεβρουάριο και έχοντας υπόψιν τις λαϊκές δοξασίες, οι Ρωμαίοι πίστευαν ότι τον μήνα της εξιλέωσης κυκλοφορούσε ανάμεσα τους ο Άδης, ο οποίος μοίραζε δεινά στη δύστυχη ανθρωπότητα. Γι’ αυτό και αυτόν τον μήνα δεν ξεκινούσαν εργασίες με μακροχρόνια διάρκεια, όπως φύτευση αμπελιών, θεμελίωση σπιτιών, ή γάμοι.
Όταν οι Έλληνες κατακτήθηκαν από τους Ρωμαίους, μια σειρά παραδόσεων κληρονόμησε η κουλτούρα του λαού μας, ανάμεσά τους και το «γρουσούζικο δίσεκτο έτος».
Βέβαια, οφείλουμε να τονίσουμε ότι ανά τα χρόνια δεν έχει παρατηρηθεί κάποια παραπάνω κακοτυχία ή δυσάρεστα γεγονότα κατά τα δίσεκτα έτη…