Kοιμόμουν όταν αισθάνθηκα ένα σφίξιμο στον λαιμό. Ξύπνησα και τότε τον είδα. Με είχε πιάσει από τον λαιμό. Προσπάθησα να του μιλήσω. Αυτός όμως με έσυρε στο μπαλκόνι. Με άρπαξε, με πέταξε από το μπαλκόνι και με πυροβόλησε”.
Διαβάζοντας κανείς αυτά τα λόγια της Στέλλας Σπυριδάκη, είναι εύκολο να πιστέψει ότι αυτή είναι και η χειρότερη, η πιο άγρια στιγμή της ιστορίας της. Θα κάνει όμως το ίδιο λάθος με εκείνη, καθώς όταν τα έλεγε αυτά στους αστυνομικούς, αγνοούσε τι είχε συμβεί στα δύο παιδιά της .
Η ιστορία έρχεται από το 1997 και, αν διαβάζοντάς τη στη συνέχεια, σου θυμίσει κάτι, ίσως να φταίει και η τηλεοπτική της μεταφορά από τον Πάνο Κοκκινόπουλο και την 10η Εντολή.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή, και συγκεκριμένα δυο χρόνια νωρίτερα από ό, τι της συνέβη εκείνα τα ξημερώματα, στις 28 Μαΐου του 1997.
Είναι 1995 και η 42χρονη -τότε- έμπορος πηγαινοέρχεται ανάμεσα στη Νέα Σμύρνη και την Καλλιθέα, όπου και διατηρεί τα δύο της καταστήματα ρούχων. Ζει με τα δύο της παιδιά, τον 16χρονο Λευτέρη, μαθητή Λυκείου και την 20χρονη Ιωάννα, η οποία και τη βοηθάει στη δουλειά. Με τον σύζυγό της βρίσκονται σε διάσταση, εκείνος ζει στις ΗΠΑ από το 1993, αφήνοντας πίσω του ακάλυπτες επιταγές και χρέη που τρέχουν. Εκείνη τη χρονιά θα γνωρίσει τον 28χρονο Δημήτρη Κίτσο, ιδιοκτήτη καταστήματος πυροσβεστικών ειδών. Θα ερωτευτούν και γρήγορα θα αποφασίσουν να είναι μαζί, κάνοντας γνωστό τον δεσμό τους και στους δικούς τους ανθρώπους.
Η ευτυχία της δεν θα κρατούσε για πολύ, καθώς ο Δημήτρης Κίτσος σύντομα θα κυριευόταν από παθολογική ζήλια για την πολύ όμορφη σύντροφό
του. Θα αρχίσει να την πιέζει ασφυκτικά, να της τηλεφωνεί συνεχώς, είτε στο σπίτι είτε στη δουλειά, μόνο και μόνο για να ξέρει που είναι, να τις κάνει σκηνές μπροστά στον κόσμο για θέματα που απλώς φαντάστηκε. Σκηνές ζηλοτυπίας χωρίς να υπάρχει κανένα ερέθισμα. Δεν θα αργήσει να σηκώσει και χέρι πάνω της. Μάλιστα, λίγους μήνες πριν τη μοιραία κατάληξη της σχέσης τους, παραλίγο να την πνίξει πάνω σε έναν καυγά.
Η γυναίκα θα του ζητήσει να χωρίσουν. Έχουν περάσει δύο χρόνια μαζί, και ήδη νιώθει ότι αυτή η σχέση προχώρησε περισσότερο από ό, τι έπρεπε. Αυτός θα της ζητήσει να τον παντρευτεί. Θα αρνηθεί και θα επιμείνει στην απόφασή της για χωρισμό. Εκείνος πια έχει ξεφύγει τελείως. Έχει αρχίσει πλέον να τον φοβάται και η ίδια αλλά και τα παιδιά της. Μια μέρα που θα του επαναλάβει τηλεφωνικά την απόφασή τους να χωρίσουν, μπροστά στην κόρη της, εκείνος θα της φωνάξει “μόνο νεκρή…” και θα κλείσει το τηλέφωνο.
Λίγες μέρες μετά, στις 27 Μαΐου, στις 11 το βράδυ θα την περιμένει έξω απ’ το σπίτι της. Εκείνη γυρνώντας μαζί με την κόρη της, θα δει το αυτοκίνητό του σταθμευμένο αλλά δεν θα πει τίποτα στα παιδιά της, για να μην τα τρομάξει. Θα προσποιηθεί ότι δεν τον πρόσεξε, θα ανέβει στο διαμέρισμά της στον πρώτο όροφό, και θα ζητήσει απ’ τα παιδιά της να κλειδώσουν καλά. Δεν θα τους εξηγήσει τον λόγο.
Θα πιστέψει ότι έτσι θα τον ξεφορτωθεί, θα πέσει για ύπνο αλλά θα κάνει λάθος.
Ο Δημήτρης Κίτσος θα περιμένει για ώρες μέσα στο αυτοκίνητό του και λίγο πριν τις 4.30 τα ξημερώματα θα μπει στον ακάλυπτο χώρο του σπιτιού και θα σκαρφαλώσει στο μπαλκόνι του διαμερίσματος της. Θα ανοίξει την μπαλκονόπορτα και θα μπει στο δωμάτιο της πρώην συντρόφου του. Θα προσπαθήσει να την πνίξει και στη συνέχεια θα την πετάξει απ’ το μπαλκόνι, πυροβολώντας τη ταυτόχρονα. Η Σπυριδάκη θα σωθεί και απ’ την πτώση, αλλά και απ’ τη σφαίρα, η οποία θα τη βρει στον γλουτό. Θα γλιτώσει με μερικά κατάγματα, αλλά εκείνος δεν θα προλάβει να το μάθει ποτέ.
Τα παιδιά της θα ξυπνήσουν απ’ τη φασαρία και θα τρέξουν να δουν τι συμβαίνει. Ο δολοφόνος εκτός εαυτού θα αρχίσει να τα κυνηγά, πυροβολώντας στους τοίχους. Τον Λευτέρη, ο οποίος είναι πια 18 χρονών και μόλις έχει γυρίσει απ’ την πενθήμερη εκδρομή του σχολείου του, θα τον προλάβει τη στιγμή που θα προσπαθούσε να ξεκλειδώσει την πόρτα. Θα τον πυροβολήσει στο κεφάλι και στη συνέχεια θα μπει στο υπνοδωμάτιο της 22χρονης Ιωάννας. Θα την πυροβολήσει κι εκείνη στο πρόσωπο -στο ύψος του σαγονιού- και στη συνέχεια θα βάλει τέλος στη ζωή του, στρέφοντας το όπλο στον κρόταφό του.
Η γειτονιά της στη Νέα Σμύρνη έχει σηκωθεί στο πόδι. Ο Γιώργος και η Άννα Βαπορίδη που ζουν στο ισόγειο του σπιτιού θα πεταχτούν έξω και θα βρουν τη Σπυριδάκη αιμόφυρτη στον κήπο.
“Δεν ξέραμε τι είχε συμβεί”, θα δηλώσουν στα ‘Νέα’: “βγήκαμε με προφυλάξεις από το σπίτι. Στον κήπο είδαμε τη γυναίκα πεσμένη αιμόφυρτη. ‘Πού βρίσκομαι; Τα παιδιά μου, πού είναι τα παιδιά μου;’, μάς είπε με φωνή που μόλις ακουγόταν. ‘Κάποιος με έριξε από το μπαλκόνι. Δεν θυμάμαι τίποτε άλλο’. Αυτά ήταν τα τελευταία της λόγια πριν χάσει τις αισθήσεις της. Ειδοποιήσαμε την αστυνομία και ασθενοφόρο”.
Και θα συνεχίσουν: “ήταν πολύ ήσυχη οικογένεια. Έμενε στο σπίτι τους τελευταίους 14 μήνες. Δεν είχαμε ακούσει καβγάδες. Καμιά φορά βλέπαμε αυτήν και τον φίλο της να συζητούν στο αυτοκίνητο με αναμμένη τη μηχανή. Μας ενοχλούσε ο θόρυβος της μηχανής του αυτοκίνητου και επειδή ήταν αργά, τους είχαμε παρακαλέσει να μην κάνουν θόρυβο”.
Μια φίλη του Λευτέρη Σπυριδάκη, θα πει στην ίδια εφημερίδα: “η μητέρα μου με ξύπνησε στις εξήμισι το πρωί και μου είπε: ‘σκότωσαν τον Λευτέρη και τους δικούς του’. Δεν μπορούσα να την πιστέψω (…) Μου το έλεγε ο Λευτέρης, ήταν ανήσυχος, τον φοβόταν αυτόν… που τους σκότωσε. Μου έλεγε: “Αυτός απειλεί τη μάνα μου ότι θα μας σκοτώσει. Την αδελφή μου κι εμένα”. Και τον φοβόταν. Εγώ του έλεγα ότι αυτά είναι μόνο λόγια. Αλλά, δεν ήταν. Δεν ήταν”.
Μια άλλη φίλη του δήλωσε: “μεγαλώσαμε μαζί, στην ίδια γειτονιά. Και μετά, αφού μετακόμισαν, μείναμε πάλι φίλοι. Εμείς μιλούσαμε για όλα. Μάλιστα, πριν από δύο ημέρες μου έλεγε ότι θα μου δείξει τις φωτογραφίες που πήρε στην πενθήμερη. Τώρα όμως δεν θα μου τις δείξει ποτέ”.
Η Στέλλα Σπυριδάκη θα μάθει για τον θάνατο των παιδιών της λίγη ώρα πριν την κηδεία τους, όσο η ίδια βρίσκεται στον ‘Ερυθρό Σταυρό’. Μπορεί να ρωτάει συνεχώς για τα παιδιά της, αλλά η μητέρα της και οι αδερφές της που κάθονται μαζί της στο δωμάτιο, περιμένουν τον ψυχολόγο για να της ανακοινώσουν παρουσία του την αλήθεια. Ο πρώην σύζυγός της, Πέτρος Σπυριδάκης, δεν παρέστη ούτε εκείνος στην κηδεία των παιδιών του στο νεκροταφείο της Νέας Σμύρνης. Δεν ήρθε στην Ελλάδα απ’ την Αμερική, καθώς φοβόταν πιθανή σύλληψή του για τα χρέη που αναφέραμε και πιο πάνω.
Η γυναίκα πλέον ονομάζεται αδελφή Ιωάννα κι έχει ασπαστεί τον μοναχισμό. Αρχικά είχε καταφύγει στο μοναστήρι του Οσίου Μελετίου στην Οινόη και λέγεται ότι έχει δώσει συγκεκριμένους όρκους που της “απαγορεύουν” να μιλάει για το παρελθόν της. Το όνομα ‘Ιωάννα’ το υιοθέτησε στη μνήμη της κόρης της.
Το 2005 η ιστορία της προβλήθηκε στον Alpha, στο επεισόδιο ‘Σε στενό οικογενειακό κύκλο’ της 10ης Εντολής. Στον ρόλο της Στέλλας πρωταγωνιστούσε η Καρυοφυλλιά Καραμπέτη και στου δολοφόνου ο Γιώργος Καραμίχος.
ΠΗΓΗ: oneman.gr