Ένα από τα πιο γνωστά πειρατικά καταφύγια στην Ελλάδα είναι η Γραμπούσα, βορειοδυτικά του Νομού Χανίων. Επί τρία χρόνια, Έλληνες πειρατές κούρσευαν και σκορπούσαν τον τρόμο στο Αιγαίο. Το νησί άλλαξε πολλά χέρια και λόγω της στρατηγικής θέσης και αποτέλεσε μήλον της έριδος ανάμεσα σε Ενετούς και Τούρκους. Μάλιστα οι Οθωμανοί το είχαν οχυρώσει με 66 κανόνια μεγάλου βεληνεκούς και ισχυρότατη φρουρά. Η Γραμπούσα, ήταν το πρώτο κομμάτι της Κρήτης, που απελευθερώθηκε από τους Τούρκους. Έγινε καταφύγιο για τους κατοίκους και βάση των επιχειρήσεων για τις επαναστατικές ομάδες.
Στο νησί είχε χτιστεί μια μικρή εκκλησία που λέγεται ότι βρισκόταν εκεί από το 16ο αιώνα. Ήταν αφιερωμένη στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου. Όταν το οχυρωμένο νησί πέρασε στα χέρια ντόπιων η εκκλησία ονομάστηκε Κλεπταποδόχα ή Κλεφτρίνα. Πήγαιναν εκεί και έκαναν τάματα ζητώντας να μην τους τιμωρήσει η Παναγία για τις πειρατικές επιδρομές τους. Πίστευαν ότι με τον Θεό δεν μπορεί να τα βάλει κάποιος. Αφιέρωναν στην εκκλησία το ένα δέκατο της λείας τους, ικετεύοντας για θεϊκή εύνοια και βοήθεια. Ανάμεσα στους πειρατές υπήρχαν ακόμα και ιερείς.
Το νησί των πειρατών
Από τις αρχές του 18ου αιώνα το κάστρο της Γραμπούσας βρισκόταν στα χέρια των Οθωμανών, όταν το 1825 οι Κρητικοί με αρχηγό τον Δημήτρη Καλλέργη αποφάσισαν να αναζωπυρώσουν την κρητική επανάσταση και να το πάρουν πίσω. Αφού οι Κρητικοί έστειλαν τον ναυτικό και έμπορο Μιχαήλ Αρετά να μάθει πληροφορίες που θα βοηθούσαν την πολιορκία του νησιού με την πρόφαση της εμπορίας, αποφάσισαν να επιτεθούν. Ξεγέλασαν τον φρούραρχο και τους άνδρες του και κατέλαβαν το κάστρο.
Το κατόρθωμα αυτό των Κρητικών χαροποίησε όλη την Ελλάδα και λέγεται ότι όταν το έμαθε ο Κολοκοτρώνης, διέταξε τους στρατιώτες του να πυροβολήσουν στον αέρα για να τιμήσουν τους συμπατριώτες τους.
Η ελληνική επανάσταση στην Κρήτη είχε αποτύχει μετά την επέμβαση των Αιγυπτίων του Ιμπραήμ, οπότε όσοι συμμετείχαν στην επανάσταση αλλά και απλοί άνθρωποι κατέφυγαν σε διάφορα ασφαλή σημεία για να γλυτώσουν από τις σφαγές του αιγυπτιακού στρατού. Περίπου 7.000 εξ αυτών πήγαν στο εγκαταλελειμμένο οχυρό της Γραμπούσας.
Το νησί όμως ήταν άγονο και δεν μπορούσαν να το καλλιεργήσουν. Έτσι, στράφηκαν στην πειρατεία για να επιβιώσουν. Το καλοκαίρι του 1826 πήγε στο νησί ο Ψαριανός πειρατής Σαμψών. Μίλησε στους κατοίκους για τα πλούτη που είχε αποκτήσει από την πειρατεία και έτσι τους έπεισε να τον ακολουθήσουν. Παρόλο που ο Σαμψών εκδιώχτηκε από τη Διοικητική Επιτροπή της Γραμπούσας, οι πειρατικές επιδρομές δεν σταμάτησαν και προκαλούσαν ανασφάλεια στο Αιγαίο. Οι ίδιοι ισχυρίζονταν ότι αγωνίζονται για την ελληνική επανάσταση και έτσι κατάφερναν να αποσπούν χρήματα και εφόδια από φιλελληνικές οργανώσεις.
Το κάστρο “πέφτει”
Μόνο τον Σεπτέμβριο και τον Οκτώβρη του 1827 οι πειρατές της Γραμπούσας λεηλάτησαν 81 πλοία. Οι δυνάμεις της Ευρώπης είχαν εξοργιστεί με τη δράση των πειρατών. Ο Καποδίστριας ζήτησε τη βοήθεια της Γαλλίας και της Αγγλίας για να καταλάβουν το οχυρό και να συλλάβουν τους πειρατές.
Οι ξένοι ναύαρχοι Ρόβερσον και Σταίηνς μαζί με τον εκπρόσωπο της ελληνικής κυβέρνησης Μαυροκορδάτο απαίτησαν να παραδοθούν 12 πειρατές, όλα τα πειρατικά πλοία και το φρούριο στην ελληνική κυβέρνηση.
Οι περισσότεροι συνελήφθησαν και τιμωρήθηκαν, παρόλο που κάποιοι κατάφεραν να διαφύγουν. Ελληνική φρουρά έμεινε μέχρι το 1830, όταν κατελήφθη από αγήματα Άγγλων, Γάλλων και Ρώσων, για λογαριασμό του Μεχμέτ Αλή της Αιγύπτου.
Το 1831 περιήλθε στους Αιγυπτίους. Ουσιαστικά, ενώθηκε με την Ελλάδα στις αρχές του 20ου αιώνα.
Ο πονηρός πειρατής Αντωνιάδης
Λέγεται πως από τους πρώτους που επιχείρησαν να κάνουν πειρατική επιδρομή ήταν ο αγωνιστής του ’21, δημοσιογράφος, τυπογράφος και πολιτικός, Εμμανουήλ Αντωνιάδης. Για να αποφύγει όμως τον χαρακτηρισμό του ως πειρατή, έστελνε επιστολές στις οποίες παραπονιόταν ότι το πλήρωμά του δεν ακολουθούσε τις εντολές του και έκανε παράνομες ενέργειες.
Όταν πήγαν τα αγγλικά και γαλλικά στρατεύματα στο νησί, μεταξύ αυτών που συνέλαβαν ήταν και ο Αντωνιάδης, ο οποίος αρχικά είχε εμφανιστεί ως εκπρόσωπος των προσφύγων και νομοταγής έμπορος.
Οι Άγγλοι και Γάλλοι αξιωματικοί τον αντιμετώπισαν με αρκετό σεβασμό και του είχαν δώσει τη δυνατότητα να μπαινοβγαίνει ελεύθερα στο οχυρό της Γραμπούσας. Όμως αποκαλύφθηκε η δράση του και συνελήφθη. Σε επίσημα έγγραφα χαρακτηρίστηκε ως «συνένοχος εἰς τας πειρατικάς πράξεις».
*Πληροφορίες αντλήθηκαν από το βιβλίο του Νίκου Βασιλάτου «Κάστρα της ελληνικής γης», Εκδόσεις ΜΠΑΛΤΕΡ