Ολοένα και περισσότεροι αμπελουργοί του νομού Ηρακλείου προχωρούν τα τελευταία χρόνια στη σταφιδοποίηση, την τυποποίηση και την πώληση της σταφίδας τους χωρίς μεσάζοντες, απευθείας σε καταστήματα που εμπορεύονται αγροτικά προϊόντα, ή ακόμα και στους καταναλωτές με τους οποίους συνεργάζονται. «Υπάρχει παραγωγός που συσκεύασε πέρυσι 8 τόνους σταφίδας και τους διακίνησε μόνος του», τονίζει στο neakriti.gr ο Ναπολέων Λουκαδάκης, που για πολλά χρόνια υπηρέτησε το αγροτικό και συνεταιριστικό κίνημα του νομού Ηρακλείου.
«Άλλοι για να την επεξεργαστούν συνεργάζονται με την ΚΣΟΣ. Άλλοι πηγαίνουν τη σταφίδα τους στο εργοστάσιο του Γιάννη Περδικογιάννη. Και άλλοι προτιμούν να την επεξεργάζονται μόνοι τους και στη συνέχεια να προχωρούν στην πώλησή της σε μαγαζιά αλλά και σε καταναλωτές απευθείας», σύμφωνα με τον Ναπολέοντα Λουκαδάκη, ξεκαθαρίζοντας βέβαια ότι ο παραγωγός που επεξεργάζεται τη σταφίδα του μόνος του κερδίζει πολλαπλώς, αλλά μπαίνει σε μία πολύ δύσκολη διαδικασία. Ο λόγος είναι ότι απαιτείται να βγάζει τα λικάκια των σταφίδων ένα-ένα με το χέρι και αυτό απαιτεί πολύωρες διαδικασίες και πολλά εργατικά χέρια των μελών της οικογένειάς του.
Πάντως, πραγματικά, αξίζει τον κόπο, δεδομένου ότι η μέση τιμή πώλησης του προϊόντος για τον παραγωγό που λειτουργεί μόνος του δεν πέφτει κάτω από τα 5 ευρώ το κιλό. Η σταφίδα διακινείται συσκευασμένη σε συσκευασίες του ενός κιλού και ο μέσος όρος της τιμής πώλησής της στον καταναλωτή είναι γύρω στα 6 με 7 ευρώ το κιλό. Όταν ο παραγωγός τη διακινεί μόνος του, έχει μεγαλύτερο κέρδος στην τσέπη. Και βέβαια στην περίπτωση εκείνη την αγοράζει και σε χαμηλότερες τιμές ο καταναλωτής, με τον παραγωγό να έχει και αυτός καλύτερο οικονομικό αποτέλεσμα.
Όμως, σύμφωνα με τον πρώην συνεταιριστή, τα τελευταία χρόνια η παραγωγή της σταφίδας έχει φτάσει σε πολύ χαμηλά επίπεδα και αυτή η φθίνουσα πορεία θα πρέπει να σταματήσει και να αντιστραφεί.
«Πέρυσι οι αμπελουργοί καταστράφηκαν. Αλλά όσοι πρόλαβαν και σταφιδοποίησαν και εμπορεύτηκαν μόνοι τους τη σταφίδα τους, είχαν ένα καλό εισόδημα», σύμφωνα με τον Ναπολέοντα Λουκαδάκη. Ο ίδιος πιστεύει ότι από τώρα και μετά θα ξεκινήσει πάλι περισσότερος κόσμος να ασχολείται με την παραγωγή της σταφίδας για διάφορους λόγους, όπως είναι για παράδειγμα η παρατεταμμένη ανομβρία, που δεν προσφέρει και πολλά περιθώρια στους αμπελουργούς, προκειμένου να παράγουν ποιοτικό επιτραπέζιο σταφύλι αλλά και ποιοτικά οινοστάφυλα.
Η ξηρασία ευνοεί τη σταφιδοποίηση
«Λόγω των λίγων βροχοπτώσεων φέτος, δε βλέπουμε να υπάρχουν ευνοϊκές συνθήκες για την παραγωγή του επιτραπέζιου σταφυλιού και μπορεί ο κόσμος να στραφεί περισσότερο από άλλα χρόνια στην παραγωγή σταφίδας», σύμφωνα με τον Ναπολέοντα Λουκαδάκη.
«Εξαιτίας της έλλειψης νερού, περιμένουμε ότι θα έχουμε πρόβλημα και στα οινάμπελα. Ο κόσμος θα αρχίσει να αφαιρεί σταφύλια από τις κουρμούλες για να μη ζοριστούν τα αμπέλια και έτσι η παραγωγή και στα οινοστάφυλα θα είναι σίγουρα ελεγχόμενη και μειωμένη», όπως εκτιμά ο Ναπολέων Λουκαδάκης.
Αναφορικά με τις δυνατότητες της άρδευσης, μόνο στον Προφήτη Ηλία οι αμπελουργοί με τα επιτραπέζια σταφύλια έχουν επάρκεια νερού, λόγω του νερού που έχουν από τη ΔΕΥΑΗ μέσω της τριτοβάθμιας επεξεργασίας. Στις άλλες περιοχές, όσοι ποτίζουν έχουν νερό από τις γεωτρήσεις. «Το νερό είναι λιγοστό πια και είναι και ακριβό. Άρα, φέτος τα αμπέλια δε θα έχουν τη “δύναμη” που είχαν άλλα χρόνια», όπως λέει ο Ναπολέων Λουκαδάκης.
Πάντως, ξεκαθαρίζει ότι στα αμπελουργικά προϊόντα το μόνο προϊόν που μπορεί να έχει καλά ποιοτικά αποτελέσματα, παρά την ανομβρία, είναι η σταφίδα και παράλληλα υπάρχει και μεγάλη ζήτηση στην αγορά, που για να καλυφθεί γίνονται πολύ μεγάλες εισαγωγές από την Τουρκία, το Αφγανιστάν, το Ιράν και άλλες χώρες…
Μέχρι και οι Κινέζοι βγάζουν σήμερα χιλιάδες τόνους σταφίδας, με κλήματα που είχαν πάρει από την Κρήτη, στη διάρκεια της δεκαετίας του 1970!
Σήμερα έχουν απομείνει στην Κρήτη και ασχολούνται με την αγορά, την επεξεργασία και την εξαγωγή της σταφίδας η ΚΣΟΣ, ο Περδικογιάννης και ο Τοσκούδης. Κάτι πήγε να γίνει τα τελευταία χρόνια, αλλά ακολούθησαν τα χρόνια της πανδημίας και των λοιπών κρίσεων και το προϊόν και πάλι έπεσε σε μηδαμινά, σχεδόν, επίπεδα. Ωστόσο, η Ελλάδα δεν έπαψε ποτέ να χρειάζεται και να καταναλώνει χιλιάδες τόνους σταφίδας. Στη χειρότερη περίπτωση, η εγχώρια κατανάλωση δεν πέφτει κάτω από 4 έως 5 χιλιάδες τόνους. Αυτό και μόνο ως στοιχείο δείχνει ότι το μεγαλύτερο μέρος της εγχώριας κατανάλωσης είναι η σταφίδα τρίτων χωρών και κυρίως της τουρκικής σταφίδας. Τώρα βέβαια πώς γίνεται, ενώ υπάρχει όλο αυτό το κενό, να μένουν στα αζήτητα σταφίδες παραγωγών της Κρήτης, προφανώς εδώ πρόκειται για διάφορες στρεβλώσεις της αγοράς. Και δεν είναι λίγοι εκείνοι που μιλούν για «ελληνοποιήσεις της τουρκικής σταφίδας από κυκλώματα που εκμεταλλεύονται το καλό όνομα της ελληνικής σταφίδας και κερδοσκοπούν, εξαπατώντας το κράτος και τους καταναλωτές». Επομένως, οι σταφιδοπαραγωγοί εκείνοι που μπορούν και διακινούν μόνοι τους τη σταφίδα τους είναι πέρα για πέρα κερδισμένοι, κατά κοινή ομολογία.
Βέβαια, δεν περιμένει κανείς ότι μπορεί να ξαναφτάσει η Κρήτη στις “χρυσές” εποχές της σταφίδας. Φτάσαμε ακόμα και τους 100 χιλιάδες τόνους στη διάρκεια της δεκαετίας του 1980, τη στιγμή που σήμερα χαρακτηρίζουμε “ικανοποιητική ποσότητα” τους 2 με 3 χιλιάδες τόνους που βγάλαμε πριν από λίγα χρόνια.
«Δύο μέτρα και δύο σταθμά»…
Στο μεταξύ, κοινοβουλευτική παρέμβαση για την ενίσχυση των αμπελουργών οινοποιήσιμων σταφυλιών νομού Ηρακλείου πραγματοποίησαν 15 βουλευτές ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτικής Συμμαχίας, με πρωτοβουλία του βουλευτή Ηρακλείου Σωκράτη Βαρδάκη, καταθέτοντας σχετική ερώτηση προς τον υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.
Συγκεκριμένα, όπως αναφέρεται: «Σύμφωνα με τις πρόσφατες ανακοινώσεις του υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης Γιώργου Γεωργαντά, μετά από συνάντησή του με τη δημοτική Αρχή Τυρνάβου και τους προέδρους των Αγροτικών Συνεταιρισμών της περιοχής, στις 23/3/2023, η ενίσχυση στα αχλάδια, 150 ευρώ/στρέμμα, που αφορά όλες τις ποικιλίες, θα καταβληθεί σε όλη τη χώρα μετά το Πάσχα, ενώ η ενίσχυση στα οινοποιήσιμα σταφύλια, 120 ευρώ/στρέμμα, που αφορά τους παραγωγούς της περιοχής του Τυρνάβου, θα χορηγηθεί πριν το Πάσχα.
Δεν υπήρξαν αντίστοιχες ανακοινώσεις για ενισχύσεις οινοποιήσιμων σταφυλιών σε άλλες περιοχές της Ελλάδας, όπως στον νομό Ηρακλείου, στον οποίο η αμπελουργία, εδώ και έναν χρόνο, εκπέμπει “σήμα κινδύνου”. Παρά τις επανειλημμένες εκκλήσεις φορέων για βοήθεια από την Πολιτεία και παρά τις κοινοβουλευτικές μας παρεμβάσεις, δεν προβλέφθηκε έως και σήμερα ανάλογη ενίσχυση, ενώ παράλληλα οι αποζημιώσεις που δόθηκαν δεν ήταν ικανές να καλύψουν τις πραγματικές ανάγκες του κλάδου.
Να υπενθυμίσουμε ότι οι αμπελουργοί του νομού Ηρακλείου εδώ και καιρό προσπαθούν να αντεπεξέλθουν σε προβλήματα, όπως είναι η μεγάλη πτώση των εξαγωγών, το υψηλό κόστος παραγωγής, η χαμηλή τιμή του προϊόντος, η έλλειψη εργατικών χεριών και οι ζημιές που προκλήθηκαν στις βόρειες αμπελουργικές περιοχές του νομού τον Ιούλιο και τον Αύγουστο του 2022.
Έκτοτε πολλοί από αυτούς αγωνίζονται καθημερινά, ώστε να μην αναγκαστούν να εγκαταλείψουν την καλλιέργειά τους, λόγω αδυναμίας κάλυψης των εξόδων τους.
Δεδομένων των παραπάνω, οι ερωτώντες βουλευτές ζητούν από τον αρμόδιο υπουργό να ενημερωθούν αν προτίθεται να συμπεριλάβει στην απόφασή του για την ενίσχυση με 120 ευρώ/στρέμμα οινοποιήσιμων σταφυλιών της περιοχής του Τυρνάβου και τους παραγωγούς του νομού Ηρακλείου», καταλήγει η παρέμβαση.
Πηγή: neakriti.gr