«Σταγόνα στον ωκεανό» είναι οι καινούργιοι διορισμοί στον χώρο της εκπαίδευσης, σύμφωνα με τους εκπαιδευτικούς και τους εκπροσώπους τους, καθώς το πάγιο πρόβλημα για στελέχωση με μόνιμο προσωπικό δεν έχει αντιμετωπιστεί τόσο στην πρωτοβάθμια όσο και στη δευτεροβάθμια. Τα προβλήματα είναι ακόμη πολλά, όπως ο μεγάλος αριθμός αναπληρωτών που αγγίζει τους 50.000, αλλά και το γεγονός πως στα φετινά τμήματα ένταξης καθοριστικό ρόλο θα διαδραματίσουν οι αναπληρωτές.
Ασφαλώς, όπως υποστηρίζουν, είναι θετικό το γεγονός πως η κυβέρνηση έχει προχωρήσει σε διορισμούς, που είναι μια ευοίωνη εξέλιξη για την εκπαιδευτική κοινότητα, αλλά ως αυτόνομο και αυτοτελές γεγονός ο διορισμός τόσο λίγων χιλιάδων ανθρώπων δεν αρκεί.
Πιο συγκεκριμένα, ένα πάγιο πρόβλημα της εκπαιδευτικής κοινότητας ήταν εκείνο των διορισμών. Οι εκπαιδευτικοί διαμαρτύρονταν και έκαναν σαφές πως η εκπαίδευση δεν πρέπει να στελεχώνεται από αναπληρωτές. Πρέπει να υπάρξει μόνιμο προσωπικό, ώστε να ανανεωθεί το υφιστάμενο προσωπικό, το οποίο είναι γερασμένο. Η οικονομική κρίση δημιούργησε ασφυκτικές δημοσιονομικές συνθήκες, ώστε να μην υπάρξουν διορισμοί στη μέση εκπαίδευση, αλλά ούτε και σε κάποιο άλλο δημόσιο τομέα.
Τα πράγματα, ωστόσο, έχουν αλλάξει. Από το 2018, που η χώρα βγήκε από τα μνημόνια, σε συνδυασμό με την αξιοπιστία που παρέχει το ελληνικό οικονομικό σύστημα, είχε ως άμεση συνέπεια να ανοίξει η «κάνουλα» των διορισμών. Όπερ και εγένετο. Είναι χαρακτηριστικό πως μέχρι και τον Ιούλιο τα τελευταία δύο χρόνια πραγματοποιήθηκαν 17.000 μόνιμοι διορισμοί. Οι διορισμοί αυτοί αφορούσαν τόσο την πρωτοβάθμια όσο και τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, ενώ προχθές πραγματοποιήθηκαν 8.487 μόνιμοι διορισμοί με οργανικές θέσεις, με τη «μερίδα του λέοντος» να μπαίνει στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση.
Είναι αξιοσημείωτο πως η υπουργός Παιδείας εξέφρασε τη χαρά της που, ύστερα από τόσα χρόνια, έγιναν οι διορισμοί στη γενική εκπαίδευση. Η ίδια σε ανακοίνωσή της υπογράμμισε: «Για να γίνουν ουσιαστικές αλλαγές στην εκπαίδευση, χρειάζονται τουλάχιστον δύο συνθήκες: αφενός τολμηρές μεταρρυθμίσεις, και αφετέρου επένδυση σε ό,τι πολυτιμότερο έχει η εκπαίδευση, που είναι το ανθρώπινο δυναμικό της. Η κυβέρνησή μας έχει προχωρήσει σε σειρά μεταρρυθμίσεων, όπως το νηπιαγωγείο από τα 4, τα Αγγλικά από το νηπιαγωγείο, η έμφαση στην καλλιέργεια δεξιοτήτων, τα νέα προγράμματα σπουδών, η επέκταση του ολοήμερου σχολείου, τα διπλάσια πρότυπα και πειραματικά σχολεία, η αξιολόγηση του εκπαιδευτικού συστήματος, και ταυτόχρονα σε σειρά ενεργειών για την επένδυση στο ανθρώπινο δυναμικό της εκπαίδευσης με σχεδόν 25.000 διορισμούς τα τελευταία δύο χρόνια και με πάνω από 125.000 οριζόντιες επιμορφώσεις για τους εκπαιδευτικούς μας».
Σε αυτό το διθυραμβικό πλαίσιο, η «ΝΚ» επικοινώνησε με εκπαιδευτικούς, με σκοπό να αποτυπώσει εάν το πάγιο πρόβλημα των διορισμών έχει αντιμετωπιστεί με τρόπο ριζικό.
Ο δάσκαλος του Δημοτικού Σχολείου Αγίας Βαρβάρας, ο οποίος υπήρξε και αντιπρόσωπος του συνεδρίου της ΔΟΕ, Γιώργος Σαϊτάκης, τόνισε: «Ασφαλώς και καλοδεχόμαστε τους 25.000 διορισμούς στη γενική εκπαίδευση. Είναι όμως μια “σταγόνα στον ωκεανό” σε σχέση με τα κενά. Χαιρετίζουμε τη συνολικότερη προσπάθεια, αλλά πρέπει να επισημανθεί το εξής: Οι άνθρωποι που ήρθαν στον χώρο της εκπαίδευσης δουλεύουν επί δέκα συναπτά έτη ως αναπληρωτές και έχουν δώσει πολλά χρήματα σε αεροπορικά εισιτήρια κ.λπ. Έχουν εργαστεί. Είναι μέρος του εκπαιδευτικού συστήματος. Δεν ήρθαν σαν “δώρο”. Την ίδια στιγμή, οι άνθρωποι θα δουλέψουν στη γενική εκπαίδευση σε δημοτικά σχολεία. Δε θα γίνουν διορισμοί σε πολλά τμήματα ένταξης. Θα γίνουν ελάχιστοι. Τα τμήματα ένταξης αναμένεται και φέτος να στελεχωθούν από αναπληρωτές. Θεωρώ πως το πρόβλημα είναι πολυπαραγοντικό και εκεί πρέπει να υπάρξουν στοχευμένες πρωτοβουλίες. Χρειάζεται να υπάρξει μια συνολικότερη οργάνωση κα να δούμε».
«Δεν αρκούν»
«Oι μόνιμοι διορισμοί είναι προφανώς σε θετική κατεύθυνση, ωστόσο δεν αρκούν για να καλύψουν τις σύγχρονες ανάγκες του Δημόσιου Σχολείου. Για παράδειγμα, σε όλες τις κατηγορίες των εκπαιδευτικών στον νομό Ηρακλείου στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση υπάρχουν μόνιμες ανάγκες που δεν καλύπτονται. Παράλληλα, απαιτείται από την πλευρά της ηγεσίας του υπουργείου Παιδείας να προχωρήσει άμεσα στην ίδρυση νέων οργανικών θέσεων σε όλο το φάσμα των ειδικοτήτων, στην ίδρυση νέων τμημάτων ένταξης για την ενίσχυση των ευάλωτων ομάδων, και στη μείωση του αριθμού μαθητών ανά τμήμα. Δυστυχώς, σ’ αυτά τα τρία ζητήματα δεν έχει πράξει τίποτε απολύτως και από τη δική μας πλευρά θα συνεχίζουμε να τα διεκδικούμε, μαζί με τα υπόλοιπα που αφορούν τη στήριξη και αναβάθμιση του Δημόσιου Σχολείου», είπε από την πλευρά του ο πρόεδρος του Συλλόγου Εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης «Δομήνικος Θεοτοκόπουλος», Γιώργος Μακράκης.
«Πέρυσι οι κενές θέσεις ήταν 50.000!»
Επικοινωνιακά χαρακτηριστικά είχαν οι δηλώσεις της υπουργού Παιδείας κ. Νίκης Κεραμέως, η οποία αγνοεί το γεγονός πως ο αριθμός των αναπληρωτών στην εκπαίδευση είναι μεγάλος, σύμφωνα με τον λυκειάρχη Ασημίου και μαθηματικό Παναγιώτη Σάπιο. Όπως είπε, το πρόβλημα είναι ιδιαίτερο και απαιτούνται ουσιαστικές λύσεις.
«Αυτή τη στιγμή, το πρόβλημα έχει αντιμετωπιστεί εν μέρει. Δε μιλάμε για ουσιαστική επίλυση του συγκεκριμένου προβλήματος. Και πάλι θα υπάρξουν κενά. Αρκεί να αναλογιστούμε πως ο αριθμός των κενών στη χώρα μας ήταν πέρυσι 50.000. Είναι αξιοσημείωτος αριθμός και πρέπει να προκαλεί ανησυχία τόσο στην ηγεσία του υπουργείου Παιδείας, όσο και στην εκπαιδευτική κοινότητα. Οι δηλώσεις που κάνει η υπουργός Παιδείας γίνονται για καθαρά επικοινωνιακούς λόγους και χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή», είπε ο κ. Σάπιος.
Πηγή: neakriti.gr