ΚΡΗΤΗ ΝΕΟΙ ΟΡΙΖΟΝΤΕΣ

Κρήτη: «Στοπ» στους επενδυτές της «χρυσής βίζας» – Στα €800.000 το όριο μόνο για ακίνητα άνω των 120 τ.μ.

Σε όλα τα νησιά άνω των 3.100 κατοίκων το ελάχιστο ύψος της επένδυσης για το πρόγραμμα «χρυσή βίζα», θα αυξηθεί στις 800.000 ευρώ από τις 250.000 που είναι σήμερα, στην κατεύθυνση των αλλαγών που επιχειρεί η κυβέρνηση, με όπλο την αυστηροποίηση των όρων της Golden Visa για περιοχές που πρέπει να ανασάνουν και να αρχίσουν πάλι να έχουν διαθέσιμα σπίτια σε λογικές τιμές για αγορά, ενοίκιο και φοιτητική στέγη.

Μάλιστα, η ρύθμιση που φέρνει ο υπουργός Οικονομίας Κωστής Χατζηδάκης και αναμένεται να μπει στη Βουλή τις επόμενες ημέρες, εκτός από την αύξηση του επενδυόμενου ποσού στα 800.000 ευρώ σε όλη την Κρήτη, την Αττική και τη Θεσσαλονίκη, θα θέτει όρο ισχύος για την απόκτηση βίζας τα 120 τ.μ και πάνω, ενώ δυνατότητες χρήσης των μεγαλύτερων ακινήτων θα είναι κυρίως για ιδιόχρηση και όχι για εκμετάλλευση μέσω Airbnb, με παράλληλη διατήρηση των κινήτρων για εισαγωγή επενδυτικών κεφαλαίων στη χώρα και ανάπτυξη της κτηματαγοράς.

Οι μεταβολές στην Golden Visa

Σύμφωνα με σχετική ανακοίνωση του υπουργείου Οικονομικών οι αλλαγές είναι πολλές και σημαντικές, και το πρόγραμμα «χρυσή βίζα», θα απευθύνεται πλέον σε σαφώς μικρότερο αριθμό επενδυτών. Κατ’ αρχάς στις Περιφέρειες Αττικής και Θεσσαλονίκης και σε όλα τα νησιά άνω των 3.100 κατοίκων το ελάχιστο ύψος της επένδυσης θα αυξηθεί στις 800.000 ευρώ. Σήμερα ισχύει όριο 500.000 ευρώ μόνο στο κέντρο της Αθήνας, στα βόρεια και τα νότια προάστια, στον Δήμο Θεσσαλονίκης, στη Μύκονο και στη Σαντορίνη. Ετσι, περιοχές όπως η Εύβοια, η Κρήτη και όλοι οι δημοφιλείς νησιωτικοί προορισμοί θα έχουν πλέον το υψηλό όριο των 800.000 ευρώ.

Για τη χορήγηση άδειας διαμονής διάρκειας 5 ετών σε πολίτες τρίτων χωρών (Golden Visa), από τις 31 Μαρτίου 2024 θα ισχύουν οι εξής προϋποθέσεις:

  • Στην Περιφέρεια Αττικής, τις Περιφερειακές Ενότητες Θεσσαλονίκης, Μυκόνου και Σαντορίνης και στα νησιά με πληθυσμό πάνω από 3.100 κατοίκους, η αξία της ακίνητης περιουσίας που πρέπει να κατέχει ο ενδιαφερόμενος αυξάνεται στις 800.000 ευρώ. Στις υπόλοιπες περιοχές της χώρας η αξία της ακίνητης περιουσίας διαμορφώνεται στις 400.000 ευρώ. Σε κάθε περίπτωση η επένδυση πρέπει να γίνει σε ένα ακίνητο (όχι σε περισσότερα ακίνητα μικρότερης αξίας) επιφάνειας τουλάχιστον 120 τ.μ. Επιτρέπεται η αγορά ποσοστού εξ αδιαιρέτου συγκυριότητας ακινήτου, η ελάχιστη αξία του οποίου διαμορφώνεται αντίστοιχα στις 800.000 και 400.000 ευρώ.
  • Για κτίρια που έχουν σήμερα διαφορετική χρήση και μετατρέπονται σε κατοικίες, το ελάχιστο ύψος επένδυσης διαμορφώνεται στις 250.000 ευρώ. Η μετατροπή της χρήσης πρέπει να έχει ολοκληρωθεί πριν από την υποβολή του αιτήματος για τη χορήγηση της άδειας διαμονής.
  • Στις 250.000 ευρώ καθορίζεται επίσης το όριο αν πρόκειται για επένδυση σε διατηρητέο κτίριο που είναι προς αποκατάσταση.
  • Οι άδειες διαμονής μπορούν να ανανεώνονται για το ίδιο χρονικό διάστημα (πέντε χρόνια) εφόσον η ακίνητη περιουσία παραμένει στην ιδιοκτησία του επενδυτή. Αν πρόκειται για επένδυση σε διατηρητέο κτίριο, πρόσθετη προϋπόθεση για την ανανέωση της άδειας διαμονής είναι να έχει ολοκληρωθεί η αποκατάσταση του κτιρίου. Αν ο επενδυτής πουλήσει το ακίνητο τότε η άδεια διαμονής του ανακαλείται και ο αγοραστής αποκτά δικαίωμα να αποκτήσει άδεια διαμονής.
  • Οι επενδυτές μπορούν να εκμισθώνουν τα κτίρια που αποκτούν, δεν επιτρέπεται όμως η διάθεσή τους μέσω βραχυχρόνιων μισθώσεων, ενώ στις περιπτώσεις μετατροπής σε κατοικία απαγορεύεται και η χρήση τους ως έδρα ή υποκατάστημα επιχείρησης. Σε περίπτωση παράβασης η άδεια διαμονής ανακαλείται και επιβάλλεται πρόστιμο ύψους 50.000 ευρώ.
  • Εκτός από την αγορά ακινήτων οι πολίτες τρίτων χωρών αποκτούν άδεια διαμονής και με την σύναψη μακροχρόνιας σύμβασης σύνθετου τουριστικού καταλύματος ή σύμβαση χρονομεριστικής μίσθωσης τουριστικού καταλύματος, αντίστοιχης ανά περιοχή αξίας (800.000 ευρώ σε Αττική κλπ., 400.000 ευρώ στην υπόλοιπη χώρα κ.ο.κ.).

Προκειμένου το νέο σύστημα να εφαρμοστεί ομαλά και να μην διαταραχθεί η λειτουργία της αγοράς, προβλέπεται μεταβατική περίοδος με τις εξής προϋποθέσεις:
Πολίτες τρίτων χωρών οι οποίοι θα εξοφλήσουν το τίμημα ή θα καταβάλουν προκαταβολή 10%, ή θα υπογράψουν προσύμφωνο ή ιδιωτικό συμφωνητικό αγοράς, αποδεικνύοντας τις σχετικές πιστώσεις μέχρι τις 30 Σεπτεμβρίου 2024 μπορούν να ολοκληρώσουν την επένδυσή τους μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2024 με τις προϋποθέσεις που ίσχυαν έως τώρα . Στις περιπτώσεις αυτές, αν δεν ολοκληρωθεί η αγορά του ακινήτου, ο αγοραστής μπορεί να ολοκληρώσει την επένδυσή του σε άλλο ακίνητο πάντα με τις προϋποθέσεις που ίσχυαν έως τώρα αλλά πάντως όχι μετά τις 30 Απριλίου 2025.

Αλλη μία σημαντική παράμετρος είναι ότι πλέον οι αγορές θα μπορούν να γίνονται μόνο για ακίνητα επιφανείας 120 τ.μ. και άνω. Επίσης θα απαγορευτεί στους επενδυτές η αξιοποίηση των ακινήτων μέσω των ψηφιακών πλατφορμών βραχυχρόνιας μίσθωσης.

Πάντως, όπως τονίζουν παράγοντες της αγοράς ακινήτων, η εκμετάλλευση μέσω βραχυχρόνιας μίσθωσης αφορούσε μόνο το 5%-10% των ακινήτων που αγοράζονταν από ξένους επενδυτές από τρίτες χώρες. Κύριος λόγος είναι ότι απαιτείται ενεργή διαχείριση, κάτι που κοστίζει και ασφαλώς μειώνει τα πιθανά έσοδα. Ετσι οι περισσότεροι προτιμούσαν τη μακροχρόνια ενοικίαση.

Δεν απέδωσε η αύξηση στις 500.000 ευρώ

Είναι χαρακτηριστικό ότι με βάση τον δείκτη Spitogatos Property Index κατά το δεύτερο τρίμηνο του 2023, δηλαδή πριν ισχύσουν οι πρόσφατες αλλαγές στο καθεστώς της «χρυσής βίζας», η μέση ζητούμενη τιμή στο κέντρο της Αθήνας ήταν 1.885 ευρώ/τ.μ. Μετά τον διπλασιασμό του ορίου στις 500.000 ευρώ, η μέση ζητούμενη τιμή αυξήθηκε σε 2.000 ευρώ/τ.μ. κατά το τρίτο τρίμηνο και σε 2.037 ευρώ/τ.μ. κατά το τέταρτο τρίμηνο του 2023. Δεν υπήρξε δηλαδή αποκλιμάκωση των τιμών, ενώ το ίδιο ίσχυσε ασφαλώς και με τις τιμές ενοικίασης.

Σύμφωνα με τον κ. Ποταμιάνο, «το πρόβλημα με τις υψηλές τιμές πώλησης που έχουν “παγώσει” και τις αγοραπωλησίες στο κέντρο της Αθήνας οφείλεται στο έλλειμμα προσφοράς, καθώς τα κλειστά ακίνητα είναι εκατοντάδες χιλιάδες και είτε βρίσκονται στα χέρια υπερχρεωμένων νοικοκυριών και κληρονόμων, που δεν μπορούν να τα αξιοποιήσουν, είτε υπό τον έλεγχο τραπεζών και εταιρειών διαχείρισης απαιτήσεων». Οπως αναφέρει, «δεν ήταν η “χρυσή βίζα” το πρόβλημα, καθώς οι συναλλαγές που γίνονταν ήταν λίγες στον αριθμό». Συγκεκριμένα, σε 10 χρόνια έχουν αποκτηθεί περίπου 20.000 ακίνητα από ξένους επενδυτές από τρίτες χώρες, η πλειονότητα των οποίων αξιοποιείται μέσω της μακροχρόνιας ενοικίασης.

ΠΗΓΗ: neakriti.gr



ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ