«Φτιάξτε συνεταιριστικά σχήματα», είναι το μήνυμα που στέλνει μέσω της εφημερίδας “Νέα Κρήτη” προς τους ελαιοπαραγωγούς της Κρήτης ο πρώην υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και τομεάρχης Αγροτικού του ΣΥΡΙΖΑ, Σταύρος Αραχωβίτης, που θεωρεί ότι οι παραγωγοί θα πρέπει να τιμολογούν το λάδι τους σταδιακά, για να επωφελούνται από όλες τις τιμές της αγοράς. Ο ίδιος, πάντως, είναι πολύ συγκρατημένος για τη φετινή χρονιά, καθώς, όπως λέει, η παγκόσμια αγορά δεν έχει ξεφύγει ούτε φέτος από την υπερπαραγωγή των Ισπανών, με τους Πορτογάλους, μάλιστα, να ετοιμάζονται να… καταλάβουν τη θέση της χώρας μας, υποβιβάζοντάς μας στην τέταρτη θέση της παγκόσμιας παραγωγής ελαιολάδου!
«Εγώ θα καλούσα τον παραγωγό να οργανωθεί. Και να πιέσει στην κατεύθυνση να κερδίσει αυτός την προστιθέμενη αξία που κερδίζει ο μεσάζοντας. Δεν υπάρχει άλλη λύση από το να πάει σε συνεργατικά σχήματα. Γιατί το να πάει σε συνεργατικά σχήματα έχει δύο μεγάλα πλεονεκτήματα: Πρώτον αυτά τα σχήματα κάνουν παρέμβαση στην αγορά, ελέγχουν την τιμή καλύτερα. Και το δεύτερο είναι ότι με την τυποποίηση που μπορούν να κάνουν παίρνει ο παραγωγός την υπεραξία του προϊόντος του», όπως λέει στην εφημερίδα “Νέα Κρήτη” ο Σταύρος Αραχωβίτης. Βέβαια, όπως έχουμε ξαναγράψει, μέσα από τη σελίδα του Συνδέσμου Ελαιοκομικών Δήμων Κρήτης με την υπογραφή του Νίκου Μιχελάκη (δρ. γεωπόνος, πρώην διευθυντής του Ινστιτούτου Ελιάς Χανίων και επιστ. σύμβουλος του ΣΕΔΗΚ), στις αρχές Νοεμβρίου η Συμβουλευτική Επιτροπή του Διεθνούς Συμβουλίου Ελαιολάδου εκτίμησε πως η παραγωγή ελαιολάδου αρκετών χωρών-μελών του Συμβουλίου θα είναι αρκετά χαμηλότερη σε σχέση με αυτή που αρχικά εκτιμήθηκε για διαφόρους, κυρίως κλιματικούς, λόγους. Περισσότερο ρεαλιστικές φαίνονται οι εκτιμήσεις διαφόρων οργανώσεων παραγωγών, σύμφωνα με τις οποίες η ερχομένη παραγωγή των ευρωπαϊκών χωρών εκτιμάται χαμηλότερη κατά 300 χιλιάδες τόνους περίπου.
«Η παγκόσμια ζήτηση δεν αυξάνεται…»
Ωστόσο, την ίδια ώρα, η παγκόσμια ζήτηση, σύμφωνα με τον Σταύρο Αραχωβίτη, δεν αυξάνεται.«Η Πορτογαλία πάει για τρίτη χώρα στην παραγωγή ελαιολάδου. Δηλαδή, πάει να μας περάσει. Και την ίδια ώρα εμείς ως χώρα δεν προχωρήσαμε τόσα χρόνια στην τυποποίηση του εξαγώγιμου ελαιολάδου…». Ως προς τη σημερινή εικόνα της εμπορίας του εξαιρετικού παρθένου ελαιολάδου από την Ελλάδα προς την Ιταλία, ο πρώην υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων λέει πως τα δικά του στοιχεία δείχνουν ότι δε γίνονται πολλές πωλήσεις μέχρι στιγμής. «Ο κόσμος δεν πουλάει. Παρότι υπάρχουν μεγάλες ανάγκες αφού έχουμε δύσκολες συνθήκες και εποχές, ο κόσμος δεν έχει “ανοιχτεί” σε μαζικές πωλήσεις. Άλλωστε μην ξεχνάμε ότι τώρα μόλις μπήκαμε στον Δεκέμβριο. Έχουμε ακόμα περίοδο ελαιοσυλλογής μπροστά μας. Φέτος η ελαιοκομική περίοδος θα τελειώσει νωρίς, μέχρι τα Χριστούγεννα πιστεύω, τουλάχιστον το μεγαλύτερο ποσοστό. Και τότε θα αρχίσουν να γίνονται πωλήσεις. Αλλά από την άλλη βλέπουμε ότι, όσο ανοίγονται οι πωλήσεις, η τιμή υποχωρεί…».
Στο σημείο αυτό, επισημαίνει ότι «είναι σωστή η λογική “μην πουλάτε μαζικά, μη σας πιάνει πανικός”, αλλά από την άλλη το εμπόριο πρέπει να προχωρήσει. Δηλαδή, να δίνονται λίγες-λίγες οι ποσότητες. “Δίνω και κρατώ”, όπως λέμε. Γιατί δεν ξέρεις αν μετά είναι χαμηλότερη η τιμή. Και τι θα πεις; Γιατί δεν πούλησα τότε;».
Ίδιες πάνω-κάτω οι τιμές στην Ευρώπη
Στο μεταξύ, ο Σταύρος Αραχωβίτης καλεί τους παραγωγούς, για να βγάλουν τα συμπεράσματά τους, να μη βλέπουν μόνο τις τιμές στην Ελλάδα. «Σε όλες τις ελαιοπαραγωγικές χώρες της Ευρώπης, η τιμή είναι ανάλογη. Και στην Ισπανία είναι στα 2,65. Και σε ό,τι αφορά την Ιταλία, μην κρίνουμε από τις πράξεις που γίνονται στην Τοσκάνη. Σε όλη την υπόλοιπη χώρα οι τιμές είναι πολύ χαμηλές. Όταν μιλάμε για έξτρα παρθένο ελαιόλαδο, οι τιμές είναι πάνω-κάτω σε όλο τον κόσμο ίδιες. Λίγο καλύτερες είναι στην Ευρώπη. Λίγο χαμηλότερες είναι στις άλλες χώρες. Όμως είναι κοντά. Είναι χρηματιστηριακό προϊόν…». Για την παγκόσμια ζήτηση, ο Σταύρος Αραχωβίτης απαντά αρνητικά στο ερώτημά μας αν αυτή τελικά έχει αυξητικές τάσεις: «Δεν υπάρχει αυξανόμενη ζήτηση, αντίστοιχη, τουλάχιστον, της αυξημένης παραγωγής. Διότι η παραγωγή αυξάνεται με άλλους ρυθμούς, ενώ η κατανάλωση λόγω της λιτότητας και της φτωχοποίησης μειώνεται. Κι εδώ ακριβώς μπαίνει το πολιτικό κομμάτι: ότι οι πολιτικές λιτότητας οδηγούν τον κόσμο στο να ψάχνει φτηνότερα προϊόντα. Πηγαίνετε μια βόλτα στην αγορά… Και δείτε τα μπισκότα. Όχι απλά δεν έχουν ελαιόλαδο, αλλά έχουμε φτάσει στα φοινικέλαια και στα χειρότερης μορφής λάδια. Γιατί; Για να κατεβάσουν το κόστος μια “δεκάρα”. Δηλαδή αυτή η λογική της λιτότητας τραβάει προς τα κάτω και τις τιμές παραγωγού. Αυτός είναι ο τελευταίος που την πληρώνει πάντα».
ΠΗΓΗ: neakriti.gr