Ο φόβος του ματιάσματος είναι ριζωμένος σχεδόν σε κάθε άνθρωπο. Πολλές φορές λέμε, όταν βλέπουμε κάτι το ωραίο και το θαυμάζουμε, «φτου, να μη ματιαστεί».
Από τους αρχαιοτάτους χρόνους (3000 π.Χ), οι διάφοροι λαοί φοβόντουσαν το μάτιασμα. Στη Σουμερία πίστευαν ότι η θεά της κακίας σκότωνε μόνο με μια ματιά της τη θεά του έρωτα. Μα κι οι Ασύριοι και οι Βαβυλώνιοι φοβόταν τους δαίμονες που έμεναν στα νεκροταφεία, στις σπηλιές και στα βουνά, που είχαν τη δύναμη να σκοτώνουν ή να κάνουν το μεγαλύτερο κακό μόνο με μια ματιά τους.
Στην Εκκλησία μας, την ορθόδοξη, υπάρχει στο Ευχολόγιο, ευχή για τη λύση του ματιάσματος που μαζί με τα άλλα λέει: «…πάσαν επιβουλήν και απέλασαν πάσαν διαβολικήν ενέργειαν, πάσαν σατανικήν έφοδον και πάσαν επιβουλήν, περιέργειαν τε πονηράν και βλάβην οφθαλμόν τε πονηρόν και βλάβην οφθαλμόν βασκάνιναν τον κακοποιών και πονηρόν ανθρώπων…».
Ξέρουμε ότι ο βάτραχος με μια ματιά σκοτώνει το αηδόνι, ενώ αυτό δεν το έχουν άλλα ζώα. Έτσι και στον άνθρωπο δεν ματιάζουν όλοι. Κάποιοι μπορούν με μια ματιά τους να φέρουν το κακό, «το κακό μάτι».
Οι λαϊκές παραδόσεις μας λένε ότι ο άνθρωπος που ματιάζει πρέπει να έχει κάποιο ελάττωμα, π.χ. να είναι αλλήθωρος, να έχει μάτια γουρλωμένα σαν του βατράχου, να είναι καμπούρης ή κουτσός κ.α..
Ας δούμε τώρα ποιοι ματιάζονται. Τα θύματα του «κακού ματιού» είναι ακριβώς αντίθετα απ’ αυτούς που ματιάζουν. Δηλαδή, είναι όμορφα, έχουν δύναμη, τα παιδιά, οι νέοι, οι πλούσιοι, οι τυχεροί σε διάφορα τυχερά παιχνίδια κ.ά. Το κακό μάτι μπορεί να πιάσει και τα ζώα, όπως την αγελάδα, το πρόβατο, το άλογο, τον σκύλο και άλλα πολλά.
Αυτό το «κακό μάτι» που έχει τις ρίζες του; Από πού ξεκινάει; Πολλοί πιστεύουν ότι οι ρίζες του χάνονται στο πέρασμα των αιώνων. Άλλοι πάλι λένε ότι προέρχεται από τον κανιβαλισμό, άποψη την οποία υποστηρίζουν και οι ερευνητές.
Από τα αρχαία χρόνια που ο άνθρωπος ανακάλυψε το «κακό μάτι», προσπάθησε να φυλαχτεί από αυτό με διάφορα φυλαχτά, ακόμη και με σκόρδα και πέταλα που κρεμάνε στα σπίτια τους οι χωρικοί. Υπάρχουν βέβαια και οι γητειές για το «κακό μάτι» και ας δούμε μερικές:
Βασκανίας
1. Εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος Αμήν. 25 Δεκεμβρίου Χριστός γεννάται και τούτη η ώρα και κείνη μια λογάται. Η Παναγία η Παρθένα εκάθουνταν στο θρόνο της, χρυσή΄τανε η ρόκα της, χρυσό τανε τ΄αδράχτι της, χρυσό και το σφεντύλι της. Τρεις γυναίκες επεράσανε κι οι 12 Αποστόλοι, κεινά σταθήκανε και τσουτσουρίσανε, κεινα την είδανε, κεινά τηνε φταρμίσανε. Κλαίει και θρηνάται του Χριστού παραπονάτε: Χριστέ που κατέχεις τα φανερά και τα κρυφά: 3 γυναίκες επεράσανε κι οι 12 Απόστολοι κεινά σταθήκανε και τσουτσουρίσανε κεινά με είδανε και με φταρμίσανε.
Και δεν ευρέθηκε άνθρωπος μυρωμένος βαφτισμένος τση Μεγάλης Πέμπτης μεταλαβωμένος και αντιντεροφαωμένος, να πιάσει κλαδί αλάτσι και να πει, πέντε, δέκα, δεκαπέντε, είκοσι, εοκοσιπέντε, τριάντα, τριανταπέντε, σαράντα. Σαράντα άγιοι βοήθεια σου κι ο άγιος Παντελεήμονας πρώτος γιατρός του κόσμου (3 φορές)
Φυγε φταρμέ ΄πο πάνω τσηή του, φύγε από την κεφαλή τση ή του, φύγε από τα νεφρά τση ή του, φύγε από τα κόκαλα τση ή του κι άμε στα όρη να βρεις το λάφι, να φας το κρέας του, να πιείς το αίμα του και από το δούλο ή δούλη (όνομα ασθενούς) λείπε. Δέξου γης το βάρος της ή του και δος τση ή του την υγειά τση ή του
2. Στο όνομα του Πατρός και του Υιού…..κ.λ.π. (όπως παραπάνω. Άγιε Παντελεήμονα πρώτε γιατρέ του κόσμου όπου γιατρεύεις τσι πληγές και διασκορπάς τσοι πόνους, Άϊ –Γιάννης ο πρόδρομος περβόλι ήσκισε, δεντρά εφύτευσε, μηλιές λεμονιές κι όμορφες πορτοκαλιές. Γυναίκα πέρασε το περβόλι φτάρμισε, άλλα ξεραθήκανε κι άλλα ξεριζωθήκανε και δεν ευρέθηκε άνθρωπος πεντάνυχος, πενταδάχτυλος τση Μ. Πέμπτης μεταλαβωμένος, τση Μ. Παρασκευής αντιντεροφαωμένος, να γητέψει τον δούλό του Θεού ( όνομα), να φύγει το κακό αέρι από την κεφαλή του, από τα μάτια του από τα’ αυτιά του, το στόμα του, τα γόνατα του, από την καρδιά του κι από τις 72 μισι φλέγες του κορμιού του και να πάνε στον πάτο τση θάλασσας. Δέξου γης το βάρος του και δος του την υγειά του.
Για πονοκέφαλο από τον ήλιο
Βάζομε σε ένα ποτήρι, Τρία (3) κλαδιά ταγί ή κριθάρι, αλάτι και τρία (3) κομμάτια κάρβουνο. Σκεπάζουμε το ποτήρι με ένα άσπρο πανί και το γυρίζουμε στο κεφάλι του αρρώστου που έχει σκύψει. Πατάμε καλά και γυρίζουμε κύκλους το ποτήρι στο κεφάλι και λέμε: Χύσου ήλιε της ταχινής, χύσου του μεσημεριού και τσ΄ αργαντινής, από την καρδιά του…( λέμε το όνομα του αρρώστου) απ΄ τα σωθηκά του, τον εμιαλό του, απ΄τσι κουφάλες των αμαθειών του, απ΄τσι εβδομηνταδιόμιση φλέβες του κορμιού του.
Αυτό το λέμε τρεις φορές, γυρνώντας συγχρόνως το ποτήρι με το νερό στο κεφάλι. Την γειθιά την λέμε τρεις φορές την ημέρα. Το πρωί πριν χύσουμε νερό από την βρύση και μόλις βγει ο ήλιος, στις 12 το μεσημέρι και στη δύση του ήλιου.
Για την αύτρα (φουσκάλες) στο στόμα
Την τελευταία βραδιά της γέμισης του φεγγαριού, (την επομένη δηλαδή θα αρχίσει η λίγωση) βάζομε σε ένα ποτήρι κρασί, βουτούμε μέσα ένα κομμάτι βασιλικό και ραντίζουμε το στόμα του αρρώστου που έχει την αύτρα και λέμε: Απόψε αύτρα και άστρα. Αύριο βράδυ μούδε άστρα μούδε αύτρα.
Για το Τσίτο (κριθαράκι) στο μάτι
Παίρνομε τρία κλαδιά κριθάρι και κάνομε σταυρό στο μάτι που έχει τον τσίτο και λέμε: Απόψε τσίτος και κρίθος, αύριο βράδυ μουδέ τσίτος μουδέ κρίθος.
Για τα μιαρά (έντομα)
Αι Γιάννη κι Άι Γιώργη κι Άι Τίμιε Σταυρέ και Χριστέ και Παναγία και Αληθινέ Θεέ.
Δέσε και χαλίνωσε τον όφη, την λιόχεντρα, τον σκορπιό, το σαμιάμηθο, το ρογαλιδάκι που είναι αποκάτω από το πλακάκι. Οντέ θα βγει ο ήλιος τρία κονταρόξυλα και πιάσει η γριά τη ρόκα τσι κι ο γέρος το ραβδί του και σηκώσουν τα παιδιά και τινάξουν τα σακιά, είναι ελεύθερα και τα κακά μιαρά.
Μαρία Πιτσικάκη
Δημοσιογράφος – Ζωγράφος