Μιλήσαμε με τη Μαρίνα, τον Σταμάτη και την Αμαλία, τρεις ανθρώπους που εργάζονται σε Μονάδα Εντατικής Θεραπείας γνωστού αθηναϊκού νοσοκομείου για την καθημερινότητα της εργασίας τους σήμερα, για το πώς βιώνουν τις διασωληνώσεις, τις μεγάλες νίκες και τις διαρκείς μάχες των ασθενών τους στο δεύτερο κύμα του κορονοϊού. Μιλήσαμε Σάββατα, Κυριακές, βράδια, απογεύματα, όταν είχαν την δυνατότητα να μας διαθέσουν λίγο από τον (ελάχιστο) χρόνο ξεκούρασης τους. Η κουβέντα με αυτούς τους 3 εργαζόμενους ΜΕΘ ίσως αναθεωρήσει αρκετά για το πρότυπο αυτού που έχουμε στο μυαλό μας ως υπερήρωας. Ίσως αναδείξει ότι συνήθως, οι πραγματικοί υπερήρωες δεν φοράνε κάπες και πομπώδη σήματα με τ’ αρχικά τους στο στήθος. Διαβάστε τι έχουν να μας πουν και ίσως αναθεωρήσετε περί κάθε «ηρωικού» προτύπου και όχι μόνο.
Τα ρούχα της δουλειάς
Αμαλία: «Το καθημερινό ντύσιμο με την στολή προστασίας δεν είναι κάτι δύσκολο, είναι μια διαδικασία που την έχω συνηθίσει, τόσο το να βάλω όσο και να βγάλω τα ρούχα. Τα δύσκολα αρχίζουν όταν καλείσαι να μείνεις ώρες ολόκληρες σερί μέσα στα ρούχα και αρχίζεις και ιδρώνεις και η ανάσα σου αφήνει υδρατμούς στην μάσκα και γίνεται πιο δύσκολη, τη νιώθεις σχεδόν να ζεματάει. Αρχίζουν να πονάνε τα αυτιά σου από το δέσιμο της μάσκας, που συχνά μας αφήνει εκζέματα (πρέπει να εφαρμόζει σφιχτά στο πρόσωπο ώστε να μην περνάει καθόλου αέρας. Στο τέλος της δουλειάς, το πως θα βγάλεις την στολή, με τι σειρά θα αφαιρέσεις κάθε κομμάτι, το πως αφήσεις τα γυαλιά και την μάσκα ώστε να μην δημιουργηθεί εκνέφωμα σταγονιδίων που ενδεχομένως θα περιέχουν τον ιό, είναι κι αυτή μια διαδικασία που απαιτεί την απόλυτη προσοχή μας. Ίσως ακούγεται απλό, αλλά όταν έχεις περάσει πέντε ώρες σερί μέσα στην μονάδα με τη στολή, όταν έχεις τρέξει, έχεις σηκώσει ασθενείς από το κρεβάτι τους, αυτό είναι μια κανονική σωματική άσκηση, που μπορεί να σε κάνει να θέλεις να τα πετάξεις όλα τα προστατευτικά, για να μη λιποθυμήσεις από τον ιδρώτα και τη ζέστη».
Σταμάτης: «Τώρα, αν και είμαστε πιο έμπειροι, αν και βγάζουμε περισσότερα περιστατικά, οι μέρες μας δεν έχουν σταματήσει να είναι τρομερά επίπονες. Ακόμα και τρία περιστατικά να σου τύχουν, όταν φοράς διαρκώς τη στολή, πεθαίνεις, λιώνεις στον ιδρώτα. Είσαι υποχρεωτικά σε διαρκή κίνηση, μεταφέρεις ανθρώπους με αυτοκίνητα από μια πτέρυγα σε άλλη, μέσα από ράμπες, μέσα από διαδρόμους, όπως ορίζει το καθήκον σου και πρέπει να φοράς και τα προστατευτικά διαρκώς. Μπορεί να βγάλουμε πέντε περιστατικά κορονοϊού την ημέρα (οι τραυματιοφορείς είναι πάντα ζευγάρι) και κουραζόμαστε σαν να έχουμε βγάλει τουλάχιστον είκοσι περιστατικά άλλων ασθενειών».
Πρώτο κύμα κορονοϊού
Μαρίνα: «Το πρώτο κύμα για μένα ήταν πάρα πολύ δύσκολο. Μπήκαμε όλοι μας πάρα πολύ ξαφνικά στον κορονοϊό. Θυμάμαι πώς όταν είχαμε ενημερωθεί πως θα έρθει στην μονάδα μας το πρώτο κρούσμα, μέσα σε δύο μέρες αλλάξαμε τα πάντα, μεταφέραμε ακόμα και ασθενείς, ώστε να διαμορφώσουμε κατάλληλα τους χώρους για να υποδεχθούμε ασθενείς με COVID-19. Όλα έγιναν πάρα πολύ γρήγορα. Η μονάδα μας γέμισε από ασθενείς μέσα σε ένα 24ώρο. Τότε ξεκίνησαν οι μέρες που ο τρόμος απλωνόταν γύρω μας και έπρεπε να διατηρήσουμε πλήρως την ψυχραιμία μας. Γέμιζαν οι κλίνες του νοσοκομείου, ενώ παράλληλα μαθαίναμε και το κλίμα πολέμου σε άλλες χώρες, όπως στην Ιταλία, με τα χιλιάδες κρούσματα.
Στην αρχή, ήμασταν ένας νοσηλευτής για πέντε ασθενείς. Τρομερές δυσκολίες χωρίς σταματημό. Ευτυχώς στην πορεία ήρθαν και συνάδελφοι από άλλα νοσοκομεία, μετά ήρθε και το επικουρικό προσωπικό. Στο πέρασμα του χρόνου, αποκτήσαμε περισσότερη εμπειρία και μάθαμε να διαχειριζόμαστε ολοένα και πιο άνετα την καθημερινότητα των ασθενών με κορονοϊού. Στο δεύτερο κύμα, έφυγε ο φόβος του να μην μολυνθείς, μάθαμε να βάζουμε και να βγάζουμε τα προστατευτικά ρούχα σύμφωνα με τα σχετικά πρωτόκολλα».
Σ: «Στο πρώτο κύμα του κορονοϊού, είχαμε συνήθως έναν ασθενή μέσα σε τετράκλινα δωμάτια. Τώρα έχουν γεμίσει όλα! Και τα τετράκλινα και τα τρίκλινα, όλα!».
Α:«Σίγουρα έχει υπάρξει πρώτο και δεύτερο κύμα κορονοϊού, όμως στη δική μας καθημερινότητα δεν έχει σταματήσει να υπάρχει μονάδα κορονοϊού. Ακόμα και τον Αύγουστο που ήταν σχεδόν μηδενικά τα κρούσματα, δεν σταματήσαμε να ντυνόμαστε και να φροντίζουμε ασθενείς με κορονοϊό. Κάποιες φορές αναρωτιόμαστε μεταξύ μας αν και πότε θα σταματήσουμε να ντυνόμαστε με τα ρούχα της προστασίας, αν θα κάνουμε κάτι άλλο. Αλλά αυτή είναι μια σκέψη που πολλές φορές εξαφανίζεται πριν ακόμα εκφραστεί, όταν βλέπουμε, σε καθημερινή βάση, ανθρώπους να φεύγουν από τα κρεβάτια μέσα σε σακούλες. Αυτό είναι το δεύτερο κύμα και αυτά είναι δυστυχώς τα νοσηρά ρεκόρ της χώρας μας».
Υπάρχει πτώση κρουσμάτων;
Α: «Η πτώση των κρουσμάτων για την οποία γίνεται λόγος εδώ και μέρες, σε ‘μας δεν είναι αισθητή, όχι ακόμα τουλάχιστον. Δηλαδή, μόλις αδειάζει ένα κρεβάτι, είτε επειδή απεβίωσε ασθενής, είτε επειδή αποσωληνώθηκε, άρα παρουσίασε βελτίωση, γεμίζει σχεδόν αμέσως».
Σ: «Ποια πτώση; Αφού διασωληνώνονται συνεχώς και αυτοί που έχουν μπει στις απλές κλίνες. Όχι δεν βλέπουμε, τουλάχιστον ακόμα, κάποια ύφεση».
Α: «Δεν συνηθίζεται αυτή η κατάσταση, το να βλέπεις κάθε μέρα νεκρούς. Δεν μπορείς να πεις ότι θα πας σπίτι και θα «ξεκλειδώσεις» από αυτή την κατάσταση, θα χαλαρώσεις και «οκ, ολα καλά». Το κουβαλάς μαζί σου. Και το ξαναβλέπεις την επόμενη μέρα, την μεθεπόμενη και πάει λέγοντας».
Μια τυπική μέρα στη δουλειά
Σ: «Προχθές κάναμε έξι εισαγωγές και έτυχε ασθενής που δόθηκε εντολή να διασωληνωθεί στις 3 ή ώρα τη νύχτα. Ανοίγω παρένθεση και σου τονίζω εδώ ότι δεν μπορείς να μεταφέρεις αμέσως διασωληνομένο ασθενή, πρέπει να περιμένεις να σταθεροποιηθεί. Λοιπόν εμείς πήραμε το οκ και τον μεταφέραμε με την μία! Πώς βλέπεις τους πυροσβέστες που ακούνε το συναγερμό και βάζουν αμέσως τη στολή και τρέχουν να σβήσουν την φωτιά; Το ίδιο κρίσιμη είναι και παραμένει η κάθε μέρα μας».
Α:«Το ακτινολογικό στο οποίο δουλεύω, δεν έχει συγκεκριμένο πρόγραμμα, πηγαίνει παντού. Δηλαδή, μπορεί να ξεκινήσω τη δουλειά μου σε μια κλινική του νοσοκομείου, μετά θα πάω σε μια ΜΕΘ, μετά μπορεί να ξαναγυρίσω πίσω και στο βάθος μιας μέρας, θα κάνω αρκετές φορές αυτές τις διαδρομές».
Μ:«Ένας νοσηλευτής της ΜΕΘ φροντίζει 24/7 τις βασικές ανάγκες της καθημερινότητας του ασθενούς όπως το να είναι καθαρός και να μην πονάει. Είναι ο πρώτος που αντιλαμβάνεται και αξιολογεί οποιαδήποτε αλλαγή στην κατάσταση και ενημερώνει τον γιατρό. Πρέπει να είμαι εκεί, πρέπει να βρίσκομαι κάθε λεπτό στην φροντίδα κάθε ασθενούς και να παρατηρώ ακόμα και την παραμικρή λεπτομέρεια.
Βρίσκομαι εκεί όταν ο ασθενής ξυπνάει σε ένα άγνωστο περιβάλλον με άγνωστα πρόσωπα γύρω του. Τότε η προσπάθειά μας, εξηγώντας το πού βρίσκεται, είναι να τον καθησυχάσουμε και να τον εμψυχώσουμε. Όταν αυτό είναι δυνατόν τους βοηθάμε να επικοινωνήσουν με τα αγαπημένα τους πρόσωπα μέσω tablet ή κινητού τηλεφώνου. Οι στιγμές είναι ιδιαίτερα συγκινητικές για τον ίδιο και τους οικείους του και κάθε φορά. Αγγίζει την ψυχή μας.Το πιο δύσκολο όμως για μένα να βλέπω τους ανθρώπους να πεθαίνουν μακριά από τα αγαπημένα τους πρόσωπα».
Σ: «Σε μια τυπική μέρα, ας πούμε πως υπάρχει ένας άνθρωπος που νοσηλεύεται σε ένα κρεβάτι και δίνεται εντολή να μεταφερθεί. Καταρχάς, να τονίσουμε εδώ πως δεν έχει καμία σημασία ο χαρακτήρας και οι περιγραφές των κρεβατιών, μπορεί να διασωληνωθεί σε ένα απλό δωμάτιο, αρκεί να έχει το οξυγόνο του και το μηχάνημα που δείχνει τα ζωτικά του σημεία. Το σημαντικότερο είναι, σε όποιο δωμάτιο κι αν βρίσκεται, να υπάρχει πάντα άνθρωπος στο πλευρό του, να υπάρχει διαρκώς μια νοσηλεύτρια δίπλα του και να υπάρχει η φροντίδα του γιατρού. Χωρίς την παρουσία γιατρού, εμείς δεν μεταφέρουμε ασθενή. Ως προς κάθε περίπτωση τώρα, είναι πάρα πολύ κρίσιμο το να μεταφέρεις έναν ασθενή από ένα απλό κρεβάτι προς την εντατική, σε σύγκριση με το αντίστροφο. Κι αυτό συμβαίνει γιατί μόλις τον έχουν διασωληνώσει και μπαίνουμε στο δωμάτιο πέντε άτομα, που πρέπει να τον πάρουμε απο το κρεβάτι και να τον βάλουμε στο φορείο. Πρέπει να είμαστε πάρα πολύ προσεκτικοί τόσο με τον ίδιο τον ασθενή, όσο και με το πώς θα περάσουμε προς την έξοδο, αποφεύγοντας όλα τα μηχανήματα που υπάρχουν μέσα στην κλινική».
Α: «Αυτές τις μέρες που δούλευα πρωί, ήμουν μία και μοναδική ακτινολόγος υπεύθυνη για 50 ασθενείς σε κρεβάτια ΜΕΘ. Ας ανοίξουμε μια παρένθεση εδώ για να σου πω ότι παλαιότερα ο κάθε ασθενής σε ΜΕΘ έπρεπε να έχει καθημερινά την ακτινογραφία του. Σήμερα αυτό δεν είναι εφικτό, αλλά και πάλι πρέπει έστω στους μισούς να έχουμε εικόνα μέσω ακτινογραφίας, καθημερινά. Εγώ, λοιπόν, αυτές τις μέρες έπρεπε να πηγαίνω ασταμάτητα σε 4 υπομονάδες, ανάλογα με το πόσα επείγοντα και έκτακτα περιστατικά εμφανίζονταν. Γύριζα, έφευγα, επέστρεφα, χωρίς ανάσα. Είπαμε, απόλυτη προτεραιότητα να μην χάνονται ζωές.
Να τονίσουμε εδώ, πως το να σηκώσεις έναν ασθενή, να βάλεις μία κασέτα και να βγει η ακτινογραφία του, δεν είναι κάτι απλό. Όλες οι κινήσεις που κάνουμε για να βοηθήσουμε τον ασθενή να σηκωθεί από το κρεβάτι είναι λεπτές και περίπλοκες και απαιτούν τη γνώση και την εμπειρία όλων όσων εργάζονται καθημερινά σε μία μονάδα εντατικής θεραπείας, από τους γιατρούς μέχρι το νοσηλευτικό προσωπικό».
Ελεύθερος χρόνος
Σ: «Κάθε μέρα, πάω κατευθείαν από το σπίτι στο νοσοκομείο και στο τέλος γυρίζω και πάλι στο σπίτι. Βλέπω συγκεκριμένους ανθρώπους, αυτούς που εργαζόμαστε στην ίδια βάρδια, βιώνουμε μαζί τις ίδιες δυσκολίες, έχουμε γίνει ένα. Πού καιρός για προσωπική ζωή; Πού να προλάβω να δώ τους συγγενείς ή τους φίλους μου; Η ζωή του ασθενή είναι πάνω από τις δικές μας».
Α:«Διάλειμμα κάνουμε από τη δουλειά, όταν αυτό είναι εφικτό. Δεν υπάρχει όμως η έννοια του διαλείμματος όπως το ξέρουμε, ότι «κουράστηκα και σταματάω συγκεκριμένη ώρα για να φάω κάτι και μετά γυρίζω πίσω». Μπορεί να χρειαστεί να 5-6 ώρες σερί και να έχεις κορακιάσει από τη δίψα, ή να θέλεις να πας τουαλέτα και να μη μπορείς. Αν τυχόν φυσικά φθείρεις τα προστατευτικά προσπαθώντας να τα βγάλεις, μετά δεν θα είναι εύκολο να τα αντικαταστήσεις».
Α: «Εκτός νοσοκομείου, μου έχει τύχει να συναντήσω ένα είδος κοινωνικού ρατσισμού. Ο κόσμος ξέρει ότι εργαζόμαστε σε νοσοκομεία αναφοράς COVID-19 και το γεγονός ότι τηρούμε πλήρως και με απόλυτη τυπικότητα τα μέτρα προστασίας εντός και εκτός της δουλειας μας, λειτουργεί μερικές φορές με ανασφάλεια απέναντι μας. Μου έχει τύχει να συναντήσω γνωστούς μου στο δρόμο και να με χαιρετήσουν από απόσταση, από μακριά, χωρίς να με πλησιάσουν καν. Το καταλαβαίνουμε όμως γιατί ο κόσμος φοβάται, ακούει στις ειδήσεις πως «ένας υγειονομικός έχει 7 φορές περισσότερες πιθανότητες να αρρωστήσει» και δεν ξέρει τι προφυλάξεις παίρνουμε γι’ αυτό. Ένα ανέκδοτο που λέμε με συναδέλφους γι’ αυτό το θέμα, είναι πως ζούμε στη δική μας Σπιναλόγκα».
Α: «Δεν υπάρχει «συγγνώμη τέλειωσε το ωράριο μου, σχόλασα» στη δουλειά αυτή. Είναι σχεδόν ανέφικτο να τελειώσεις τη βάρδια στην ώρα της και να αφήσεις τον συνάδελφο να τα βγάλει πέρα χωρίς βοήθεια. Δεν είναι μία απλή δουλειά με ωράριο, είναι καθήκον».
Σ: «Από την μέχρι τώρα εμπειρία μου, δεν έχω δει τραυματιοφορείς να κολλάνε. Οι νοσηλευτές βέβαια είναι περισσότερο εκτεθειμένοι και συχνά κολλάνε. Βέβαια, όταν παίρνει τηλέφωνο συνάδελφος και λέει πως έχει πυρετό, τότε αυτό παραπέμπει σε πιθανότητα κρούσματος κορονοϊού, άρα πρέπει να μείνει σπίτι και να αντικατασταθεί. Μου έχει τύχει πρόσφατα, να έχω τελειώσει διπλοβάρδια και να έχω μείνει και έξτρα, τρίτη βάρδια σερί, γιατί είχε καλέσει συνάδελφος που ήταν ασθενής. Εντάξει, αυτό συμβαίνει σπάνια».
Μ: «Έχουμε τη δυνατότητα μερικές φορές να κάνουμε monitoring τους ασθενείς, αλλά κάθε μέρα, αυτή η δουλειά απαιτεί την απόλυτη αφοσίωση σου».
Α: «Κάποιοι από αυτούς που έρχονται κάθε μέρα στο νοσοκομείο θα έχουν συμπτώματα ίωσης και θα νομίζουν πως έχουν κορονοϊό, άλλοι θα έχουν συμπτώματα που μαρτυρούν COVID-19 και φυσικά πάντα θα βλέπουμε κι εκείνους που το κοροϊδεύουν, που λένε ότι δεν υπάρχει, ότι είναι ένα κατασκεύασμα ο ιός. Όταν, όμως, αρρωστήσουν, πάντα αλλάζουν γνώμη».
Σ: «Όταν παίρνεις έναν γιατρό, εντατικολόγο, νοσηλευτή σε μεταφορά ασθενούς, είσαι πολύ πιο ήρεμος. Όταν όμως έχεις δίπλα σου τους γιατρούς των κλινικών που έχουν έρθει τώρα, που δεν έχουν καμία εμπειρία από εντατικές, είναι τελείως διαφορετικά. Ο γιατρός της κλινικής, αν δεις τον ιδρώτα που του τρέχει μέχρι να φτάσουμε στην εντατική, θα πάθεις την πλάκα σου. Είναι λογικό όμως, αυτοί είναι νέοι γιατροί, δεν είναι εντατικολόγοι, δεν είναι πνευμονολόγοι, δεν έχουν εμπειρία. Από τη στιγμή που θα έρθει ο αναισθησιολόγος και θα περάσει το σωλήνα στον πνεύμονα, από εκεί και πέρα δεν είναι εντατικολόγοι οι άλλοι, είναι απλοί γιατροί. Έγώ είμαι τέσσερα χρόνια εκεί και δεν πανικοβάλλομαι πια. Αλλά άμα δεις στον γιατρό της κλινικής, τον ιδρώτα που ρίχνει κατά τη διάρκεια της κάθε μεταφοράς, θα πάθεις την πλάκα σου. Αυτό είναι το πιο δύσκολο κομμάτι της καθημερινής δουλειάς, μέχρι να αναλάβουν τον ασθενή οι εντατικολόγοι».
Α: Το πιο σοκαριστικό απ’ όλα, είναι πώς όταν βλέπουμε όλους αυτούς τους ανθρώπους να πεθαίνουν από τον κορονοϊό, γνωρίζουμε πως κάποιοι θα μπορούσαν να έχουν σωθεί, αν δεν ήμασταν υποστελεχωμένοι. Δυστυχώς η δύναμη μονίμων εργαζόμενων του ΕΣΥ μειώνεται κάθε χρόνο, αρκετοί συνταξιοδοτούνται και στη θέση τους βλέπουμε ολοένα και περισσότερους συμβασιούχους, όπως είμαι κι εγώ».
Α:«Προσπαθείς να το δεις ψυχρά, σαν δουλειά, να πεις κυνικά «τώρα θα κάνω το καθήκον μου και μόνο αυτό» αλλά δεν είναι εύκολο. Τις προάλλες είχαμε μάθει πως είχε φύγει από τη ζωή ένας άνθρωπος που τον γνωρίζαμε όλοι οι εργαζόμενοι της μονάδας και κυριολεκτικά, κλαίγαμε όλοι μαζί. Δεν ξεχνάς τα μάτια των ανθρώπων ποτέ».
Μ:«Σήμερα ο μέσος όρος ηλικίας των ασθενών που νοσηλεύονται είναι τα 63 χρόνια.΄Ένα μεγάλο ποσοστό αυτών, παίρνει εξιτήριο. Κάποιοι βγαίνουν μέσα σε μία εβδομάδα κάποιοι χρειάζονται παραπάνω. Όμως, ακόμα και ένας νέος 36 ετών ήρθε αυτές τις μέρες, που ευτυχώς τα πάει πολύ καλά. Παρ΄ολα αυτά, δεν είναι μόνο οι νέοι που επιβιώνουν. Όλοι οι άνθρωποι παλεύουν κάθε μα κάθε μέρα με αξιοζήλευτο τρόπο. Εμείς τους θαυμάζουμε όσο δεν φαντάζεστε. Τις προάλλες είχαμε παραλάβει έναν άνθρωπο 47 ετών βαριά άρρωστο, στη θέση ενός 63χρονου που προηγουμένως είχε πεθάνει και λέγαμε με τη γιατρό «τι στο καλό; τι γίνεται εδώ»;
Επίσης, αυτό που κάποιοι έλεγαν πώς πεθαίνουν άνθρωποι στις ΜΕΘ από κορονοϊό επειδή είχαν «υποκείμενα νοσήματα» ξέρετε, δεν είναι κάτι που συμβαίνει πάντα. Μπορεί να δεχτούμε και έναν άνθρωπο 40 ετών, που απλά καπνίζει, που δεν νοσεί από κάτι άλλο. Ακόμα και νέοι άνθρωποι έχουν αντιμετωπίσει αυτόν τον κίνδυνο».
Η νέα χρονιά
Σ: «Για τη συνέχεια, για τη νέα χρονιά, το πρώτο καλό νέο που θέλω να ακούσω είναι το να έρθει επιτέλους το φάρμακο. Καλό το εμβόλιο κατά του κορονοϊού, θα το κάνουμε εμείς οι νοσοκομειακοί, θα το κάνουν οι ευπαθείς ομάδες και μετά όλοι οι υπόλοιποι. Έχουμε όμως το φάρμακο για να κάνουμε καλά τους ασθενείς, για να μην φτάνουν στην εντατική ρισκάροντας τις ζωές τους; Αυτό χρειαζόμαστε για να ξημερώσει μια καλύτερη χρονιά μέσα στα νοσοκομεία και σε όλο τον κόσμο. Όσο για το τι μέλλει γενέσθαι για εμάς, μετά το τέλος της πανδημίας, ελπίζω να συνεχίσουμε να υπάρχουμε σε ένα ΕΣΥ με αυξημένη στελέχωση μόνιμου προσωπικου, γιατί όταν παλεύεις καθημερινά για να σώσεις ζωές, ουδείς περισσεύει».
Α: «Δουλεύουμε κάθε μέρα σαν μια γροθιά. Αναγνωρίζουμε πια ο ένας την φωνή του άλλου στο τηλέφωνο και η μεταξύ μας στήριξη και αλληλοβοήθεια θυμίζει πραγματική οικογένεια. Έχουμε εκπαιδευτεί και δοκιμαστεί στις απαιτήσεις μιας μονάδας ΜΕΘ για τουλάχιστον δύο χρόνια, όπως αρμόζει σύμφωνα με τα πρότυπα της δουλειάς μας. Θα ήθελα, όταν με το καλό φτάσει προς το τέλος της η πανδημία, να μπορέσω να δω το μέλλον μου πιο φωτεινό, να κάνω κι εγώ όνειρα για ταξίδια, διακοπές και τέτοια ξένοιαστα πράγματα. Όμως, προς το παρόν βλέπω το μέλλον μου να φλερτάρει με την ανεργία. Όταν μαζί με τους συναδέλφους σου, έχεις δώσει το 100% των δυνάμεων σου, έχεις παλέψει, δεν έχεις κάνει πίσω στα δύσκολα αλλά έχεις βάλει σε απόλυτη προτεραιότητα το καθήκον σου και κινδυνεύεις να βρεθείς στο δρόμο, αυτό μου φαίνεται εφιαλτικό. Και φυσικά, σε αυτό δεν είμαι μόνη μου, αλλά υπάρχουν τουλάχιστον 4.000 συμβασιούχοι που αφιερώνουν όλη τους τη ζωή στο ίδιο καθήκον και ζουν με με την ίδια αγωνία για το μέλλον».
Σ: Για να πούμε ότι έχουμε ένα σωστά στελεχωμένο σύστημα υγείας, πρέπει να μείνουν και τα παιδιά που προσελήφθησαν εκτάκτως, επικουρικά με αφορμή την πανδημία και οι παραπάνω από 6.000 άνθρωποι που εργάζονται με συμβάσεις όπως εγώ, όπως η Μαρίνα και άλλα παιδιά. Ειλικρινά, χωρίς υπερβολή στο λέω αυτό, πρέπει να έρθουν και άλλοι τόσοι, τους έχουμε ανάγκη. Για να γίνουμε μια ακόμα μεγαλύτερη ασπίδα και να μην χάνονται τόσες ζωές. Στο τέλος της μέρας, αυτό έχει σημασία».