Οι ερωτήσεις που απασχολούν τις τελευταίες ημέρες τους πολίτες αφορούν κατά κύρια βάση τα ποσοστά των θανάτων που πέθαναν αποκλειστικά από κορωνοϊό ή από τα υποκείμενα νοσήματα. Ο Σωτήρης Τσιόδρας ξεκαθάρισε τον τρόπο που μετρούν τα ελληνικά κρούσματα και τους θανάτους ξεκινώντας μία μεγάλη κουβέντα για το αν πρέπει οι θάνατοι από τα υποκείμενα νοσήματα να προσμετρούνται στον συνολικό αριθμό.
Η Deutsche Welle σε άρθρο της δίνει στοιχεία για τον τρόπο που μετρούνται οι θάνατοι σε τρεις μεγάλες χώρες της Ευρώπης, τη Γερμανία, την Ιταλία και την Ελβετία, οι οποίες πραγματοποιούν κανονικά νεκροψίες, σε περιορισμένο αριθμό ως τώρα.
Παρότι αρχικά η Γερμανία δεν πραγματοποιούσε νεκροψίες, από τον Μάρτιο και μετά τα δεδομένα άλλαξαν και μόνο του ο Κλάους Πίσελ, διευθυντής του Ινστιτούτου Ιατροδικαστικής στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου, διαθέτει σήμερα τη μεγαλύτερη βάση δεδομένων.
Οι πρώτοι 65 νεκροί που μελέτησε ήρθαν στο διάστημα 22 Μαρτίου – 11 Απριλίου και τα αποτελέσματα είναι ξεκάθαρα. 46 από αυτούς είχαν ήδη παθήσεις των πνευμόνων, 28 είχαν υποστεί μεταμόσχευση ή είχαν άλλες παθήσεις σε όργανά τους ενώ στους 65 αυτούς νεκρούς 10 ήταν παχύσαρκοι, 16 είχαν άνοια και 10 ήταν καρκινοπαθείς.
Τον τελευταίο μήνα, με τις νεκροψίες σε θανάτους που προστέθηκαν, ο Πίσελ έχει φτάσει τις 100 περιπτώσεις και είναι απόλυτος. Κανένας από τους νεκρούς δεν πέθανε αποκλειστικά από τον κορωνοϊό. Σε όλες τις περιπτώσεις υπήρχαν ήδη καρδιαγγειακά προβλήματα, αρτηριοσκλήρωση, διαβήτης, καρκίνος, υψηλή αρτηριακή πίεση, νεφρική ανεπάρκεια ή κίρρωση του ήπατος.
Η Ιταλία ακολούθησε άλλη τακτική και τα στοιχεία του υπουργείου υγείας της προέρχονται από παρακολούθηση της νόσου, όχι από νεκροψίες. Σε σύνολο 1.738 νεκρών, που ασθένησαν από COVID-19, το 96,4% αυτών υπέφερε από υποκείμενο νόσημα. Η αρτηριακή πίεση και ο διαβήτης ήταν τα δύο νοσήματα με το μεγαλύτερο ποσοστό μεταξύ των νεκρών.
ΠΗΓΗ: instanews.gr