Η ιστορία είναι γνωστή και την ίδια στιγμή δεν είναι. Οσα και αν νομίζουμε ότι ξέρουμε, πάντα θα υπάρχουν και άλλα που θα μας εκπλήσσουν όταν έχουμε να κάνουμε με μια προσωπικότητα όπως η Μαρίκα Μητσοτάκη.
Μαχητική και συνάμα τρυφερή, πληθωρική και δοτική στον ίδιο χρόνο, ήταν μια γυναίκα που έζησε πολλές ζωές σε μία και σήμερα, εννιά χρόνια μετά τον θάνατό της, εξακολουθεί να αποκαλύπτεται. Μέσα από τα μάτια των παιδιών της, φυσικά. Και τον εγγονών και των δισέγγονών της. Αλλά και των συνταγών της. Ολων αυτών των φαγητών που προετοιμάστηκαν και μαγειρεύτηκαν για ένα τραπέζι, για πολλά τραπέζια, για την οικογένεια και για τους φίλους των παιδιών, για Ελληνες και για ξένους ηγέτες, για τις καλές και για τις δύσκολες στιγμές.
«Το βιβλίο αυτό το πρωτοσκέφτηκα πριν από δέκα χρόνια ως ένα δώρο που ήθελα να κάνω στη μητέρα μου για τα ογδοηκοστά της γενέθλια. Της το πρωτοείπαμε με την αδελφή μου, την Κατερίνα, που θα αναλάμβανε τις συνταγές, στις 29 Νοεμβρίου του 2010, ημέρα των γενεθλίων της», γράφει στον πρόλογο της επανέκδοσης του βιβλίου «Μαρίκα Μητσοτάκη. Συνταγές με… Ιστορία», η κόρη της, Αλεξάνδρα Μητσοτάκη. Η ιδέα έγινε πράξη, το βιβλίο κυκλοφόρησε και δεν ήταν απλώς ένα ευρετήριο συνταγών, αλλά το ημερολόγιο μιας γεμάτης ζωής με τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη και την οικογένεια που δημιούργησαν. Αναμνήσεις από τη γιαγιά Νονίκα και τα παιδικά χρόνια, από τα δύσκολα χειρουργεία μέχρι την πρώτη συνάντηση και τον έρωτα με τον Κώστα της, από την πολιτική, την εξορία, τους γάμους και τις γεννήσεις παιδιών και εγγονιών μέχρι τα καλοκαίρια στην Κρήτη και τα κυριακάτικα μεσημέρια. Ολα γύρω από τον ίδιο κανόνα: τις οικογενειακές συναντήσεις γύρω από ένα τραπέζι.
Το βιβλίο εκείνο εξαντλήθηκε γρήγορα και τώρα επανακυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Ψυχογιός». Πιο πλούσιο ακόμα, αφού σε αυτήν την έκδοση (με κείμενα της Εμμανουέλας Νικολαΐδου και επιμέλεια συνταγών της Κατερίνας Μητσοτάκη) προστέθηκαν επιπλέον συνταγές. Και, ως γνωστόν, κάθε συνταγή είναι και μια νέα ανάμνηση.
«Ελειπαν τα όσπρια, τα οποία ο πατέρας μας έτρωγε τακτικά, τουλάχιστον μία φορά την εβδομάδα. Η μητέρα μας τα συμπαθούσε πολύ λιγότερο. Επιλέξαμε τη συνταγή της φάβας που του μαγείρευε, γιατί ήταν το μοναδικό όσπριο που της άρεσε και εκείνης, και κάποιες ακόμα παραδοσιακές συνταγές βασισμένες στα λαχανικά, που ίσως δεν εκτιμούμε πια αρκετά», συνεχίζει η Αλ. Μητσοτάκη. «Το τουρλού τουρλού, τις αγκινάρες αλά πολίτα, αλλά και μία ιδιαίτερη συνταγή για την οποία η μητέρα μας ήταν πολύ περήφανη, τις μελιτζάνες τεμπάλ. Η μητέρα μας θα χαιρόταν πολύ να έβλεπε την απίστευτη πρόοδο που έχει κάνει η γαστρονομία στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια. Γιατί είναι αλήθεια ότι από τα αναγνωρισμένα εστιατόρια των πόλεων μέχρι τις πιο μικρές ταβέρνες στα χωριά της ηπειρωτικής και της νησιωτικής Ελλάδας, το ελληνικό φαγητό σήμερα διακρίνεται τόσο για τη δημιουργικότητά του όσο και για τις μοναδικές πρώτες ύλες του. Είμαι σίγουρη πως με την αγάπη και την περιέργεια που είχε για το φαγητό θα προσέθετε πολλές νέες συνταγές στο οικογενειακό τραπέζι. Τώρα όμως δεν είναι πια μαζί μας και το δώρο που της κάναμε εμείς με το βιβλίο των συνταγών της γίνεται πλέον ένα δώρο που μας κάνει η ίδια».
Δεν έφαγαν ντολμαδάκια
– Το 1989, με αφορμή τον σχηματισμό της οικουμενικής κυβέρνησης, οι τότε ηγέτες της Αριστεράς –Λεωνίδας Κύρκος και Χαρίλαος Φλωράκης– συναντήθηκαν με τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη στο σπίτι του τελευταίου στη Γλυφάδα. Η συνάντηση εκείνη πέρασε στην ιστορία με τίτλο «Τα ντολμαδάκια της Μαρίκας», ανάγοντας περίπου σε κορυφαία «είδηση» τις δημοσιογραφικές πληροφορίες -ή μάλλον εικασίες!- περί της προτίμησης που έδειξε ο Φλωράκης ειδικά στη συγκεκριμένη συνταγή. Μόνο που, όπως θυμάται η Μαρίκα Μητσοτάκη, «δεν ήταν καν δείπνο, αλλά μια απλή συνάντηση, με εξίσου απλό κέρασμα, καφέ και γλυκό. Οπως ήταν φυσικό, έξω περίμεναν οι ρεπόρτερ και την επομένη είδα τα πρωτοσέλιδα περί… ντολμάδων! Επρόκειτο, βέβαια, για δημοσιογραφικό “εύρημα”!».
Νηστικός μέχρι το ξημέρωμα
– «Δεν επέστρεφε ποτέ σπίτι (ο Κώστας) αν δεν τελείωνε η συνεδρίαση, κι ας ήταν ξημερώματα. Σηκωνόμουν ξυπόλυτη, με το νυχτικό, και πήγαινα να του ζεστάνω φαγητό, επειδή ήξερα ότι ήταν νηστικός. Υστερα καθόμουν μαζί του να φάει, γιατί δεν είναι καλό να τρώει κανείς μόνος…».
Σνίτσελ στο στρατόπεδο
– «Τελικά, βρίσκω ότι η ζωή μου είχε αρκετές ομοιότητες με το σενάριο της “Πολίτικης Κουζίνας”!», λέει ο Κυριάκος Μητσοτάκης. «Αγάπη για το φαγητό από τη μία, το άγχος της μητέρας μου από την άλλη για το “αν το παιδί έτρωγε αρκετά”! Οταν σπούδαζα στην Αμερική κι ερχόμουν στο σπίτι για διακοπές, το πρώτο πράγμα που με ρωτούσε ήταν: “Παιδί μου, τρως καλά εκεί;”. Κι αμέσως μετά ζητούσε να μάθει τι φαγητό ήθελα να μου φτιάξει, ερώτηση στην οποία απαντούσα μονότονα: “Ντολμαδάκια και σνίτσελ”».
– «Το σπιτικό φαγητό με “κυνηγούσε” σε πολλές περιπτώσεις, όπως όταν, ενώ ο πατέρας μου ήταν πρωθυπουργός, έκανα τη βασική στρατιωτική εκπαίδευση στην Τρίπολη. Ημασταν τότε 80 άτομα στον θάλαμο και το πρώτο Σαββατοκύριακο που είχε επισκεπτήριο ήρθαν οι γονείς των νεοσυλλέκτων όλοι ανεξαιρέτως, εκτός από τους δικούς μου κι ενός άλλου παιδιού. Πήρα κι εγώ τηλέφωνο στο σπίτι, έκανα τα σχετικά παράπονα κι έτσι, στο επόμενο επισκεπτήριο, ήρθε η μητέρα… πίσω από ένα τεράστιο ταψί γεμάτο μικρά, τραγανά σνίτσελ. Εβαλα τις φωνές, είπα “δεν γίνεται, θα με κάνεις εντελώς ρεζίλι”, τελικά όμως τα σνίτσελ παρέμειναν στο στρατόπεδο και έγιναν κυριολεκτικά ανάρπαστα!».
22 κιλά φαΐ σε βαλίτσα
– Στις αρχές της δεκαετίας του ’70, βρέθηκα με τον Παύλο (Μπακογιάννη) στο Μόναχο, όπου ήταν εξόριστος», προσθέτει στην αφήγηση η Ντόρα Μπακογιάννη. «Φοιτήτρια εγώ ακόμη, ο δεσμός μας είχε μόλις γίνει γνωστός στους δικούς μου. Τηλεφωνώ λοιπόν μια μέρα στη μάνα, της λέω: “Ο Παύλος θέλει να καλέσει καμιά δεκαπενταριά γνωστούς και φίλους” -που ήταν επίσης εξόριστοι στη Γερμανία- “και χρειάζομαι τη βοήθειά σου με το φαγητό”. Εγώ τότε ήμουν εντελώς άπραγη στην κουζίνα, με το ζόρι ήξερα να βράσω σωστά ένα αυγό! Παραμονή λοιπόν του καλέσματος, καταφθάνει από την Αθήνα αεροπορικώς μια τεράστια βαλίτσα με 22 κιλά φαγητό μέσα! Θυμάμαι ακόμη το ακριβές βάρος, διότι ήταν φυσικά υπερβάλλον, σύμφωνα με τους κανόνες της αεροπορικής εταιρείας και υποχρεωθήκαμε να το πληρώσουμε… κιλό κιλό! Και τι δεν είχε βάλει μέσα η μητέρα: ουρά μοσχαριού λεμονάτη, ντολμαδάκια, τυρί κρητικό, ταραμοσαλάτα, σπανακόπιτα – και μαζί αστακούς, με οδηγίες για να τους φτιάξουμε εμείς σαλάτα».
Το σαντουιτσάκι
– Η Κατερίνα Μητσοτάκη θυμάται τον πατέρα της να επιστρέφει από τα ταξίδια του και όταν εκείνη τον ρωτούσε μήπως ήθελε να φάει κάτι, εκείνος να απαντά: «Οχι, μου έδωσε η μαμά σας σαντουιτσάκι από το σπίτι και το έχω ακόμη μαζί μου». Κι επειδή δεν ήθελε ποτέ του να πετάει φαγητό, πρόσθετε στη συνέχεια: «Εχει περισσέψει το μισό, μήπως θα ήθελες κι εσύ λίγο;».
«Ηταν μάλλον τα πιο κοσμογυρισμένα σάντουιτς του κόσμου!», γελάει η Κατερίνα.
ΦΡΙΚΑΣΕ ΜΕ ΣΤΑΜΝΑΓΚΑΘΙ Ή ΑΓΚΙΝΑΡΕΣ
Υλικά για 6 άτομα
2 κιλά αρνί ή κατσίκι
2 κιλά σταμναγκάθι
12 αγκινάρες
2 ματσάκια φρέσκα κρεμμυδάκια
1 ματσάκι άνηθο
1 μεγάλο κρεμμύδι
2 κύβοι κότας
1 ποτήρι του κρασιού ελαιόλαδο
Αλάτι, πιπέρι
Για τη σάλτσα
Χυμός 2 λεμονιών
4 κουταλάκια του γλυκού κορν φλάουρ
4 κρόκοι αυγών
Αλάτι, πιπέρι
Εκτέλεση
Σε μια κατσαρόλα τσιγαρίζουμε το κρέας στο λάδι μέχρι να ροδίσει και το βγάζουμε. Στην ίδια κατσαρόλα ρίχνουμε το 1 ματσάκι φρέσκο κρεμμυδάκι και το κρεμμύδι που έχουμε ψιλοκόψει και, αφού ροδίσουν, προσθέτουμε το κρέας με 2 ποτήρια νερό και το αφήνουμε να βράσει. Ρίχνουμε τους κύβους και το πιπέρι και συνεχίζουμε το βράσιμο. Προς το τέλος προσθέτουμε το αλάτι και 2 κουταλιές της σούπας άνηθο ψιλοκομμένο. Συνεχίζουμε το βράσιμο μέχρι να μαλακώσει το κρέας. Σε μία άλλη κατσαρόλα βράζουμε για 10 λεπτά το σταμναγκάθι, το σουρώνουμε και το τσιγαρίζουμε με το υπόλοιπο φρέσκο κρεμμυδάκι. Αν χρησιμοποιήσουμε αγκινάρες, ρίχνουμε σε ένα σκεύος 2 ποτήρια νερό, χυμό από 2 λεμόνια και 1 κουταλιά της σούπας αλεύρι. Καθαρίζουμε τις αγκινάρες και τις βάζουμε στο μίγμα για να μη μαυρίσουν. Τις βράζουμε στο μίγμα για 10 λεπτά και σερβίρουμε.
Για τη σάλτσα
Σε ένα μπολ ρίχνουμε τους κρόκους, τον χυμό των λεμονιών και 2 ποτήρια από το ζουμί του κρέατος, ανακατεύουμε και προσθέτουμε το κορν φλάουρ που έχουμε διαλύσει σε ½ ποτήρι νερό, αλάτι και πιπέρι και συνεχίζουμε να ανακατεύουμε.
Σερβίρουμε ξεχωριστά τη σάλτσα στο τραπέζι.
Χρόνος ψησίματος: 1½ ώρα.
ΚΟΥΡΑΜΠΙΕΔΕΣ
Υλικά
1 κιλό βούτυρο
1 κιλό αμύγδαλα, καβουρδισμένα και αλεσμένα στο μπλέντερ
1.200 γραμμάρια αλεύρι
1 πιατάκι του καφέ σιμιγδάλι
1 πιατάκι του καφέ ζάχαρη άχνη
2 κουταλάκια του γλυκού μπέικιν πάουντερ σε λίγο κονιάκ
2 κρόκοι αυγών
Ζάχαρη άχνη, για το γαρνίρισμα
Εκτέλεση
Βάζουμε στο μίξερ το βούτυρο, τη ζάχαρη και τους κρόκους να χτυπηθούν καλά. Μετά ρίχνουμε όλα τα υλικά σε μια λεκάνη και τα ζυμώνουμε. Πλάθουμε μικρά στρογγυλά κουραμπιεδάκια με μια μικρή τρύπα στη μέση. Τα βάζουμε σε ταψί και τα ψήνουμε στους 200ο C στον αέρα. Μπορούμε να ψήσουμε και 2 και 3 ταψιά ταυτόχρονα. Μόλις βγουν από τον φούρνο, τα ακουμπάμε σε πιατέλες με ζάχαρη άχνη, για να έχουν και οι πάτοι ζάχαρη, και έπειτα τα πασπαλίζουμε και από πάνω με ζάχαρη άχνη.
Συμβουλή
Προσοχή όταν αλέθουμε τα αμύγδαλα στο μπλέντερ. Δεν πρέπει να γίνουν σκόνη, αλλά μικρά κομματάκια, για να είναι γευστικοί οι κουραμπιέδες μας.
ΙΝFO
«ΜΑΡΙΚΑ ΜΗΤΣΟΤΑΚΗ
Συνταγές… με Ιστορία»
Εκδόσεις: «Ψυχογιός»
* Τα έσοδα της έκδοσης θα διατεθούν στο Κέντρο Υποδοχής και Αλληλεγγύης του Δήμου Αθηναίων (ΚΥΑΔΑ) και στην κοινωνική κουζίνα «Ο Αλλος Ανθρωπος»
#pgnews