Mια φορά κι ένα καιρό σε μια χώρα μακρινή, ζούσε ένας δράκος που όλοι τρέμανε στην θωριά του. Ήταν πελώριος με γαμψά νύχια στα πόδια με μακριά ουρά γεμάτη αγκάθια με βλοσυρό βλέμμα στα κατακόκκινα μάτια του. Όταν θύμωνε μιλούσε με βροντερή ανθρώπινη λαλιά. Κανείς ποτέ δεν είχε γλυτώσει απ΄ τα νύχια του αν έπεφτε στο δρόμο του. Μια μέρα μια όμορφη κοπέλα έφτασε κοντά στα μέρη του, έψαχνε το δρόμο για τη σπηλιά του. Το φοβερό τέρας κρατούσε αιχμάλωτο τον αγαπημένο της. Εκείνη δεν φοβόταν όσα κι αν της είπαν. Σαν συναντήθηκαν της είπε πως θα τον άφηνε ελεύθερο μόνο αν εκείνη του έφερνε ένα χρυσάνθεμο με εκατό πέταλα.
Μέρες και νύχτες η κοπέλα γύριζε κάμπους και βουνά δάση και ρεματιές ψάχνοντας να βρει το χρυσάνθεμο που της ζητούσε ο δράκος. Οι σοφοί λέγανε πως τέτοιο λουλούδι δεν υπάρχει. Τότε, έκοψε ένα χρυσάνθεμο, έβγαλε μια βελόνα από κείνες που κρατούσαν τα μαλλιά της κι άρχισε με ατέλειωτη υπομονή να χαράζει τα πέταλα του λουλουδιού. Δούλεψε χωρίς να σταματήσει λεπτό, όταν τα χώρισε σε εκατό , έτρεξε στη σπηλιά του δράκου και του το δώσε. Ο δράκος τα μέτρησε και τα βρήκε σωστά. Άφησε τότε το παλικάρι ελεύθερο κι ο ίδιος πήρε το λουλούδι του και χάθηκε για πάντα στα βάθη της σπηλιάς. Το ζευγάρι ευτυχισμένο γύρισε στο σπίτι του κι από τότε λένε πως τα χρυσάνθεμα ανθίζουν με πάρα πολλά πέταλα και κάθε Οκτώβρη.”
Λένε πως τούτος ο μήνας αν και φτωχός στα καλούδια του είναι ο πιο πλούσιος στην ψυχή του. Τον αποκαλούν με πολλά ονόματα Αϊ- Δημητριάτη, Bροχάρη, Σποριάτη, Σποριά, Σπαρτό, Μπρουμάρη, Σκοτεινό, Ομιχλώδη. Είναι η έμπνευση του ποιητή, του ζωγράφου, είναι ο ύμνος της ομορφιάς, μα πάνω απ΄όλα είναι ο προστάτης, ο φύλακας της ίδιας της Γης, γιατί κρύβει μέσα του τη ζωή, σκεπάζει και «κοιμίζει» τον σπόρο που θα τη γιομίσει με νέα βλαστάρια την Άνοιξη. Οι δε δουλειές των γεωργών δεν σταματούν ούτε μια μέρα. Ο Οκτώβρης θεωρείται ο πατέρας της σποράς και του οργώματος, αλλά και ο μήνας των χρυσανθέμων των χειμαδιών και ο προάγγελος του χειμώνα. Φτωχός σε φρούτα, λαχανικά και άλλα κηπευτικά μα πλούσιος σε δοξασίες, μαντέματα και μαγικά μηνύματα που δίνουν δυνάμωμα στον σπόρο που σαν πέσει στη γη θα γεννήσει ζωή.
Πως κατάφερναν όμως να έχουν την τύχη με το μέρος τους τις παλιότερες εποχές; Με δύο τρόπους. Ο πρώτος ήταν με την προσφορά δώρου στα « θεία», η «θεραπεία» όπως έλεγαν μέσω σεβασμού, κατάνυξης και προσευχής. Ο δεύτερος ήταν ο μαγικός». Με μαγικές πράξεις, συνήθως παράλογες αλλά για όσους πίστευαν σ΄ αυτές απόλυτα λογικές. Τον Οκτώβρη συνήθως ξεκινούν τα πρωτοβρόχια. Αν δεν ποτιστεί η γη η σπορά δεν μπορεί να ξεκινήσει. Παλαιότερες εποχές αν τα πρωτοβρόχια καθυστερούσαν τότε άρχιζαν τα κατά τόπους έθιμα που σκοπό είχαν να εξαναγκάσουν τα «θεία» σε βοήθεια.Το πιο διαδεδομένο έθιμο ήταν αυτό της Περπερούνας που πιο πολύ το επικαλούνταν την Άνοιξη αλλά στην μεγάλη ανάγκη γινόταν και το φθινόπωρο:
Γράφει ο Δημήτρης Λουκάτος στα Λαογραφικά του Φθινοπώρου: «Ένα κοριτσάκι οκτώ-δέκα χρονών συνήθως φτωχό και ορφανό το στόλιζαν τα άλλα κορίτσια με λουλούδια και πρασινάδα, έτσι ώστε σαν κι αυτό να πρασινίσουν οι κάμποι. Πήγαιναν από σπίτι σε σπίτι και τραγουδούσαν ένα παραδοσιακό τραγούδι και κάθε νοικοκυρά έβγαινε από το σπίτι της μ΄ ένα κανάτι και έχυνε πάνω στο κεφάλι της Περπερούνας νερό λέγοντας την ευχή – Καλή βροχή να δώσει ο θεός, όπως βρέχω κι εγώ την Περπερούνα . Στο τέλος έδινε η νοικοκυρά στο κοριτσάκι ένα νόμισμα ή ότι άλλο είχε, για το καλό».
Άλλο έθιμο ήταν εκείνο της χελώνας. Αν δηλαδή ο γεωργός σε περίοδο ανομβρίας έβρισκε στο δρόμο του μια χελώνα, τη γύριζε ανάσκελα και έβαζε πάνω στην κοιλιά της ένα μεγάλο σβόλο από χώμα. Η χελώνα αν δεν έβρεχε δεν θα μπορούσε να σηκωθεί κι έτσι θα παρακαλούσε εκείνη τον Θεό για βροχή. Σ΄ άλλα μέρη της Ελλάδας σκότωναν φίδια και τα έβαζαν ανάσκελα στα τρίστρατα ή τα κρεμούσαν στα δέντρα για να προσελκύσουν τα αρπαχτικά πουλιά που όταν πετούσαν χαμηλά σήμαινε πως έρχεται βροχή.
‘Έθιμα που σπάνια συναντάμε πια είναι και αυτά της προετοιμασίας του σπόρου. Ο πρώτος σπόρος του σταριού παρασκευαζόταν με μεγάλη επιμέλεια. Τον τοποθετούσαν σε ένα σάκο μαζί με βασιλικό, ρόδι, σκόρδο κι ένα ασημένιο νόμισμα ή δακτυλίδι. Ο βασιλικός χρησίμευε για να γίνουν το ίδιο πράσινα τα στάρια .Το ρόδι συμβόλιζε την ευφορία για να είναι γεμάτο το σπίτι όλο το χρόνο, το σκόρδο ήταν για το κακό μάτι και το ασήμι έδειχνε την εξασφάλιση της καλής ποιότητας της σοδειάς. Όλα αυτά μαζί με λίγο σπόρο δένονταν σε ένα μικρό σποροσάκουλο με μια κόκκινη μεταξένια κλωστή και φυλάσσονταν σε ένα μέρος του σπιτιού μέχρι και το τέλος της σποράς. Η πρώτη μέρα που θα βγαίνε ο σπόρος από το σπίτι ήταν εξαιρετικής σημασίας. Δεν έδιναν ούτε έπαιρναν χρήματα, δεν δάνειζαν ψωμί, αλεύρι ,αλάτι και φωτιά , πράγματα που έκλειναν μέσα τους τη δύναμη του σπιτιού. Οι νοικοκυρές το βράδυ έκαναν πίτες με σπανάκι, λάχανο και άλλα χόρτα και σαν την έβαζαν στο τραπέζι να την φάει όλη η οικογένεια εύχονταν « να φυτρώσουν γρήγορα τα στάχυα και να πρασινίσουν όπως τα χόρτα της πίτας.
Η μέρα που ξεκινούσε η σπορά έπρεπε να είναι Δευτέρα ή Τετάρτη ποτέ Τρίτη. Η σημαδιακή φράση που έλεγε ο γεωργός ήταν: «Ώρα καλή μας και καλά μπερεκέτια!» , δηλαδή να χουμε πλούσια σοδειά!
Αν η αρχή στο χωράφι γινόταν από κορίτσι ανύπανδρο έπρεπε να πει : « Μονάχη μου το σπέρνω και μ΄ άλλον θα το θερίσω (δηλ. θα παντρευτώ)». Δεν μπορούσε κάθε άνθρωπος να είναι ο Σπορέας. Χρειαζόταν τέχνη για να μην σκορπιστεί ο σπόρος αραιά ή πυκνά και σαν τέλειωνε την πρώτη του γύρα να ζέχνει τα βόδια για να «κάμει» το χωράφι. Όργωνε και έσπερνε τουλάχιστον 2-3 φορές έτσι ώστε ο πολύτιμος σπόρος να πάει παντού.
Ξεκινώντας το εορταστικό καλαντάρι ξεχωρίζουν οι γιορτές του Αγίου Διονυσίου του Αρεοπαγίτου στις 3 του μήνα, πολιούχος Άγιος των Αθηνών και του Αγίου Ιερόθεου στις 4 Οκτωβρίου. Του Αγίου Λουκά στις 18 που έχει σαν σύμβολό του το ήρεμο βόδι. Για τον Άγιο η παράδοση θέλει να έχει ζωγραφίσει την μορφή της Παναγιάς και μάλιστα Βρεφοκρατούσας με την παλιά τεχνική του κεριού σε τρείς εικόνες. Λένε πως τη μία την παρέδωσε στην ίδια κι εκείνη ευχαριστήθηκε και τις ευλόγησε κι έγιναν θαυματουργές. Μάλιστα του αποδίδουν πως πρώτος αυτός απεικόνισε του Αποστόλους. Η λαογραφία θέλει τούτη τη μέρα να θεωρείται ορόσημο για τη σπορά των κουκιών, όχι όμως την ημέρα της γιορτής του που θεωρείται αργία, αλλά την παραμονή ή την επομένη. Ο μύθος λέει πως κάποτε ένας γεωργός που πήγε να σπείρει καλαμπόκια την μέρα του Αγίου Λουκά έπιασε μια νεροποντή και όλη η σοδειά χάθηκε. Από τότε λένε πως είναι ο άγιος που «πνίγει τα καλαμπόκια». Τέλος οι γεωργοί μας πιστεύουν πως από τούτη τη μέρα ξεκινά το «μικρό καλοκαιράκι» και η γη θα στεγνώσει τόσο όσο χρειάζεται για τις επόμενες μέρες η σπορά τους. Στις 20 του μήνα είναι η γιορτή του Αγίου Γερασίμου που λατρεύεται στην Κεφαλονιά και φτάνουμε στην πιο μεγάλη γιορτή του Αγίου Δημητρίου στις 26. Γιορτή που συνδέεται με την πόλη της Θεσσαλονίκης μιας και ο Άγιος Δημήτριος ήταν γέννημα, θρέμμα της συμπρωτεύουσας.
Την μέρα αυτή ανοίγονται συνήθως τα νέα κρασιά. Καλούν ένα παπά, σ΄ όλους τους αναπαραγωγικούς τόπους, να αγιάσει τα βαρέλια και αφού ευχηθεί, να δοκιμάσει πρώτος το νέο κρασί. Η μέρα αυτή είναι επίσης ορόσημο και για τους κτηνοτρόφους. Συμπίπτει με το διάστημα που χρειάζονταν οι τσομπάνηδες για να κατεβάσουν τα κοπάδια τους στα χειμαδιά, ίσαμε να τελειώσει και το «μικρό καλοκαιράκι». Η σημασία της γιορτής τονίζεται στο ότι η παρουσία ενός Αγίου, νέου και αξιόλογου που περπατά καβάλα σε άλογο τους έδινε την ευκαιρία να ορίσουν τη γιορτή του σαν χρονολογία ξεκινήματος, εξασφαλίζοντας θάρρος και εμπιστοσύνη για το δρόμο τους. Κι όλα αυτά σε συνδυασμό με μιαν άλλη γιορτή ορόσημο κι αυτή του Αγίου Γεωργίου στις 23 του Απρίλη που τα ζώα οδηγούνται ξανά πάνω στα βουνά με ένα άλλο καβαλάρη Άγιο εξίσου νέο και αξιόλογο. Ορόσημο μέρα και για τους ταξιδεμένους, τους ναυτικούς που επιστρέφουν στο σπίτι τους για να περάσουν το χειμώνα.
Στα χρόνια της Τουρκοκρατίας οι ελληνικές οικογένειες που εξέλεγαν τους Δημογέροντες λογάριαζαν κι αυτοί τα εξάμηνα τους με τις γιορτές του Αγίου Δημητρίου και Αγίου Γεωργίου. Με τη διαφορά αυτή των εξαμήνων έβαζαν τους ραγιάδες να πληρώνουν τους φόρους τους και όριζαν σαν ελεύθερο χρόνο ναυσιπλοΐας τις δύο αυτές γιορτές.
Την μέρα του Αϊ Δημήτρη γιόρταζαν και οι Συντεχνίες, ιδιαίτερα οι οικοδόμοι, οι ασβεστάδες, οι σοβατζήδες, οι ξυλουργοί, οι κεραμιδάδες, οι σιδεράδες και οι κλειδαράδες που επισφράγιζαν την καλοκαιρινή εργασία με τα κέρδη τους ή την πρωτογιόρταζαν όσοι άρχιζαν τώρα την χειμωνιάτικη εμπορική τους δράση όπως οι μπακάληδες, οι δερματέμποροι, οι παπουτσήδες, οι υφασματέμποροι και οι ταβερνιάρηδες.
Τέλος τούτος ο μήνας είναι ο μήνας των χρυσανθέμων. Ανθίζουν κάθε χρόνο τον Οκτώβρη εκεί γύρω στη γιορτή του Αϊ Δημήτρη και για αυτό τα λένε και αγιοδημητριάτικα και τα συναντάμε σε πάνω από 180 ποικιλίες. Είναι το λουλούδι του φθινοπώρου, τα άνθη του χρυσού και καλλιεργούνται εδώ και χιλιάδες χρόνια στην μακρινή Ανατολή που θεωρείται πατρίδα τους. Στη χώρα μας τα συναντάμε παντού ακόμα και στην ύπαιθρο σαν αυτοφυές φυτό και μάλιστα οι Κρητικοί τρώνε τους τρυφερούς του βλαστούς με λαδόξυδο ενώ τα άνθη τους τα χρησιμοποιούν για να διώχνουν τους ψύλλους και να βάφουν με ωραίο κίτρινο χρώμα τα βαμβακερά τους ρούχα. Το κρητικό χρυσάνθεμο του Οκτώβρη έχει ένα ακόμη συμβολισμό. Με το μάδημα του μικροί και μεγάλοι όπως το «σ΄αγαπώ-μ΄αγαπάς» της μαργαρίτας, ψάχνουν το σκοτεινό υπαρξιακό ερώτημα: Κόλαση ή παράδεισος;
Καλό μήνα !
ΠΗΓΕΣ :
Λουκάτος Δημλητριος, Τα φθινοπωρινά, Αθήνα 1995
Γ. Μέγας, «Ελληνικαί εορταί και έθιμα της λαϊκής λατρείας», Αθήνα 1956
http://zhtunteanagnostes.blogs…