Μέχρι τον περασμένο Σεπτέμβριο – γεγονός που καταδεικνύει ότι ο μεγάλος όγκος παραγωγής δεν έχει καταγραφεί – είναι τα στοιχεία που ανακοίνωσε το Παγκόσμιο Συμβούλιο Ελαιοκομίας για αύξηση της παγκόσμιας παραγωγής επιτραπέζιων ελιών για την περίοδο 2019-2020 κατά 14% σε σχέση με την προηγούμενη περίοδο.
Για τη χώρα μας αισιόδοξα στοιχεία έδωσε στην εφημερίδα “Νέα Κρήτη” χθες ο πρόεδρος της Διεπαγγελματικής Οργάνωσης Επιτραπέζιας Ελιάς, γεωπόνος Γιώργος Ντούτσιας, λέγοντας ότι και η Κρήτη θα μπορούσε να μπει στην αγορά της επιτραπέζιας ελιάς, τόσο στην ποικιλία Καλαμών όσο και για την αθηνολιά (τσουνάτη, όπως την ξέρουμε εμείς εδώ στο νησί μας). Αλλά ξεκαθάρισε ότι η Κρήτη θα πρέπει να αντιμετωπίσει κάποτε αποτελεσματικά τον δάκο, «γιατί το δικό σας το νησί, λόγω των εδαφοκλιματικών συνθηκών, τον ευνοεί περισσότερο απ’ όλες τις άλλες ελαιοπαραγωγικές περιοχές στη χώρα»!
Η παγκόσμια παραγωγή
Αναλυτικότερα, η παγκόσμια παραγωγή επιτραπέζιων ελιών, την περίοδο 2019/2020, προβλέπεται να ανέλθει στους 2.925.500 τόνους, σύμφωνα με τα στοιχεία που ανακοίνωσε το Παγκόσμιο Συμβούλιο Ελαιοκομίας (IOC).
Η φετινή παγκόσμια παραγωγή εκτιμάται ότι είναι αυξημένη κατά 14% σε σχέση με πέρυσι. Επίσης, προβλέπεται φέτος μια μικρή αύξηση της κατανάλωσης κατά 2,1% σε σύγκριση με την περίοδο 2018/2019.
Όσον αφορά στη φετινή ελληνική παραγωγή ελιών, η Διεπαγγελματική Οργάνωση Επιτραπέζιας Ελιάς (ΔΟΕΠΕΛ) υποστηρίζει ότι φτάνει τους 304.000 τόνους, ενώ τα στοιχεία του IOC την κατεβάζουν στους 207.000 τόνους (παρουσιάζοντας αύξηση κατά 24% σε σχέση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο).
Μεγάλη αύξηση αναμένεται να έχει η παραγωγή της Αιγύπτου (που είναι η παγκόσμια υπερδύναμη), η οποία θα φτάσει στους 690.000 τόνους, παρουσιάζοντας αύξηση κατά 72,5% σε σχέση με την περσινή περίοδο.
Αντίθετα, μείωση προβλέπεται να έχει η δεύτερη σε μέγεθος παραγωγής Ισπανία, η οποία αναμένεται ότι φτάνει τους 500.000 τόνους (μείωση κατά 15%), αλλά και η Τουρκία με 414.000 τόνους (μείωση κατά 2,2%).
Περίπου στα ίδια με τα περσινά επίπεδα θα κυμανθεί η παραγωγή της Αλγερίας (300.000 τόνους) και του Μαρόκου (130.000 τόνους). Σημαντική αύξηση έχει η Αργεντινή με παραγωγή που φτάνει τους 100.000 τόνους (αύξηση κατά 25%).
Τέλος, αξίζει να αναφέρουμε ότι τα τελευταία χρόνια εμφανίζει ανοδική πορεία η παραγωγή της Ιταλίας, που φέτος έχει αύξηση σε ποσοστό 85% σε σχέση με πέρυσι (74.100 τόνους).
«Συνεχίζεται η ανοδική πορεία»
«Συνεχώς υπάρχει αύξηση στην παραγωγή της επιτραπέζιας ελιάς στη χώρα μας», δήλωσε χθες ο πρόεδρος της Διεπαγγελματικής Οργάνωσης Επιτραπέζιας Ελιάς, γεωπόνος Γιώργος Ντούτσιας, σχολιάζοντας στην εφημερίδα “Νέα Κρήτη” τα στοιχεία που ανακοινώθηκαν. Αλλά πρόσθεσε ότι «αυτά τα στοιχεία, ωστόσο, είναι εντελώς προσωρινά. Γιατί η πρόβλεψη αυτή έγινε τον Σεπτέμβριο, οπότε τα στοιχεία σήμερα μπορεί να έχουν αλλάξει. Το σίγουρο είναι όμως ότι μιλάμε για νέα αύξηση στη χώρα μας». Βέβαια, συνεχίζει λέγοντας για τη χώρα μας τα εξής: «Από τον Σεπτέμβριο και μετά είχαμε σε κάποιες περιοχές δάκο. Όχι σε όλες. Και κυρίως μιλάμε για τις ελιές Καλαμών και για τις ελιές Αμφίσσης, που έμειναν για να μαζευτούν μαύρες. Και από τέλη Σεπτεμβρίου και μετά προσβλήθηκαν από δάκο. Όμως, δεν είχαμε ιδιαίτερο πρόβλημα στις επιτραπέζιες ελιές, όπως στο ελαιόλαδο. Στο ελαιόλαδο είχαμε το μεγαλύτερο πρόβλημα και κυρίως βέβαια στην Κρήτη».
Σε ό,τι αφορά τις δυνατότητες της Κρήτης για συμμετοχή στην παραγωγή της επιτραπέζιας ελιάς, ο Γιώργος Ντούτσιας λέει ότι «το 1979-1980, μέσω του Ινστιτούτου Υποτροπικών Φυτών και Ελιάς Ν. Χανίων, ο κόσμος είχε ξεκινήσει και φύτευε ελιές Καλαμών. Όμως, εκείνα τα χρόνια, η Καλαμών δεν είχε τη ζήτηση που έχει σήμερα. Και δεν υπήρχε το μεγάλο ενδιαφέρον όπως υπήρξε στη συνέχεια. Είχαμε λοιπόν απογοήτευση του κόσμου. Ενώ έχω την εντύπωση ότι, επειδή είχε μάθει ο Κρητικός να ασχολείται με το λάδι, ήταν δύσκολο να αρχίσει να ασχολείται με την επιτραπέζια ελιά. Τότε μάλιστα το λάδι είχε στήριξη από την Ε.Ε., ενώ ακόμα δεν υπήρχε η στήριξη που υπάρχει σήμερα και στην επιτραπέζια ελιά, η οποία άρχισε να ενισχύεται από το 1998 και μετά, μέσα από τα κοινοτικά προγράμματα».
Ξεχωρίζει η τσουνάτη στην Κρήτη
Σε ό,τι αφορά την Κρήτη, ο πρόεδρος της Διεπαγγελματικής Οργάνωσης Επιτραπέζιας Ελιάς δηλώνει ότι ξεχωρίζει η ποικιλία τσουνάτη, που όμως είναι για εσωτερική κατανάλωση.
«Η επιτραπέζια ελιά είναι εξαγωγικό προϊόν. Και δημιουργήθηκε ο κλάδος από την εξαγωγή. Αν δεν υπήρχε εξαγωγή, δε θα υπήρχε κλάδος στην επιτραπέζια ελιά. Αλλά υπό την προϋπόθεση ότι θα μπορέσει η Κρήτη να λύσει το πρόβλημα της δακοκτονίας, έχουν σήμερα ωριμάσει οι συνθήκες να ασχοληθεί με αυτό το προϊόν και ο παραγωγός στην Κρήτη. Και το λέω αυτό γιατί το έντομο αυτό προσβάλλει περισσότερο την επιτραπέζια ελιά σε σχέση με το λάδι», λέει ο κ. Γιώργος Ντούτσιας.
Ο ίδιος διευκρινίζει ότι ο ελαιόκαρπος σε ένα λιόφυτο δεν μπορεί να διαλεχτεί και να πάει στην επιτραπέζια χρήση, όταν η προσβολή από τον δάκο φτάσει το 10%.
«Το κλίμα της Κρήτης επηρεάζεται πολύ περισσότερο σε σχέση με την υπόλοιπη Ελλάδα. Γι’ αυτό η Περιφέρεια Κρήτης, όπως και το κράτος, θα πρέπει να δείξει πολύ περισσότερη σοβαρότητα, αλλά και οι παραγωγοί να δείξουν σοβαρότητα». Και καταλήγει, αναφορικά με τα πρόσφατα πορίσματα, λέγοντας: «Οι μύκητες είναι δευτερογενής προσβολή. Η ελιά προσβάλλεται από τον δάκο και δημιουργούνται και οι συνθήκες για να προσβληθεί από τις μυκητολογικές ασθένειες, το γλοιοσπόριο και άλλες. Όσο δε για τον μύκητα “βούλα”, αν δεν έχεις δάκο, δεν έχεις “βούλα”. Το κλίμα της Κρήτης είναι ξηροθερμικό και έτσι, αν δεν υπάρξει προσβολή από τον δάκο, είναι πάρα πολύ δύσκολο να προσβληθεί η παραγωγή από τους μύκητες. Εκτός και αν έχουμε μια χρονιά πάρα πολύ υγρή, που εσείς στην Κρήτη δεν έχετε τέτοιες συνθήκες».
(φωτογραφία αρχείου)
ΠΗΓΗ: neakriti.gr