Το τζιτζίκι, ο βάρδος του καλοκαιριού, που μας… ξεκουφαίνει αυτήν την εποχή με τον χαρακτηριστικό του ήχο, ήταν, σύμφωνα με τη μυθολογία, ένας πανέμορφος νέος, ο Τιθωνός, γιος του βασιλιά της Τροίας Λαομέδοντα, αδελφός του Πριάμου. Τον ερωτεύτηκε η Ηώς (η θεότητα-προσωποποίηση της αυγής, κόρη του Τιτάνα Υπερίωνα και της Τιτανίδας Θείας, αδελφή του Ήλιου) και γι’ αυτό παρακάλεσε τους θεούς να τον κάνουν αθάνατο. Ξέχασε όμως να τους ζητήσει να τον αφήσουν να μείνει και νέος για πάντα. Έτσι οι θεοί του χάρισαν την αθανασία αλλά όχι και την αιώνια νεότητα. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα ο Τιθωνός να γίνει μεν αθάνατος, αλλά να γερνάει συνεχώς. Όταν έφθασε σε έσχατο γήρας, η Ηώς, που ως θεά ήταν αθάνατη και πάντα νέα, δεν μπορούσε πλέον να τον βλέπει. Τον λυπήθηκαν, λοιπόν, οι θεοί και τον μεταμόρφωσαν σε ένα ζαρωμένο έντομο που μιλά ακατάπαυστα, το τζιτζίκι.
To τζιτζίκι ή τζίτζικας ή τζίτζιρας ή (κυπρ.) ζίζιρος ή τέττιξ (στα αρχαία ελληνικά) είναι μεγαλόσωμο έντομο που ζει σε θερμές περιοχές. Θεωρείται σύμβολο του καλοκαιριού και της ξέγνοιαστης ζωής. Έχει μήκος 2-5 εκατοστά, 5 μάτια (2 κανονικά και 3 μικρότερα), τα φτερά του είναι από διάφανη μεμβράνη και τα πόδια του λεπτά και μακριά. Συνήθως το χρώμα του είναι μαύρο. Τρέφεται με το χυμό των βλαστών, τους οποίους τρυπά με την προβοσκίδα του. Το θηλυκό γεννάει τα αβγά του τον Ιούλιο-Αύγουστο και τα βάζει σε τρύπες που κάνει σε μαλακούς βλαστούς. Από τα αβγά βγαίνουν προνύμφες στο τέλος του καλοκαιριού, κατεβαίνουν από τα δέντρα, κάνουν τρύπες μέσα στη γη, κοντά στις ρίζες, και μένουν εκεί θαμμένες 4-17 χρόνια! Κάποια στιγμή μετατρέπονται σε πραγματικές νύμφες, οι οποίες σκίζουν το δέρμα τους και το κανονικό τζιτζίκι που βγαίνει από μέσα ανεβαίνει στα δέντρα και αρχίζει το τραγούδι του.
Ο ήχος του τζιτζικιού παράγεται από μια ηχητική συσκευή που έχει ανάμεσα στον θώρακα και στην κοιλιά. Η συσκευή αποτελείται από δύο κοιλότητες που χωρίζονται από μια λεπτή μεμβράνη τεντωμένη. Κάθε φορά που δονείται η μεμβράνη αυτή, παράγεται ο γνωστός ήχος τζι-τζι-τζι-τζι.
Τραγουδούν μόνο τα αρσενικά με στόχο να προσελκύσουν τα θηλυκά που βρίσκονται στην περιοχή τους. Μετρήσεις δείχνουν ότι ο ήχος που παράγουν μπορεί να φτάσει τα 90 ντεσιμπέλ και μπορούν να ακουστεί σε απόσταση 800 μέτρων. Ακόμα και το ίδιο το τζιτζίκι δεν μπορεί να ανεχθεί τον θόρυβο, γι’ αυτό και κλείνει τον ακουστικό του πόρο.
Είναι γνωστός ο μύθος του Αισώπου για το εργατικό μυρμήγκι και το τεμπέλικο τζιτζίκι. Όμως η αλήθεια είναι διαφορετική. Το τραγούδι του δεν είναι το τραγούδι του τεμπέλη τζίτζικα που έχει έρθει να κάνει το κέφι του και να τραγουδήσει. Είναι το κύκνειο άσμα του και το ερωτικό του κάλεσμα προς το θηλυκό. Είναι η επιθυμία του, τώρα έχει μόνο λίγες εβδομάδες ζωή, να επιτελέσει την ύψιστη λειτουργία της ζωής αυτής: την αναπαραγωγή. Το τζιτζίκι, λοιπόν, είναι ένας παρεξηγημένος τραγουδιστής του καλοκαιριού!
Παροιμίες:
Αν δεν λαλήσει ο τζίτζικας, δεν είναι καλοκαίρι (το τραγούδι του τζίτζικα σηματοδοτεί την έναρξη του καλοκαιριού).
Τζίτζικας ελάλησε, μαύρη ρώγα γυάλισε (ήρθε το καλοκαίρι, η εποχή που τραγουδούν οι τζίτζικες και ωριμάζουν τα σταφύλια).
Φράσεις:
Σκάει ο τζίτζικας (κάνει υπερβολική, αφόρητη ζέστη).
Τζιτζίκια πεταλώνουμε; (χρησιμοποιείται από κάποιον που αντιδρά, όταν οι άλλοι επιχειρούν με τον λόγο τους να απαξιώνουν τις γνώσεις ή την εργασία του).