Αν και ο εμβολιασμός για τη γρίπη ιδανικά θα έπρεπε να έχει γίνει μέσα στον Οκτώβριο και τον Νοέμβριο, οι γιατροί εξηγούν ότι ακόμη και τώρα υπάρχει χρόνος για όσους πρέπει να εμβολιαστούν και δεν το έχουν κάνει. Το ποσοστό εμβολιασμού για τη γρίπη πάντως, από την εποχή κοβιντ και μετά καταγράφεται συνεχώς μειούμενο.
Σχεδόν μαζικά φτάνουν στα νοσοκομεία, ασθενείς με γρίπη, με τις νοσηλείες ναι μεν να μη διαφέρουν από άλλες χρονιές την ίδια περίοδο, ωστόσο με συμπτώματα πολύ επιβαρυμένα , αλλά και επιπλοκές στο αναπνευστικό, το κεντρικό νευρικό σύστημα αλλά και μυοκαρδίτιδες.
Βαριά μορφή γρίπης που οδήγησε ακόμη και σε νοσηλεία σε Μονάδα Εντατικής Θεραπείας, εκδήλωσαν και μικρά παιδιά. Με αξιοσημείωτο το στοιχείο πως δεν αντιμετώπιζαν μέχρι πριν, κάποιο άλλο νόσημα.
Οι επιστήμονες υπό το βάρος της αύξησης των κρουμάτων γρίπης και της βαριάς νόσησης για ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού, απέδωσαν αυτή την έκταση και στο χαμηλό ποσοστό εμβολιασμού, το οποίο είναι αρκετά χαμηλότερο από πέρυσι, που και πέρυσι ήταν μια χρονιά με χαμηλότερο ποσοστό εμβολιασμών από την αμέσως προηγούμενη.
Αν και ιδανικά ο εμβολιασμός του πληθυσμού γίνεται τους μήνες Οκτώβριο και Νοέμβριο, οι επιστήμονες κάλεσαν τις ευπαθείς κυρίως ομάδες να κάνουν όσο γρηγορότερα γίνεται το εμβόλιο. Είναι ρίσκο και πάντως κίνδυνος κάποιος να πρέπει να κάνει το εμβόλιο και να αμελεί εξήγησαν οι επιστήμονες.
Από τα στοιχεία πάντως που διαφαίνεται ότι προβληματίζουν, είναι πως μετά την κόβιντ εποχή και τον μαζικό τότε εμβολιασμό, υπάρχει μια σταθερή μείωση στον εμβολιασμό για τη γρίπη. Αυτό όπως εξηγούν ίσως συνδέεται με το ίδιο το εμβόλιο της γρίπης που έχει πετύχει να μειώνονται τα ποσοστά νόσησης οπότε μεγάλο μέρος του πληθυσμού θεωρεί ότι δεν χρειάζεται να το κάνει, την ώρα που δεν λείπουν και οι αποκαλούμενοι αντιεμβολιαστές.