Η Μαρία «έπιασε» τον άντρα της με άλλη. Και μάλιστα μέσα στο ίδιο τους το σπίτι.
-Αλήτη, πώς μπορείς να το κάνεις αυτό σε εμένα, τη μητέρα των παιδιών σου, την πιστή γυναίκα σου; Θέλω διαζύγιο τώρα.
-Περίμενε ένα λεπτό αγάπη μου, σου ορκίζομαι υπάρχει εξήγηση.
-Mμμμμμ… Τι να μου εξηγήσεις… Μίλα αλλά γρήγορα, δεν θέλω να σε ξαναδώ ποτέ πια στη ζωή μου, θέλω να φύγεις αμέσως και για πάντα.
-Άκου με λίγο. Συνέβη το εξής: Γύριζα στο σπίτι μετά από μια τρομερή μέρα στο γραφείο και είδα αυτή τη φτωχή κοπέλα εδώ από κάτω, στο πάρκο. Μου φάνηκε τόσο ανυπεράσπιστη που αποφάσισα να τη βοηθήσω.
Πρόσεξα ότι ήταν πολύ αδύνατη, κακοντυμένη και βρόμικη και μου είπε ότι είχε τρεις μέρες να φάει.
Συγκινήθηκα, την έφερα στο σπίτι και της ζέστανα τα μακαρόνια που σου έφτιαξα χτες βράδυ και δεν τα έφαγες γιατί παχαίνουν. Η καημενούλα τα καταβρόχθισε.
-Ε και; Εγώ άλλο βλέπω μπροστά στα μάτια μου.
-Περίμενε ν’ ακούσεις. Έπειτα, όπως ήταν τόσο βρόμικη, της είπα να κάνει ένα μπάνιο και εν τω μεταξύ είδα ότι τα ρούχα της ήταν σε κακή κατάσταση. Έτσι τα πέταξα στα σκουπίδια και της έδωσα εκείνα τα παντελόνια που χρόνια τώρα δεν φοράς επειδή δεν μπορείς να τα κουμπώσεις, την μπλούζα που σου χάρισα για την επέτειό μας και δεν φοράς, γιατί δεν έχω καλό γούστο και δεν ξέρω να σου διαλέγω ρούχα, το σουέτερ που σου χάρισε η μάνα μου για τα Χριστούγεννα και δεν φοράς, για να της μπεις στο μάτι και τις μπότες που αγόρασες 300 ευρώ και τις φόρεσες μια μόνο φορά, επειδή η φίλη σου αγόρασε τις ίδιες. Στο τέλος και καθώς έφευγε γεμάτη ευγνωμοσύνη και χαρά η κοπέλα γύρισε με δάκρυα στα μάτια και με ρώτησε: «Υπάρχει μήπως κάτι άλλο που δεν χρησιμοποιεί η γυναίκα σου;»